ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΑΞΙΩΤΗΣ – Ο ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΤΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ
Του Θανάση Μουσόπουλου
Πολλές φορές δυσκολεύομαι να αρχίσω ένα κείμενο. Όταν όμως γίνει η αρχή, ο τίτλος για παράδειγμα, λύνεται το πρόβλημα. Ασχολούμενος αυτό το διάστημα με τους λογοτέχνες της περιοχής Ανατολικής Μακεδονίας – στα πλαίσια του προσδιορισμού της περιφερειακής συνείδησης – κοντά στους λογοτέχνες της Θράκης, μιλώ για πολλούς δημιουργούς που γνωρίζω εδώ και δεκαετίες, μ’ άλλα λόγια ξεκινήσαμε την πορεία μας περίπου μαζί.
Ο Διαμαντής Αξιώτης έχει δύο βασικά χαρακτηριστικά: έμεινε στην πατρίδα του την Καβάλα το πρώτο και το δεύτερο – εκτός από την πολυποίκιλη προσωπική του δημιουργία – δουλεύει μεθοδικά και συστηματικά για την προβολή όλων των δημιουργών της περιοχής.
Στο αμέσως προηγούμενο διάστημα παρουσίασα δύο παλιότερους τόμους «Καβαλιώτες Ποιητές» (1983) και «Καβαλιώτες Πεζογράφοι» (1985) που είναι εκδόσεις της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Καβάλας. Ανθολόγος και επιμελητής τους ο Διαμαντής Αξιώτης. Στα άρθρα μου για τους δύο αυτούς τόμους σημείωνα: «Ο Διαμαντής Αξιώτης έπαιξε σημαντικό ρόλο στα λογοτεχνικά πράγματα της Καβάλας. Πλούσιο το ως τώρα έργο του: Ποιητικές συλλογές, Ανθολογίες, Θεατρικά Αναλόγια, Πεζά, συμμετοχή σε συλλογικά έργα, δημοσιεύματα σε εφημερίδες και περιοδικά».
Λίγα εισαγωγικά στοιχεία για τη ζωή και το έργο του Αξιώτη θα παρουσιάσουμε στο σημερινό κείμενο, επιχειρώντας να αποτυπώσουμε το πολύπλευρο σχήμα του.
Ο Διαμαντής Αξιώτης γεννήθηκε στην Καβάλα στις 6 Ιανουαρίου 1942. Οι γονείς του κατάγονταν από το χωριό Στέρνα της Ανατολικής Θράκης. Στην Μακεδονία ήρθαν ως πρόσφυγες το 1922, όπου και παρέμειναν μονίμως. Ξεκίνησε οικονομικές και πολιτικές σπουδές στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, που όμως διέκοψε. Με τη συγγραφή ασχολήθηκε στην αρχή ως πάρεργο και λίγο αργότερα επαγγελματικά.
Το 2003 εξέδωσε την «Ανθολογία Καβάλα, μια πόλη στη λογοτεχνία», ένας τόμος στις σελίδες του οποίου συναντώνται κείμενα που αφορούν στην πόλη, από την εποχή των πρώτων ονομασιών και περιηγήσεών της μέχρι τις μέρες μας. Εξέδωσε ποιητικές συλλογές, συλλογές διηγημάτων, ανθολογίες ποίησης και πεζογραφίας καθώς και μυθιστορήματα. Υπήρξε μέλος του συμβουλίου του Συνδέσμου Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών, της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Καβάλας, καθώς και υπεύθυνος των λογοτεχνικών περιοδικών Σκαπτή Ύλη και Υπόστεγο επί σειρά ετών. Έχει συνεργαστεί με την Ελληνική Ραδιοφωνία και είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Ποιήματα και πεζά του έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά, εφημερίδες και ανθολογίες. Έργα του έχουν μεταφραστεί στην αγγλική και γερμανική γλώσσα.
