Πολιτισμός

Ο Κώστας Βάρναλης μιλά για τον Ευριπίδη και τα έργα του

Αφιέρωμα στα 50 χρόνια από τον θάνατό του Κώστα Βάρναλη (1884 - 1974)

Του Θανάση Μουσόπουλου

    Όσα κείμενα του Κώστα Βάρναλη αναφέρονται σε έργα τέχνης, εκτός του ότι προσεγγίζουν την αισθητική προσφέρουν και πληροφορίες ιστορικής, θα λέγαμε, αξίας.

  Όπως και σε άλλα δημοσιεύματά μας σημειώσαμε, μιλώντας ο Βάρναλης για το αισθητικό φαινόμενο γενι­κά ή μέσα από τις συγκεκριμένες δημιουργίες (αρχαίες και νέες),  κάνοντας αναγωγές σε γενικές διαπιστώσεις και αι­σθητικούς κανόνες, αποδείχτηκε και στο χώρο της αισθητι­κής και της κριτικής ένας καινοτόμος και πρωτοπόρος.

   Θεωρεί ότι η τέχνη είναι μια αυτόνομη κοινωνική λειτουργία, παράλληλη και όχι επάλληλη με τις άλλες (ηθι­κή, πολιτική, θρησκεία κλπ.) για να τις υπηρετεί. Τρεις, νομίζω, είναι οι άξονες της αισθητικής άποψής του: «Η τέχνη είναι αυτόνομη, μορφή και περιεχόμενο είναι αδιαίρετο σύνολο, για την τέχνη απαιτείται και έμπνευση και λογική ενέργεια». Σε άλλο κείμενό του υποστηρίζει: «Η κοινωνία μορφώνει την τέχνη της. Αυτό είναι το αξίωμα. Όμως και η Τέχνη με τη σειρά της μορφώνει την κοινωνία».

*

  Μετά τις αναφορές μας σε κείμενα του Κώστα Βάρναλη που σχετίζονται με τους κλασικούς Αισχύλο και Σοφοκλή, σειρά έχει η προσέγγισή του στον δραματουργό Ευριπίδη (485 – 406 π.Χ.) «τον πιο μοντέρνο από τους αρχαίους τραγικούς», όπως λέγει.

  Στα «Φιλολογικά Απομνημονεύματα», εκδ. Κέδρος, 1980, στο κεφάλαιο «Η Φιλολογική Μποέμ της Δεξαμενής» (σελ. 81) αναφέρεται στον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο και στη “Νέα Σκηνή”. Στις Σημειώσεις του τόμου (σελ. 159) πληροφορούμαστε ότι το 1901 η Νέα Σκηνή παρουσίασε στη δημοτική γλώσσα την «Άλκηστη» του Ευριπίδη [δημοσίευμα του 1935].

  Στο βιβλίο «Άνθρωποι – Ζωντανοί – Αληθινοί» εκδ. Κέδρος, 1980,  επίσης αναφερόμενος στον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο, σε δημοσίευμα του 1937,  σημειώνει ότι «Η ίδρυση της “Νέας Σκηνής” αποτελεί ένα πραγματικό άθλο στα χρόνια εκείνα, μια ηρωική πράξη με ανυπολόγιστα αποτελέσματα» (σελ. 50) . Η Ίδρυση πραγματοποιήθηκε στο Αρχαίο Θέατρο του Διονύσου, στις  27 Φεβρουαρίου 1901 και τονίζει ότι ο Κ. Χρηστομάνος  «Στάθηκε ειλικρινά ο μεγάλος ιεροφάντης της Τέχνης».

  Είναι, νομίζω, πολύ σημαντική η αναφορά στον Ευριπίδη στις αρχές του 20ου αιώνα, από τις πρώτες παραστάσεις έργων του στο ελληνικό κοινό, και μάλιστα στη νεοελληνική.

 Ο Κώστας Βάρναλης σε δύο κείμενά του αναφέρεται στον Ευριπίδη, το πρώτο του 1942  και το άλλο του 1943.

1.

