Τα γεγονότα του μαύρου καλοκαιριού του ’74 μέσα από βρετανικά και αμερικανικά έγγραφα
Γράφει η Φανούλα Αργυρού
Το παρασκηνιακό, διπλωματικό χρονικό πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τα τραγικά γεγονότα του πραξικοπήματος και της εισβολής το καλοκαίρι του 1974
ΜΕΡΟΣ Α΄
2 Ιουλίου 1974 – Ο Πρόεδρος Αρχ. Μακάριος στέλνει την περιβόητη επιστολή/τελεσίγραφο στον Πρόεδρο της Ελλάδος, Φαίδωνα Γκιζίκη, ζητώντας την αποχώρηση όλων των Ελλήνων αξιωματικών από την Εθνική Φρουρά (Μετά την αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας τον Νοέμβριο του 1967 με τη σύμφωνη γνώμη του Αρχ. Μακαρίου, οι Βρετανοί στόχευαν και στην αποχώρηση όλων των Ελλήνων αξιωματικών για να μην αντιμετώπιζε αντίσταση η Τουρκία αν εισέβαλλε).
Στις 10 Ιουλίου η Ελληνική Κυβέρνηση, μέσω του Έλληνα πρέσβη στη Λευκωσία, Ευστάθιου Λαγάκου, έστειλε πρόσκληση στον Μακάριο να πάει στην Αθήνα να συζητήσουν την κατάσταση. Ο Μακάριος αρνήθηκε αν δεν δεχόντουσαν πρώτα όλες του τις απαιτήσεις σε σχέση με την Εθνική Φρουρά. Την ίδια μέρα η κυπριακή Υπ. Αρμοστεία στο Λονδίνο παρέδωσε στο Φόρεϊν Όφις υπόμνημα απορρίπτοντας τη λύση ομοσπονδίας που ζητούσαν οι Τούρκοι ως «Ανεφάρμοστη η Ομοσπονδία».
15 Ιουλίου – Πραξικόπημα για ανατροπή του Προέδρου Μακαρίου.
16 Ιουλίου – Οι Τούρκοι γνωστοποίησαν στους Βρετανούς την πρόθεσή τους για εισβολή. Την ίδια μέρα ο Αρχ. Μακάριος ζήτησε προστασία από τους Βρετανούς και ελικόπτερο να τον πάρει από την Πάφο, όπου είχε διαφύγει εγκαταλείποντας το Προεδρικό και βρισκόταν υπό την προστασία της ΟΥΝΦΙΚΥΠ στη Βρετανική Βάση Ακρωτηρίου μαζί με τους τρεις υποστηρικτές του, Νίκο Θρασυβούλου, Ανδρέα Νεοφύτου και Ανδρέα Ποταμίτη. Αμέσως τέθηκε σε εφαρμογή το μυστικό σχέδιο διάσωσης του Μακαρίου μαζί με τους συνοδούς του που είχαν προνοητικά ετοιμάσει οι Βρετανοί από το 1967. Τον μετέφεραν αμέσως εκτός Κύπρου (όπως ήταν οι οδηγίες του σχεδίου) και μέσω Μάλτας στο Λονδίνο, όπου έφθασε στις 17 Ιουλίου στο στρατιωτικό αεροδρόμιο στο Lyneham. Τον παρέλαβαν αξιωματούχοι του Φόρεϊν Όφις. Είπε στους Βρετανούς ότι δεν είχε πάρει απάντηση στην επιστολή του προς Γκιζίκη, η Εθνική Φρουρά δεν είχε συνταγματικό στάτους, στο μέλλον σκεφτόταν να την διέλυε, το σχέδιο δράσης του ήταν να πάρει ψήφισμα από το Συμβούλιο Ασφαλείας επιβεβαιώνοντας ότι ο ίδιος ήταν ο νομικά εκλεγμένος Πρόεδρος της Κύπρου, ενώ καλούσε την Ελληνική Κυβέρνηση να αποσύρει όλους τους αξιωματικούς και άρματά της από την Κύπρο και να μην αναγνωρίζουν τον Νίκο Σαμψών που είχε αναλάβει «Πρόεδρος».