Από την πλούσια εργογραφία του αναφέρουμε τις ποιητικές συλλογές και τα πεζά του, παραλείποντας Ανθολογίες, Θεατρικά Αναλόγια, Συμμετοχές σε συλλογικά έργα, Επιμέλειες εκδόσεων.
Ποιητικές συλλογές: Ιχώρ (Καβάλα 1966) – Ποσοστό ευθύνης (Καβάλα 1974) – Διαμπερές (εκδ. «Σκαπτή Ύλη», Θεσσαλονίκη 1976) – Ύπνος μεσημβρίας (εκδ. ΑΣΕ, Θεσσαλονίκη 1985)
Πεζά : 1990 Το μισό των Κενταύρων (διηγήματα, εκδ. «Παρατηρητής») – 1994 Ξόβεργα με μέλι (διηγήματα, εκδ. Τραμ – 2η εκδ. Νεφέλη) – 1999 Το ελάχιστον της ζωής του (μυθιστόρημα, εκδ. «Κέδρος» – 2002 Πλωτές γυναίκες (μυθιστόρημα, εκδ. Κέδρος – Υποψήφιο για το βραβείο Balkanika 2003) – 2004 Μοιρασμένα χιλιόμετρα (μυθιστόρημα, εκδ. «Κέδρος») – 2010 λάθος λύκο (μυθιστόρημα, εκδ. «Κέδρος») – 2016 Με χίλιους τρόμους γενναίος (διηγήματα, εκδ. «Κίχλη») – 2016 Το μισό των Κενταύρων (διηγήματα, εκδ. «Επίκεντρο») – 2017 Πλωτές γυναίκες (μυθιστόρημα, εκδ. «Κάπα εκδοτική»).
*
Πριν από μια δεκαετία περίπου σε συνέντευξη στον Τάσο Αγγελίδη Γκέντζο, που επίσης κατάγεται από την Καβάλα, ο Διαμαντής λέγει:
“Κάποτε αγαπούσα τόσο πολύ αυτή την πόλη / που σκανδαλωδώς δήλωνα / “αθεράπευτα ερωτευμένος” μαζί της.
Αυτή η αίσθηση, εδώ και αρκετά / χρόνια, έχει ανατραπεί.
Δυστυχώς για μένα και για ‘κείνη. / Όσο περνούν τα χρόνια τη βλέπω / άσχημη και στείρα. Δεν λυπάμαι / τόσο για μένα, όσο για τους νέους / που παραμένουν εδώ, / αναγκασμένοι να υποστούν / την αδιαφορία και βαρβαρότητα / των εκάστοτε αρχόντων που την / κατάντησαν έτσι. Παρ’ όλα αυτά, / δεν έχω φτάσει στο σημείο να την / εγκαταλείψω. Ανήκω στην
κατηγορία των ανθρώπων / που επιμένουν να ελπίζουν. Εσαεί”.
Στην ερώτηση: Έχετε ένα πλούσιο συγγραφικό έργο και πολλές δραστηριότητες. Ποιά από όλες ήταν η σημαντικότερη για την πνευματική σας ωρίμανση;
Ο Διαμαντής ομολογεί: «Τέσσερις ποιητικές συλλογές, δύο συλλογές διηγημάτων, τέσσερις ανθολογίες ποίησης και πεζογραφίας, τέσσερα μυθιστορήματα. Η νέα συλλογή διηγημάτων μου βρίσκεται καθ’ οδόν, με προγραμματισμό κυκλοφορίας την Άνοιξη του ’13. Περισσότερο όμως αυτών, έχω την αίσθηση πως όσον αφορά τη συγγραφική μου ωρίμανση σπουδαίο ρόλο έπαιξαν – εκτός των επίμονων αναγνώσεων και των ερευνών κατά περίπτωση- η θητεία μου στον Σύνδεσμο Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών: υπεύθυνος των περιοδικών λόγου και τέχνης ΣΚΑΠΤΗ ΥΛΗ και ΥΠΟΣΤΕΓΟ. Δημοτική Βιβλιοθήκη Καβάλας: υπεύθυνος εκδόσεων Ανθολογιών και Ημερολογίων. Αέναη η προσφορά στην πόλη, μέσα από αμφίδρομη έλξη. Τότε».