«Σοφία, Αρμονία, Αρετή», περιέχεται στον τόμο χρονογραφημάτων «Φιλολογικά», επιμέλεια Ν. Σαραντάκου, 2023, σελ. 149 – 150

  Το χρονογράφημα αυτό συνδέεται με την πρεμιέρα της «Μήδειας» του Ευριπίδη (25 Σεπτεμβρίου 1942) σε μετάφραση Παναγή Λεκατσά.

«Ξυπνήσανε και πάλι οι αντίλαλοι του Ιερού Βράχου από τ’ αθάνατα λόγια του μεγάλου τραγικού. Και ξανάρθανε και πάλι στη χώρα της σοφίας, της αρμονίας και της αρετής (όπως ο ίδιος ο ποιητής λέγει) τα τρία αυτά ακρότατα αγαθά του ανθρώπου».

  Σημειώνει ο Βάρναλης, κάτι που τονίζει συχνά, «για το λαό γράφανε οι δραματουργοί και για το λαό ξοδεύανε κι η πολιτεία κι οι χορηγοί».

  Αναφερόμενος στη Μήδεια  τονίζει ότι είναι «ένα από τα αριστουργήματα του ποιητού. Το πιο μοντέρνο απ’ όλα – το πρώτο ίσως ρομαντικό δράμα της αρχαιότητος. Κι όμως γι’ αυτό δεν παύει να είναι έργο λαϊκό. Το περίεργο είναι πως ο Ευριπίδης θεωρείται μισογύνης. Κι ωστόσο κανένας άλλος δεν ύμνησε τόσο τη γυναικεία αρετή κι αυτοθυσία κι ευγένεια όσον αυτός (Άλκηστις, Ιφιγένεια, Μακαρία, Πολυξένη, Εκάβη κλπ.»

  Και καταλήγει: «Ο Ευριπίδης ήτανε απλώς, όπως μας τον περιγράφουν οι αρχαίοι, άνθρωπος σκυθρωπός. Κι από μέσα από τη συννεφιασμένη ψυχή του έβγαλε το φως της Σοφίας, της Αρμονίας και της Αρετής, όπως το είδαμε να γεμίζει το Κοίλον του αρχαίου Θεάτρου».

2.

«Ο “πτωχοποιός” Ευριπίδης», περιέχεται  στα «Αισθητικά – Κριτικά», τ. Β΄, σελ. 55 – 57

  Αφορμή του κειμένου έδωσε η παράσταση της Εκάβης στο Εθνικό Θέατρο. Πρωτοδημοσιεύθηκε ως χρονογράφημα στην εφημερίδα Πρωία το 1943 και στη συνέχεια (το 1957 – 1958)  περιλήφθηκε στο δίτομο έργο «Αισθητικά – Κριτικά» είναι γενικότερο και, θα τολμούσα να πω, φιλοσοφικό/ θεωρητικό. Ξεκινά από τον Νίτσε και τον Σωκράτη.

  Θα αναφερθούμε στον Νίτσε, πριν δώσουμε τον λόγο στον Βάρναλη.

  Είναι γνωστό ότι ο Νίτσε σε ηλικία είκοσι έξι ετών, στις 2 Ιανουαρίου 1872, ο Φρίντριχ Νίτσε εκδίδει το πρώτο του βιβλίο, τη «Γέννηση της τραγωδίας από το πνεύμα της μουσικής». Το έργο αυτό επηρέασε καθοριστικά τις αισθητικές αντιλήψεις από την εποχή της μέχρι σήμερα. Μέσα από την τραγωδία ο άνθρωπος κατανοεί την τραγικότητα της ύπαρξης. Ο Διονυσιασμός και το Απολλώνιο πνεύμα στην αντίθεσή τους είναι η βάση της αρχαίας τραγωδίας. Βάση του ελληνικού πολιτισμού είναι η δυϊκότητα του Απολλώνιου και του Διονυσιακού.

  Στο κείμενο αυτό για τον «πτωχοποιό» Ευριπίδη ο Βάρναλης ξεκινά από τα «βαθιά»:

«Όταν, λέει ο Νίτσε, θεατής του αρχαίου δράματος έγινε ο Σωκράτης, δηλαδή το ρασιοναλιστικό (= ορθολογικό) πνεύμα, που αναλύει τα ψυχικά γεγονότα και τις ηθικές αξίες, το δράμα έχασε τη διονυσιακή του, την υπέρλογην ουσία του. Κ’  έγινε κι αυτό ρασιοναλιστικό.  Και ιδού ο Ευριπίδης, ο κορυφαίος εκπρόσωπος αυτού του ξεπεσμού!

