“ΕΙΣΑΓΟΜΕΝΗ” ΡΥΠΑΝΣΗ ΑΠΕΙΛΕΙ ΤΑ ΝΕΡΑ ΤΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

Απειλή για την ύπαρξη των οικοσυστημάτων στη λεκάνη του Νέστου αποτελεί η κατασκευή διαφόρων μεγάλων υδραυλικών έργων που ρυθμίζουν τη ροή του ποταμού ενώ πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις λαμβάνουν χώρα ανάμεσα στον ποταμό και τα σημαντικά συστήματα υπόγειου νερού της περιοχής.

Απειλή για την ύπαρξη των οικοσυστημάτων στη λεκάνη του Νέστου αποτελεί
η κατασκευή διαφόρων μεγάλων υδραυλικών έργων που ρυθμίζουν τη ροή του ποταμού ενώ
πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις λαμβάνουν χώρα ανάμεσα στον ποταμό και τα σημαντικά συστήματα
υπόγειου νερού της περιοχής.

Ταυτόχρονα ο Νέστος ρυπαίνεται από βιομηχανικές, αγροτικές και οικιακές
δραστηριότητες πολλές από τις οποίες προέρχονται από τη Βουλγαρία ενώ η λεκάνη του
χαρακτηρίζεται από την απουσία εγκαταστάσεων επεξεργασίας υγρών αποβλήτων και την
απουσία Χώρων Υγειονομικής Ταφής.

Όπως επισημαίνεται σε επιστημονική εργασία του τμήματος μηχανικών
περιβάλλοντος της Πολυτεχνικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης την
οποία εκπόνησαν οι Κ. Ουζούνη και Χ. Πεταλάς, με θέμα "Πλαίσιο διαχείρισης των υδατικών
πόρων στην υδρολογική λεκάνη του ποταμού Νέστου" που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο
του 2ου Περιβαλλοντικού Συνεδρίου Μακεδονίας, ο ποταμός στις αρχές της δεκαετίας
του 1990 χαρακτηριζόταν ως ένας από τους πλέον καθαρούς ποταμούς της Βαλκανικής
και ίσως της Ευρώπης.

Στην εργασία υπογραμμίζεται ότι κατά καιρούς έχει αναφερθεί ρύπανση
των ιζημάτων της κοίτης του Νέστου από λιγνίτη και τα παράγωγά της ενώ από τον Οκτώβριο
του 2002 ο ποταμός έχει δεχθεί τέσσερις φορές, μεγάλα ρυπαντικά φορτία (οικιακά
απορρίμματα) από την πλευρά της Βουλγαρίας.

Όπως σημειώνουν οι επιστήμονες παρατηρείται από πλευράς αρχών απουσία
παρακολούθησης της τάσης και ουσιαστικού ελέγχου της ποιότητας και της ποσότητας
του νερού του ποταμού. "Η παρακολούθηση της ποιότητας γίνεται πλημμελώς και όλα
είναι πιθανά (π.χ. ρύπανση από βιομηχανικά, μεταλλευτικά, αγροχημικά ή ακόμη και
ραδιενεργά απόβλητα – λειτουργία ορυχείων ουρανίου)" υποστηρίζουν οι επιστήμονες
του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου.

Τα προβλήματα διαχείρισης του Νέστου, σύμφωνα με τους εισηγητές,
προβάλλουν απειλητικά τα τελευταία χρόνια, ενώ οι διαχειριστικές πρακτικές και από
την Ελλάδα και τη Βουλγαρία απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν επαρκείς. Παρότι
οι διακρατικές συνομιλίες ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία ξεκίνησαν το 1964
με μια συμφωνία που αναφέρονταν στη χρήση των νερών του Νέστου (Mesta) και η οποία
αφού πέρασε από διάφορες φάσεις κατέληξε στη συμφωνία του 1996 για τη ρύθμιση των
ροών του ποταμού, η οποία αναφέρεται γενικά στην υποχρέωση της Βουλγαρίας να διαθέτει
στην Ελλάδα το 29% της συνολικής ετήσιας ροής του Νέστου. Σήμερα η διαδικασία δεν
έχει ξεπεράσει το βασικό αρχικό στάδιο των διαπραγματεύσεων και έχει περιοριστεί
στην προσπάθεια για έγκριση κάποιων ερευνητικών προγραμμάτων με χρηματοδότηση από
την Ε.Ε.. Η λειτουργία των φραγμάτων Πλατανόβρυσης και Θησαυρού για να ικανοποιηθούν
οι ενεργειακές και αρδευτικές ανάγκες της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης,
έχει αναδείξει σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα τα οποία αναμένεται να οξυνθούν
στο άμεσο μέλλον. Ήδη έχουν εμφανισθεί προβλήματα διείσδυσης της θάλασσας στο Δέλτα,
διάβρωση των ακτών στις εκβολές αλλά και των παραλιών της Θάσου, που βρίσκονται
σε μικρή απόσταση από τις εκβολές, λόγω διατάραξης του "ισοζυγίου παραλιών" (beach
budget).