Σε μια άλλη ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη για τα έργα του λέγει:
«Αν τολμήσω να απαντήσω στο τι είναι αυτό που με κάνει να γράφω, θα πω: αφού, στην εποχή της ταπείνωσης την οποία ζούμε, δεν τολμώ να αυτοπυρποληθώ στην κεντρική πλατεία της πόλης μου, δεν διαθέτω τη δύναμη να φυτέψω μία σφαίρα στον κρόταφό μου, και η υψοφοβία μου δεν ευνοεί τη ρίψη από τον έκτο όροφο της πολυκατοικίας όπου μένω, εμπνέομαι και γράφω».
Ένα ακόμη σημείο είναι χαρακτηριστικό. Στην ερώτηση: «Μένετε στην επαρχία. Νομίζετε ότι το έργο των συγγραφέων που μένουν στην περιφέρεια έχει ευρύτερη προβολή και αποδοχή από ό,τι αν έμεναν στα μεγάλα αστικά κέντρα;» Απαντά ο Διαμαντής:
«Στα πρώτα μου βήματα πίστευα πως τα συγγραφικά-εκδοτικά θαύματα συντελούνται στο κέντρο. Εκεί οι εκδοτικοί οίκοι, οι ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις, οι δοξασμένοι ποιητές και πεζογράφοι, η συνάφεια, η λάμψη, η δόξα. Με την πάροδο του χρόνου και την εξ αποστάσεως πάντα επαφή μου με όλα αυτά, έχασαν το χρώμα τους, χλόμιασαν και εξαερώθηκαν. Αποδείχθηκε επίπλαστη η λάμψη, η δόξα τους με δεκανίκια. Εκτός του ότι, σήμερα πια, η απόσταση με προστατεύει. Με καθιστά ακίνδυνο».
*
Θα επιχειρήσω να προσεγγίσω στη συνέχεια το μυθιστόρημα «Πλωτές γυναίκες», ένα κείμενο που με συγκίνησε ιδιαίτερα. Είναι από τα γνωστότερα έργα του. Διαβάζουμε σχετικά στο οπισθόφυλλο του βιβλίου:
«Όμορφες, αγέρωχες, σχεδόν βασιλικές, σχεδιάζουν ένα κοσμοπολίτικο μέλλον με το βλέμμα στραμμένο προς το αμφιβόλου αίγλης παρελθόν τους. Παραμένουν ακίνητες ανάμεσα στην πικρή μυρωδιά της επεξεργασίας του καπνού που σκεπάζει τις βακχικές γιορτές εξαίσιων γυναικών και ισχυρών αρχόντων ενός τόπου που ακμάζει πλωτός και φωτεινός. Σπαταλούν αλόγιστα τον χρόνο, μέχρις ότου η ζωή τους τμηθεί από το απρόοπτο· εκείνη τη στροφή που επιφυλάσσει η μοίρα ή σκηνοθετεί η απόγνωση».
Για το συναρπαστικό αυτό βιβλίο δύο λειτουργοί του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης καταθέτουν τις θέσεις τους. Ο Σπύρος Κιοσσές, φιλόλογος, ΕΔΙΠ του ΤΕΦ παρατηρεί:
«Μέσα από το αφηγηματικό καλειδοσκόπιο του Αξιώτη ζωντανεύει μια ολόκληρη εποχή, αλλά και μια πόλη, η πόλη της Καβάλας, μια πόλη στη λογοτεχνία, μια πόλη λογοτεχνική, από πολλές απόψεις. Στις σελίδες του βιβλίου του Αξιώτη ξεπετάγονται με απίστευτη ενάργεια δρόμοι της Καβάλας, κτήρια, φυσικό και αστικό τοπίο και ταυτόχρονα όλη η πνευματική και πολιτισμική περιρρέουσα ατμόσφαιρα, η πολιτική, κοινωνική και κοσμική ζωή του τόπου. Κάποια από τα πολιτικά και πολιτισμικά διακείμενα αναφέρονται ρητά και κάποια υπόρρητα».