  Αιώνες αιώνων, από τότε που ο Αριστοφάνης πρώτος τα έβαλε με το μεγάλο τραγικό, συνεχίζεται αυτή η συκοφαντία.  Κι όμως,  εξόν από την κάποια φιλοσοφική θεώρηση των ανθρωπίνων, που διατυπώνεται σ’ επιγραμματικούς στίχους, αξέχαστους για τη συμπυκνωμένη τους ουσία, ο Ευριπίδης ετόνωσε στη δραματική Τέχνη το πιο υπέρλογο στοιχείο: το Πάθος, και το πιο δυνατό πάθος, τον Έρωτα».

   Ο Βάρναλης πιστεύει ότι ο Νίτσε δεν έχει δίκιο που φορτώνει την ευθύνη στον Σωκράτη. Έτσι ήταν η εποχή εκείνη. Ο Σωκράτης, ο Ευριπίδης και ο Αριστοφάνης ήθελαν να μπουν φραγμός στη μετάπτωση της κοινωνικής ζωής στην εποχή τους.

  Οι αρχαίοι, όπως και ο Μεσαίωνας, αγαπούσανε και θαυμάζανε τον Ευριπίδη, σημειώνει ο Βάρναλης, προσθέτοντας ότι «ήξερε  να δημιουργεί μεγάλες συγκρούσεις παθών». Αγαπούσανε τη φιλοσοφική τάση του και τη διαλεχτική του ικανότητα. Με ρεαλισμό ζωγράφιζε ανθρώπους ζωντανούς. Δυστυχώς χάθηκε ένα σπουδαίο στοιχείο του δραματικού έργου του, η μουσική, που ιδιαίτερα συγκινούσε τους αρχαίους.

  Ο Βάρναλης αναφέρεται σε μία ακόμη συκοφαντία, ότι ο Ευριπίδης ήταν μισογύνης. Αντιτείνει: «Ο Ευριπίδης μας έδωσε μεγάλους ιδανικούς τύπους γυναικών, ηρωίδες της αυτοθυσίας στο βωμό του χρέους και της αρετής».

    Στο τελευταίο μέρος του κειμένου ο Βάρναλης αναφέρεται στους μακρούς προλόγους και στον «από μηχανής θεό», που πολλές φορές είναι δικαιολογημένοι. Και καταλήγει:
«Ο Ευριπίδης (ο πρώτος ρομαντικός, όπως τόνε λέει ο Σολωμός), έκανε μια πολύ σπουδαία καινοτομία. Τις παθητικές  συγκρούσεις ανάμεσα στη βούληση και στη Μοίρα  (εξωτερικές εναντιότητες) τις μετέβαλε σε συγκρούσεις ανάμεσα  στην ελεύθερη σκέψη και στον ηθικό νόμο. Είναι συγκρούσεις ανώτερου βαθμού, όπως θα τις θέλανε ο Έγελος κι ο Σολωμός».

*

   Αναζητώντας στοιχεία στο διαδίκτυο, βρήκα τρεις μεταφράσεις τραγωδιών του Ευριπίδη, που φιλοτέχνησε ο Κώστας Βάρναλης και που μπορεί να διαβάσεις στο πρωτότυπο και στη μετάφραση του αν ενδιαφέρεσαι: «Ηρακλείδαι», «Ηρακλής Μαινόμενος» και «Ιππόλυτος».

   Επίσης, πολλά στοιχεία υπάρχουν για δύο παραστάσεις έργων του Ευριπίδη σε μετάφραση του Κώστα Βάρναλη, από το ΚΘΒΕ, σε σκηνοθεσία του Σωκράτη Καραντινού: ο «Ιππόλυτος»,  το 1964 στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων, και οι «Τρωαδίτισσες» το 1966 στο ίδιο θέατρο.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΞΑΝΘΗ, 19 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2024

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button