Άρθρα

Ο κόσμος αγανακτεί, η Ευρώπη φλέγεται και το ελληνικό πολιτικό σύστημα ασχολείται με την εκλογική αριθμητική

Του Ν. Στραβελάκη Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Η Ευρώπη, και όχι μόνο, φλέγεται. Στη Γαλλία έχουμε δεύτερη εβδομάδα μεγάλων κινητοποιήσεων, που ακυρώνουν το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα του Μακρόν. Να θυμίσω ότι ο γάλλος Πρόεδρος πέρασε το νομοσχέδιο για το Συνταξιοδοτικό με Προεδρικό Διάταγμα, εκβιάζοντας στη συνέχεια τους βουλευτές του να τον στηρίξουν απέναντι στην πρόταση μομφής της αντιπολίτευσης που ακολούθησε.

Την ίδια ώρα, η Γερμανία συγκλονίζεται από μεγάλο απεργιακό κύμα στον κλάδο των μεταφορών, που προβάλλει μισθολογικές διεκδικήσεις. Αλλά και η Ολλανδία έχει παραλύσει από τις συνεχιζόμενες αγροτικές κινητοποιήσεις. Μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις βρίσκονται σε εξέλιξη και στο Ισραήλ, από τις οποίες κλυδωνίζεται η συντηρητική κυβέρνηση Νετανιάχου. Ενώ στις ΗΠΑ οι εργαζόμενοι στην εκπαίδευση κατεβαίνουν σε απεργία αφού, όπως παραδέχτηκε και αμερικανός γερουσιαστής, «ζουν σε συνθήκες φτώχειας». Στην Ελλάδα η νεολαία και τα συνδικάτα αντέδρασαν εκκωφαντικά στο έγκλημα των Τεμπών, βάζοντας στο στόχαστρο την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και της κατάρρευσης των υποδομών.

Η όξυνση της κρίσης του 2008 είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και βρίσκεται πίσω από τις μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις. Από το φόρουμ του Νταβός στις αρχές του χρόνου είχε γίνει σαφές ότι οι όποιες παροχές και τα όποια επιδόματα έδινε το σύστημα λόγω του πληθωρισμού είχαν εξαντληθεί. Η μαγική φράση που κυριάρχησε ήταν «ο δημοσιονομικός χώρος». Δηλαδή, τo κατά πόσον οι κρατικοί προϋπολογισμοί έχουν τη δυνατότητα να υποστηρίξουν επιδοματικές πολιτικές και την ίδια ώρα να είναι ισοσκελισμένοι ή και πρωτογενώς πλεονασματικοί. Με δυο λόγια, η επίσημη πολιτική είναι επιστροφή στη συνταγή της δημοσιονομικής λιτότητας για τους πολλούς, που κυριάρχησε στη ζωή μας μετά το 2008.

Ζούμε, όμως, σε έναν άνισο κόσμο, όχι μόνο τώρα αλλά τα τελευταία 40 χρόνια. Οι πολιτικές του περιορισμού των μισθών, της κατεδάφισης των εργασιακών σχέσεων και των ιδιωτικοποιήσεων, που χαρακτήρισαν την περίοδο του νεοφιλελευθερισμού μετά το 1980, αύξησαν την ανισότητα σε επίπεδα που μοιάζουν με τις αρχές του περασμένου αιώνα. Μάλιστα, η ανισότητα των εισοδημάτων παίρνει εκρηκτικές διαστάσεις, αφού βασικές παροχές, όπως η δημόσια παιδεία και υγεία, το περιβάλλον, οι ασφαλείς μεταφορές και υποδομές, υποβαθμίζονται συνεχώς. Έτσι, μεγάλα τμήματα του πληθυσμού οδηγούνται στην περιθωριοποίηση και στην απελπισία. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο νομπελίστας οικονομολόγος του Πρίνστον Άνγκους Ντίτον, «Οι θάνατοι (σ.σ.: εννοεί αυτοκτονίες) από απόγνωση και συναισθηματική δυσφορία συνεχίζουν να αυξάνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες σε μεγάλο βαθμό, ιδιαίτερα σε όσους δεν έχουν πανεπιστημιακό πτυχίο».

 

Στη νέα όξυνση της καπιταλιστικής κρίσης ο κόσμος λέει: «Ως εδώ και μη παρέκει». Απέναντι σε αυτό, το πολιτικό σύστημα μοιάζει να ανησυχεί περισσότερο για την επέκταση και την όξυνση της τραπεζικής κρίσης παρά για τη στοιχειώδη κάλυψη των λαϊκών αναγκών. Στην πραγματικότητα, οι κρατούντες φοβούνται να παραδεχτούν ότι τρισεκατομμύρια κρατικών χρημάτων και η θυσία μιας ολόκληρης γενιάς στον βωμό της κρίσης πήγαν στον βρόντο και το μόνο που πέτυχαν ήταν να γεμίσουν περισσότερο τις τσέπες του ανώτερου 1% της εισοδηματικής πυραμίδας.

Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα πολιτικής αφασίας είναι η Ελλάδα. Το πολιτικό κατεστημένο επιχειρεί να εξαντλήσει την προεκλογική συζήτηση στον μετεκλογικό σχηματισμό κυβέρνησης, χωρίς να ασχολείται με την πολιτική ατζέντα αυτής της κυβέρνησης. Από το πρωί μέχρι το βράδυ συζητάμε αν θα έχουμε κυβέρνηση αυτοδύναμη ή συνεργασίας. Αν θα είναι πρωθυπουργός ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, κι ας έχει πάρει 30%, ή κάποιο άλλο πρόσωπο «κοινής αποδοχής». Αν θα κάνουμε μία, δύο, τρεις ή δεκατρείς εκλογές μέχρι κάποιος να πάρει αυτοδυναμία, κι ας ξέρουμε όλοι ότι αυτό είναι όνειρο θερινής νυκτός.

Όταν η συζήτηση φτάνει στην ταμπακιέρα, υπάρχουν μόνο τα κλισέ της «διαχρονικής παθογένειας» του κράτους, της ανάγκης λαός και κυβέρνηση από κοινού να «αλλάξουν τα πράγματα» και άλλες τέτοιες αερολογίες.

Το θετικό είναι ότι, μέχρι τώρα τουλάχιστον, μεγάλο κομμάτι του κόσμου, και ιδιαίτερα της νεολαίας, δεν φαίνεται να συγκινείται από τα διλήμματα της «κυβερνησιμότητας». Καταλαβαίνει ότι οι αδύναμες κυβερνήσεις ανεβάζουν την αποτελεσματικότητα της συλλογικής δράσης. Η τελευταία είναι η ελπίδα των πολλών για την αντιμετώπιση της νέας φάσης όξυνσης της καπιταλιστικής κρίσης.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button