Η Ζωή Γαβριηλίδου, καθηγήτρια γλωσσολογίας και αντιπρύτανης του ΔΠΘ, από την Καβάλα και η ίδια, εξομολογείται:
«Έχω ακόμη στη μύτη τη μυρωδιά του καπνού που ανέδιδαν οι καπναποθήκες του Άι-Γιάννη, στην Καβάλα, δίπλα στο σχολείο μου ή εκείνες στην οδό Δαγκλή από όπου περνούσα κάθε τόσο πιασμένη χέρι χέρι με τη μαμά μου για να κατεβώ στην αγορά. Οσμή ανεξίτηλη! Αυτή τη μυρωδιά ανακάλεσε στη μνήμη μου το βιβλίο του Διαμαντή Αξιώτη «Πλωτές γυναίκες». Γιατί αυτή τη μυρωδιά χαραγμένη στη μνήμη έχει και ο ίδιος ο Αξιώτης ως παιδί καπνεργατών. Τον Διαμαντή Αξιώτη τον ξέρω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Ήταν οικογενειακός μας φίλος. «Ο κ. Διαμαντής είναι συγγραφέας μου είχε πει η μαμά μου». Για μένα ήταν κάτι φοβερό αυτό! Συγγραφέας! Για την ακρίβεια ο κ. Διαμαντής ήταν ο πρώτος συγγραφέας με σάρκα και οστά που γνώριζα στη ζωή μου. Και ένιωθα πολύ περήφανη. Πείστηκα ότι όντως ήταν συγγραφέας, όταν διάβασα σε ένα τεύχος της «Σκαπτής Ύλης», την «Άννα του Κλήδονα»! Με μάγεψε».
Όσον αφορά τις «Πλωτές γυναίκες» σημειώνει: «Το μυθιστόρημα εκτείνεται σε εβδομήντα πέντε χρόνια ακριβώς: 1900-1975. Σ’ αυτό διαγράφεται η μικροϊστορία της Καβάλας ως κομμάτι της μακροϊστορίας της Ελλάδας αυτής της περιόδου, παράλληλα δεμένη με το καπνικό ζήτημα το οποίο αποτελεί τον βασικό καμβά του βιβλίου. Ο Αξιώτης αντλεί από την ιστορία: το σκηνικό, μια υπέροχη κοσμοπολίτικη πολύγλωσση πόλη, την Καβάλα, με τα νεοκλασικά της κτίρια και τις καπναποθήκες, σταυροδρόμι πολιτισμών, τα πρόσωπα, (ο δήμαρχος Ιορδάνου, ο Αδόλφος Βιξ, η οικογένεια Γρηγοριάδη, ο Βενιζέλος,), η αστική τάξη, οι καπνέμποροι, οι καπνεργάτες, οι πρόσφυγες και γεγονότα (η άφιξη των προσφύγων, η μεγάλη απεργία των καπνεργατών, το περιστατικό με την ντίβα Ζωζώ Σαπουντζάκη με τις ζουμερές λεπτομέρειες, ο πρώτος κομουνιστής δήμαρχος, Παρτσαλίδης). Μεταχειρίζεται όμως με τέτοιο τρόπο τα ιστορικά γεγονότα και ζητήματα, ώστε αφενός να έχουν ζωτική σημασία για τους κεντρικούς χαρακτήρες (τον Κωνσταντίνο Δούκα, την Πλουσία, την Ιουλία, που δεν είναι υπαρκτά πρόσωπα) αλλά και για την αφήγηση, αφετέρου να αφήνουν όλες τις απαραίτητες ρωγμές για την είσοδο της λογοτεχνίας. Και αυτό είναι το ενδιαφέρον».