(Υπενθυμίζεται ότι η διάλυση της Ε.Φ. ήταν τουρκικό αίτημα προς τον Cyrus Vance τον Νοέμβριο του 1967 και τότε ο Μακάριος το απέρριπτε.)
17 Ιουλίου – Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος είδε τον Βρετανό Πρωθυπουργό Harold Wilson, τον ευχαρίστησε για τη διάσωσή του και έδωσε αναφορά των γεγονότων. Ο Wilson ρώτησε τον Μακάριο τι θα έλεγε στο μήνυμά του στα Ηνωμένα Έθνη, και του ζήτησε να δηλώσει τι ανέμενε από τους Βρετανούς να κάνουν. Ο Μακάριος ζήτησε να διατηρήσουν την αναγνώριση του ιδίου ως του εκλεγέντος προέδρου – ο Σαμψών είχε επιβληθεί από έξω. Ο Βρετανός Πρωθυπουργός εισηγήθηκε πως τα γεγονότα, μπορούσε ένας να πει, είχαν κάποια χαρακτηριστικά εισβολής. Ο Πρόεδρος Μακάριος συμφώνησε. Επίσης, ζητούσε και από άλλες κυβερνήσεις να ζητήσουν την αποχώρηση των Ελλήνων αξιωματικών, όπως έκανε η βρετανική κυβέρνηση. Στο Συμβούλιο Ασφαλείας θα κατηγορούσε την ελληνική χούντα με σκληρά λόγια και θα ζητούσε ψήφισμα που να καταδικάζει το πραξικόπημα, χαρακτηρίζοντάς το ως ξένη εισβολή.
Ο Πρωθυπουργός Harold Wilson ενημέρωσε τον Αρχιεπίσκοπο πως θα έβλεπε και τον Tούρκο Πρωθυπουργό το ίδιο βράδυ και ρώτησε πώς έβλεπε την Τουρκία να ενεργεί. Ο Μακάριος βασιζόταν πάνω στην Τουρκία, ότι το τουρκικό ενδιαφέρον ήταν να μη γίνει η Κύπρος μέρος της Ελλάδας, και ότι η Τουρκία θα επέμενε (και αυτή) στην αποχώρηση των Ελλήνων αξιωματικών και ότι δεν ήταν σίγουρος αν άρεσε στους Tούρκους, όμως πίστευε ότι τον προτιμούσαν από τον Σαμψών.
Α) Ούτε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, ούτε ο Harold Wilson συζήτησαν το πιο κρίσιμο σημείο, δηλαδή την τουρκική πρόθεση για εισβολή στην Κύπρο, ενώ αμφότεροι γνώριζαν τις προετοιμασίες. Β) Ένοχος και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, ο οποίος, όπως εξάγεται, ενδιαφερόταν περισσότερο να διατηρούσε την προσωπική του θέση και γόητρο, κατηγορώντας την Ελλάδα στα Ηνωμένα Έθνη ως δύναμη εισβολής, δίχως να κάνει την παραμικρή αναφορά στη ζωντανή πιθανότητα μιας σίγουρης τουρκικής εισβολής και των συνεπειών της, τουναντίον βασιζόταν σε βοήθεια από την Τουρκία (!). Ο Wilson στην ουσία έβαλε λόγια στο στόμα του Μακαρίου όταν είπε ότι η εξιστόρησή του είχε χαρακτηριστικά εισβολής, με τον Μακάριο να δεσμεύεται ότι θα κατηγορούσε την Ελλάδα…
Στην πρώτη συνάντηση με τον Πρωθυπουργό οι Βρετανοί τον δέσμευσαν να επιτεθεί της Ελλάδας στο Συμβούλιο Ασφαλείας ως εισβολέα. Στη δεύτερη, την ίδια μέρα στο Φόρεϊν Όφις με τον Βρετανό ΥΠΕΞ James Callaghan, τον δέσμευσαν ακόμα περισσότερο, εξασφαλίζοντας τη «συναίνεσή» του να δουλέψουν με τους Τούρκους (βλέπε εισβολή).