Η ποιότητα, τόσο των υπόγειων νερών όσο και των επιφανειακών νερών
του Νέστου , σύμφωνα με τους κ.Ουζούνη και Πεταλά είναι γενικά υψηλή, απαιτείται
ωστόσο συνεχής έλεγχος της ποιότητας του νερού του ποταμού βάση της οδηγίας 2000/60
της Ευρωπαϊκής Ένωσης και γι αυτό απαραίτητη είναι η στενή συνεργασία μεταξύ της
Ελλάδας και της Βουλγαρίας όσον αφορά τον ευαίσθητο αυτό υδατικό πόρο.

Σύμφωνα με τους ίδιους ,μέχρι σήμερα η προσπάθεια για αποτελεσματική
διαχείριση της λεκάνης του Νέστου δεν απέφερε ουσιαστικά αποτελέσματα. "Τα προβλήματα
ρύπανσης του ποταμού, 40 χρόνια μετά την πρώτη διακρατική συμφωνία, δεν απασχολούν
ιδιαίτερα τους αρμόδιους ενώ, σύμφωνα με την ανακοίνωση, ανειλικρίνεια κυριαρχεί
στην ανταλλαγή δεδομένων για την ποιότητα και την ποσότητα των ροών του ποταμού.
Από την πλευρά της Ελλάδας, ο έλεγχος και η παρακολούθηση κατά την είσοδο των ροών
στο ελληνικό έδαφος είναι ανύπαρκτοι, παρά το γεγονός ότι έχει αναφερθεί κατά το
παρελθόν παρουσία υψηλών ρυπαντικών φορτίων (συμπεριλαμβανομένων και των επικίνδυνων)
στο νερό του ποταμού. Επομένως, δεν υπάρχει σαφής εικόνα των πραγματικών συνθηκών
ούτε και μπορεί η Ελλάδα να λάβει κάποια μέτρα για την αντιμετώπιση επικίνδυνων
καταστάσεων (για παράδειγμα προστασία των πηγών που τροφοδοτούνται από τον ποταμό
Νέστο). Είναι σαφές ότι χωρίς την ειλικρινή συνεργασία των δύο χωρών, η ολοκληρωμένη
διαχείριση των υδατικών πόρων δεν είναι εφικτή".

Μεταξύ άλλων οι κ Ουζούνης και Πεταλάς συμπεραίνουν ότι η Ελλάδα
δεν είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει ενδεχόμενη εισροή ρυπαντών από το βουλγαρικό έδαφος.

"Οι υποδομές είναι ανεπαρκείς και στις δύο χώρες. Απαιτείται η δημιουργία
αξιόπιστων βάσεων δεδομένων όσον αφορά τα επίπεδα ρύπανσης του ποταμού που θα ενημερώνονται
σε πραγματικό χρόνο και ένα σύστημα παρακολούθησης και ελέγχου της ποιότητας και
της ποσότητας του νερού του ποταμού που θα διευκολύνει και τις δύο χώρες να βελτιώσουν
την ποιότητα του νερού, να εμποδίσουν τη ρύπανση, να προλάβουν ενδεχόμενη τυχαία
ρύπανση, να δημιουργήσουν μηχανισμούς προειδοποίησης για ρύπανση εξαιτίας πλημμυρικών
γεγονότων, να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν επιστημονικές πληροφορίες, να εναρμονίσουν
τα κριτήρια ποιότητας του νερού σύμφωνα με την οδηγία 2000/60 της Ε.Ε., να αναπτύξουν
μεθόδους επεξεργασίας και αξιολόγησης των πληροφοριών και να καταστήσουν την διαδικασία
λήψης απόφασης ευκολότερη και στις δύο χώρες" καταλήγουν οι επιστήμονες.

Αγγέλα Φωτοπούλου

Σχετικά Άρθρα

Back to top button