*
Η καθηγήτρια Ζωή Γαβριηλίδου ανέφερε το διήγημα «Η Άννα του Κλήδονα» που τη μάγεψε. Το διήγημα αυτό περιλαμβάνεται στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Β΄Γυμνασίου. Με αυτό το κείμενο θα κλείσουμε αυτή την πρώτη προσέγγισή μου στο πολύπλευρο έργο του Διαμαντή Αξιώτη. Διαβάζουμε στο σχολικό εγχειρίδιο:
Το παρακάτω απόσπασμα από το διήγημα «Η Άννα του Κλήδονα» ανήκει στη συλλογή διηγημάτων του Αξιώτη Ξόβεργα με μέλι (1994). O συγγραφέας ανακαλεί στη μνήμη του μακρινά συμβάντα της παιδικής του ηλικίας από την Καβάλα των μεταπολεμικών χρόνων και τις συνήθειες των κατοίκων της, κυρίως Μικρασιατών προσφύγων. Μέσα από το πλήθος των κατοίκων επιλέγει τη νεαρή, «αλαφροΐσκιωτη» Άννα. Η Άννα, όπως όλα τα κορίτσια της εποχής της, ονειρεύεται διαρκώς το γάμο της, πιστεύει λοιπόν κάθε λαϊκή δοξασία και έθιμο που συνδέεται με την ελπίδα εξεύρεσης κάποιου γαμπρού. Με αφορμή τη γιορτή του Κλήδονα, τα γειτονόπουλα την εξαπατούν, κάνοντάς της ένα αθώο αστείο, το οποίο έχει όμως δραματική κατάληξη.
Και ένα απόσπασμα από το διήγημα:
«Είκοσι τρεις Ιουνίου λοιπόν, παραμονή του Αϊ-Γιαννιού και τότε. Ανάψαμε κι εμείς στο δρόμο μας τρεις φωτιές που οι φλόγες τους πήγαν ν’ αγκαλιάσουν τη γειτονιά, ανάμεσα σε γέλια, ξεφωνητά και καβγάδες, φυσικά και τις πηδήξαμε πολλές και πολλές φορές, ίσια και σταυρωτά, και λαχανιάσαμε και ιδρώσαμε, καπνιστήκαμε και τσουρουφλιστήκαμε στο άτσαλο τρεχαλητό μας. Κι αφού καταλάγιασαν τα όμορφα τραγούδια, τα γεμάτα έρωτα και πόθο, προσμονή κι ελπίδα για νύφες και νεράιδες, ομορφονιούς και καβαλάρηδες, τα κορίτσια του δρόμου μας μάζεψαν λίγη απ’ τη ζεστή ακόμα στάχτη της φωτιάς στα πιάτα τους, για να τα βάλουν πάνω στα κεραμίδια των σπιτιών τους, να τη δούνε τ’ άστρα της εξαίσιας αυτής νύχτας και να κατεβούνε οι Μοίρες να τη μοιράνουνε για να πάρει μαντική και τελεσματική δύναμη και να σχηματίσει στην επιφάνειά της όνομα αρσενικό ή να φανερώσει σημάδι από επάγγελμα αντρικό. Να ξέρουν, δηλαδή, τι να περιμένουν στα κρυφά και χνοτιασμένα τους όνειρα ή στα καλέσματα και τα προξενιά που θα έρχονταν. Μάζεψε κι η Άννα πυρωμένη στάχτη σ’ ένα μεγάλο σινί, το σταύρωσε, το έφτυσε τρις κι αφού το ‘στρωσε στα κεραμίδια του σπιτιού της, αποτραβήχτηκε στην κουρασμένη προσμονή της, σίγουρη κι αυτή τη φορά για το αίσιον αποτέλεσμα».
* Χαίρομαι που στη γειτονιά μας ζουν τόσο σημαντικοί δημιουργοί του λόγου. Ελπίζω ότι θα μπορέσω να προσεγγίσω το έργο τους. Ο Διαμαντής Αξιώτης έξοχος της περιφέρειάς μας εκπρόσωπος.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΞΑΝΘΗ, ΑΡΧΗ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2021