Λίγες ώρες αργότερα την ίδια μέρα (17 Ιουλίου), η βρετανική κυβέρνηση έδωσε το πράσινο φως στον Τούρκο Πρωθυπουργό να εισβάλει, φτάνει να μην ενοχλούσε τις Βάσεις…. και υποσχέθηκε στον Ετζεβίτ να μπλοκάρουν τους Έλληνες από το να στείλουν βοήθεια… Ο Ετζεβίτ τούς είχε μάλιστα εξηγήσει και μέχρι πού θα έφθανε η γραμμή εισβολής…
Ο Μακάριος πριν από την ομιλία του στο Συμβούλιο Ασφαλείας, στις 19 Ιουλίου, είδε τους Tούρκους
«Η τουρκική αντιπροσωπία στη Νέα Υόρκη κατ’ εντολήν Ετζεβίτ προσέγγισε τον Μακάριο πριν από την ομιλία του. Ο Μακάριος είχε πέσει στη θάλασσα και αναζητούσε σανίδα σωτηρίας. Έβλεπε την Τουρκία σαν δύναμη σωτηρίας. Έπρεπε λοιπόν να εκμεταλλευτούμε την αδυναμία του, πράγμα που έγινε. Ο Μακάριος ξεγελάστηκε. Χάρηκε πολύ για την πρωτοβουλία και διαβίβασε στην τουρκική κυβέρνηση τα αισθήματα ευγνωμοσύνης και υποχρέωσής του…» (Απομνημονεύματα Faruk Ahmet Barutcu, υπευθύνου για το Κυπριακό στο τουρκικό ΥΠΕΞ, «Σημερινή», 1993).
Η Βρετανία μπορούσε να σταματήσει την εισβολή αλλά…
Δύο χρόνια αργότερα, ο Βρετανός Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας James Callaghan ομολόγησε στη Μεικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή του βρετανικού Κοινοβουλίου, που εξέταζε τη στάση της Βρετανίας το 1974, τη συμπαιγνία και ότι συμφώνησαν στην τουρκική εισβολή για αλλαγή του στάτους κβο, αφού συμφωνούσαν με την τουρκική θέση ότι η συνταγματική τάξη είχε καταρρεύσει το 1964 και έπρεπε να αντικατασταθεί με νέα. Η Επιτροπή όμως στο πόρισμά της το 1976 κάλυψε τον Callaghan, τονίζοντας μόνο ότι «η βρετανική κυβέρνηση είχε και τις δυνάμεις και την υποχρέωση να σταματήσει την εισβολή αλλά δεν το έπραξε, για λόγους που αρνείται να εξηγήσει».
Οι τουρκικές απαιτήσεις προς Αμερικανούς
Αντίθετα με όσα συμφώνησε με τους Βρετανούς στις 17 Ιουλίου ο Ετζεβίτ, στον Αμερικανό πρέσβη στην Άγκυρα είχαν πει πως είχαν τρεις στόχους: Αποκατάσταση του Μακαρίου, ή διαδόχου του (βάσει των συμφωνιών του 1960), αποχώρηση των Ελλήνων αξιωματικών από την Εθνική Φρουρά, και δημιουργία ασφαλούς διαδρόμου προς τη θάλασσα για την τουρκική κοινότητα. Το τρίτο βέβαια σήμαινε εισβολή! Τις πραγματικές προθέσεις όμως σε λεπτομέρεια ο Ετζεβίτ εξήγησε στον Αμερικανό Joseph Sisco στις 18.7.1974, όταν ο τελευταίος έφθασε στο Λονδίνο. Αφού είχε ήδη συμφωνήσει τα πάντα με τους Βρετανούς. Ο Sisco βρήκε τις απαιτήσεις Ετζεβίτ για δύο αυτόνομες κυβερνήσεις, ακραίες…
Διαφωνία Κίσινγκερ – Βρετανών για εισβολή των Τούρκων
18 Ιουλίου 1974 – Ο Δρ Χένρι Κίσινγκερ διαφώνησε με τη βρετανική πολιτική να άφηναν τον Ετζεβίτ να εισβάλει και θεωρούσε τον Μακάριο «ανδρείκελο των Τούρκων», προφανώς γιατί είχε δώσει τη συγκατάθεσή του για τη συνεργασία Τουρκίας/Βρετανίας. Η διαφωνία θα δημοσιοποιείτο στους Financial Times, αλλά επενέβησαν δυνάμεις από αμφότερες πλευρές του Ατλαντικού και αποφεύχθηκε.
Ο Κίσινγκερ ζήτησε από τους Βρετανούς να βρουν μια λύση βάσει των Συμφωνιών του 1960 και θα την δεχόταν, ήταν εναντίον της αποχώρησης των Ελλήνων αξιωματικών εκείνη την περίοδο, γιατί θα δημιουργούσε επικίνδυνη αλλαγή στο ισοζύγιο δυνάμεων στην Κύπρο εις βάρος των Ελλήνων.
«Ρώτησα τι είδος συνταγματικής λύσης είχε υπόψη του. Ο Kissinger είπε ήταν της άποψης ότι εμείς μπορούσαμε να τροποποιήσουμε τα πράγματα με μιαν αποδεκτή εναλλακτική λύση που να αποκλείει τον Μακάριο και τον Σαμψών. Π.χ. με τον Κληρίδη. Αυτό θα σήμαινε ουσιαστικά οι Έλληνες να εγκαταλείψουν τον Σαμψών και εμείς (Βρετανοί) και οι Τούρκοι να εγκαταλείψουμε τον Μακάριο…Ο Kissinger αμφέβαλλε κατά πόσον οι Κύπριοι πραγματικά θα δεχόντουσαν πίσω τον Μακάριο υπό τις παρούσες συνθήκες, ως ένα ανδρείκελο των Τούρκων (guise of a Turkish stooge)…Ο Kissinger εμφανώς ανησυχούσε, ότι ίσως να δεσμευόμαστε πέραν το δέον, χωρίς να μπορούμε να υπολογίζουμε τις πιο μακροπρόθεσμες συνέπειες. Μου ζήτησε να σας μεταφέρω αμέσως αυτές τις απόψεις , τονίζοντας τη βαθιά του ανησυχία…», έγραψε ο James Callaghan ενημερώνοντας τον Πρωθυπουργό Harold Wilson που βρισκόταν στο Παρίσι.
Αμφιβολίες Κissinger για την οπτική Μακαρίου σε ενδεχόμενη τουρκική εισβολή
Ο Kissinger ενδιαφερόταν για την αντικατάσταση του Μακαρίου λόγω των προ-σοβιετικών σχέσεών του για να μην έβαζε πόδι η Μόσχα στην Κύπρο. Αλλά δεν ήταν υπέρ μιας τουρκικής εισβολής όπως μαρτυρούν τα αποδεσμευμένα βρετανικά έγγραφα. Ο Kissinger σκιαγραφούσε τον Μακάριο ως να μην τον ενοχλούσε η τουρκική ενέργεια όταν είπε ότι «αμφέβαλλε αν οι Κύπριοι θα τον δεχόντουσαν πίσω κάτω από τις υφιστάμενες καταστάσεις, ως ένα ανδρείκελο των Τούρκων…». Στην ομιλία του στις 19 Ιουλίου 1974, από το Συμβούλιο Ασφαλείας, ο Μακάριος έκανε ό,τι υποσχέθηκε στον Βρετανό Πρωθυπουργό, κατηγόρησε την Ελλάδα 7 φορές ως να έκανε εισβολή, ότι θεωρούσε «τον κίνδυνο από την Τουρκία λιγότερο από εκείνο από την Ελλάδα» (όπως είχε ήδη πει στο James Callaghan και άλλους Βρετανούς αξιωματούχους στις 17.7.1974) και ότι κινδύνευαν και οι Τουρκοκύπριοι, όχι μόνο οι Ελληνοκύπριοι, δίδοντας ελαφρυντικά και σπρώξιμο της Τουρκίας να επέμβει. Ενώ τόσο ο Βρετανός ΄Υπ. Αρμοστής στη Λευκωσία και ο Τουρκοκύπριος Ο. Ορέκ (Υπουργός Άμυνας) όσο και ο Αμερικανός Joseph Sisco διέψευσαν τέτοιους ισχυρισμούς.
Εξ ου και το ψήφισμα 353 της 20ής Ιουλίου 1974 δεν αναφέρεται καν σε τουρκική εισβολή, ή σε τουρκικά στρατεύματα, γράφτηκε με τη γνωστή βρετανική εποικοδομητική ασάφεια, βάση των κατηγοριών Μακαρίου εναντίον της Ελλάδας…
19 Ιουλίου 1974 – Διαφωνία με Δρα Kissinger
Την επομένη, 19 Ιουλίου, ο σύμβουλος του Βρετανού Πρωθυπουργού, λόρδος Bridges, έγραψε «…Υπήρξαν ορισμένες μικρές διαφωνίες μεταξύ μας και των Αμερικανών… Εκείνο που ο Δρ Kissinger δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται σήμερα είναι ότι το πραξικόπημα στην Κύπρο αφαίρεσε την όποια σταθερότητα είχε παραμείνει από τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου. Εκείνη η σταθερότητα υπήρξε αρκετά εύθραυστη τα τελευταία δέκα χρόνια. Το βασικό ερώτημα τώρα είναι: Μπορούμε να μπαλώσουμε τις παλαιές συνθήκες; ΄Η πρέπει τώρα να προχωρήσουμε σε νέες διευθετήσεις; Αν ναι, ποιοι θα είναι οι συμμετέχοντες και οι εγγυητές των επόμενων συνθηκών;
»Μου φαίνεται ότι, απ’ ό,τι άκουσα για τις απόψεις του τις τελευταίες μέρες, ο Δρ Kissinger ίσως να βλέπει επιφανειακά την κατάσταση. Αν θέλει να μπαλώσει (να περάσει επιδέσμους είναι η μετάφραση στην κυριολεξία) τις σημερινές συνθήκες, θα πρέπει να ενεργήσει πολύ πιο δυναμικά προς τους Έλληνες απ’ ό,τι έκανε μέχρι τώρα. Το γεγονός είναι ότι τώρα υπάρχει μια νέα κύρια πηγή αστάθειας, και η προσφορά πρώτων βοηθειών σύντομα θα καταστεί αδύνατη…»
Να κατορθώσουν τον στόχο εντός 48 ωρών – Προετοιμασίες για υποδοχή προσφύγων
Έκθεση του Φόρεϊν Όφις 19 Ιουλίου έγραφε: «… Μια τουρκική εισβολή μπορεί να κατορθώσει σημαντικά τους στόχους της εντός 48 ωρών…Το Αρχηγείο Βρετανικών Δυνάμεων Μέσης Ανατολής ετοιμάζει τα σχέδια για την υποδοχή προσφύγων…».
Εξάλλου η απόφασή τους να μην επέμβουν σε περίπτωση τουρκικής εισβολής είχε παρθεί από το 1963 και 1972, ενώ εφαρμόστηκε το 1974. Όπως και τα σχέδια υποδοχής προσφύγων στις Βάσεις ετοιμάστηκαν από το 1964…
Οι πρώτοι δηλώσαντες για το 1/3 του νησιού
Συμπληρωματικά, έγγραφο από το Εθνικό Αρχείο Αυστραλίας φανερώνει και ποιοι υποστήριζαν να έπαιρνε η Τουρκία το 1/3 του νησιού. Αναφορά από την Υπάτη Αρμοστεία της Αυστραλίας στο Λονδίνο, 21.7.74, προς τον Αυστραλιανό Υπ. Εξωτερικών: «Υψηλόβαθμος αξιωματούχος του FCO (Φόρεϊν Όφις) είπε ότι η Βρετανία μυστικά δεν θα είχε αντίρρηση αν τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις κατελάμβαναν περίπου το 1/3 του νησιού πριν συμφωνήσουν σε κατάπαυση του πυρός (παρακαλώ προστατεύστε). Η θέση αυτή θα έπρεπε να επιτευχθεί μέχρι της 21/07. για να μην τεθούν περαιτέρω εν κινδύνω οι πιθανότητες ειρήνευσης».
Οι πρώτοι λοιπόν που δεν είχαν ένσταση να καταλάβουν οι Τούρκοι το 1/3 του νησιού (όπως είχαν συμφωνήσει με τον Ετζεβίτ το βράδυ της 17ης Ιουλίου στην πρωθυπουργική κατοικία στο Λονδίνο), δεν ήταν ο Δρ Κίσινγκερ (συνομιλώντας στις 13 Αυγούστου 1974 με τον Αμερικανό Πρόεδρο Φορντ) αλλά το Φόρεϊν Όφις…
Τουρκική εισβολή με βόμβες «Ναπάλμ» (NAPALM) από τις 20 Ιουλίου 1974
Οι Τούρκοι εισέβαλαν την αυγή του Σαββάτου, 20 Ιουλίου 1974. Επικέντρωσαν την επίθεσή τους στο βόρειο μέρος της Κύπρου, τουρκικές αμφίβιες δυνάμεις αποβιβάστηκαν στο Πέντε Μίλι της Κερύνειας και αλεξιπτωτιστές στη Λευκωσία. Βομβαρδισμοί της τουρκικής αεροπορίας έσπερναν τον θάνατο και παρόλο που είχε συμφωνηθεί εκεχειρία για τις 22 Ιουλίου, οι μάχες και οι βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν με πέραν των 110 αεροπορικών επιθέσεων των τουρκικών αεροπλάνων μεταφέροντας και περισσότερα πολεμοφόδια, χρησιμοποιώντας τις απαγορευμένες βόμβες «Ναπάλμ» από την πρώτη μέρα της πρώτης εισβολής… (Από βρετανικές εκθέσεις που κατέγραφαν τα πάντα.).
Από εκθέσεις του ΟΗΕ
«The National Guard garrison at Bellapais was attacked by aircraft and napalm was reported to have been used. … In the Famagusta, district., there were reports of sporadic small-arms fire throughout the distract and of National Guard artillery fire on the old city and of Turkish aircraft bombing Famagusta, with the use of napalm reported.’ (Source: Report of the UN Secretary-General, S/11353, 21 July 1974).
«Αεροπλάνα με βόμβες ‘ναπάλμ’ επιτέθηκαν στην Εθνική Φρουρά στο Μπέλλα Παΐς… Στην περιοχή Αμμοχώστου… υπήρχαν αναφορές σποραδικών πυροβολισμών και εκείνων του πυροβολικού της Εθνικής Φρουράς στην παλαιά πόλη και αεροπορικών βομβαρδισμών της τουρκικής αεροπορίας με τη χρήση βομβών ‘ναπάλμ’» (Πηγή: Έκθεση του ΓΓ του ΟΗΕ S/11353, 21 July 1974 – Αρχείο Ηνωμένων Εθνών).
Αφού τα έκανε θάλασσα με τους Βρετανούς, ο Μακάριος από τις 22 Ιουλίου 1974 έτρεχε να βρει υποστήριξη και σωσίβιο από τον Δρα Χένρι Κίσινγκερ…
Τέλος Α΄ μέρους