Ελλάδα

Ινστιτούτο ΕΝΑ: Η κρίση του κομματικού συστήματος και η προοπτική της Αριστεράς

Mε αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου Κρίση, κομματικό σύστημα, Αριστερά. Κριτικά σημειώματα (εκδόσεις ΕΝΑ, 2024) του Κώστα Ελευθερίου, το ΕΝΑ διοργάνωσε συζήτηση με θέμα «Η κρίση του κομματικού συστήματος και η προοπτική της Αριστεράς», την Τρίτη 25 Ιουνίου 2024, στο Αthens Book Space του Δήμου Αθηναίων, στο Πάρκο Ελευθερίας.

Στη συζήτηση συμμετείχαν η Βάλια Αρανίτου, αναπληρώτρια καθηγήτρια του Τμήματος Κοινωνιολογίας ΕΚΠΑ, ο Γιάννης Δραγασάκης, πρώην υπουργός και Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, ο δημοσιογράφος Αντώνης Καρακούσης, ο Χρύσανθος Τάσσης, επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής ΔΠΘ. Τη συζήτηση συντόνισε ο Νίκος Ερηνάκης, επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και επιστημονικός διευθυντής του ΕΝΑ.

H ιδιόρρυθμη αντιμνημονιακή στάση του Α. Σαμαρά και ο «άλλος πόλος» του Κ. Σημίτη

Παρουσιάζοντας το βιβλίο, η Βάλια Αρανίτου υποστήριξε ότι «μέσα από ένα σχολιασμό της πολιτικής επικαιρότητας με βαθιά χρήση της σχετικής θεωρίας» ο συγγραφέας «οικοδομεί μια γενικότερη ανάλυση του ελληνικού πολιτικού συστήματος κατά την περίοδο της κρίσης», κατορθώνοντας «να υπηρετήσει την ιδέα μιας κριτικής πολιτικής επιστήμης». Όπως είπε η Β. Αρανίτου, «η αλληλεπίδραση πολιτικής ανάλυσης και πολιτικής συγκυρίας λειτουργεί ως θεμέλιο ευρύτερων ερευνητικών εγχειρημάτων και θεωρητικών επεξεργασιών», καθώς «οι αναλύσεις του [Κώστα Ελευθερίου] είναι απαλλαγμένες από το “προπατορικό αμάρτημα” της πολιτικής επιστήμης, δηλαδή την αδυναμία γείωσης της πολιτικής ανάλυσης στην πραγματική πολιτική».

Η ομιλήτρια έκανε στη συνέχεια ιδιαίτερη μνεία σε δύο παραθέματα από το βιβλίο. Αρχικά αναφέρθηκε στην «ιδιόρρυθμη “αντιμνημονιακή” στάση του Α. Σαμαρά, που βασίστηκε σε συγκεκριμένα (μικροαστικά) κοινωνικά στρώματα, τα οποία αποτέλεσαν και τη δική του βάση υποστήριξης κατά τις εσωκομματικές εκλογές του 2010», προσθέτοντας ότι ο συγγραφέας καταλήγει εδώ σε μια ιδιαίτερα χρήσιμη παρατήρηση, ότι τελικά «η ΝΔ ψήφισε το Μνημόνιο καταρχήν ως κόμμα διακυβέρνησης».Ωστόσο, «δεν είναι αυτονόητο ότι για ένα μέρος της βάσης της ΝΔ η εν λόγω εξέλιξη ήταν η επιθυμητή», αφού, σύμφωνα με τον συγγραφέα, «η “ξεσηκωμένη” βάση, παρά τις επιθυμίες της ηγεσίας, δεν ήταν διατεθειμένη να αποσυρθεί στα ενδότερα της εσωκομματικής πολιτικής, και αυτό ήταν ένας ανασταλτικός παράγοντας για τη νομιμοποίηση της ίδιας της κυβέρνησης».

Η Β. Αρανίτου αναφέρθηκε στη συνέχεια στο κείμενο του βιβλίουστο οποίο γίνεται μνείαστην τοποθέτηση του Κ. Σημίτη στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ του 2013, στο πλαίσιο της οποίας ο πρώην πρωθυπουργός μίλησε για «προοδευτική παράταξη» με έναν «αμιγώς μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα, χωρίς αναφορές στην Αριστερά, την Κεντροαριστερά ή έστω τη Σοσιαλδημοκρατία». Όπως είπε, σύμφωνα με τον συγγραφέα, «στο νέο πολιτικό αφήγημα της “προοδευτικής παράταξης” κεντρική θέση έχει μια “ηθική της ευθύνης”, που επιβάλλει στον πολιτικό να είναι ειλικρινής απέναντι στους πολίτες ως προς το τι είδους πολιτικές πρόκειται να προωθήσει και να υλοποιήσει και, το κυριότερο, να είναι απαλλαγμένος από οποιαδήποτε ενοχή σε ό,τι αφορά την υποστήριξη μη δημοφιλών πολιτικών». Όπως υποστηρίζει στο βιβλίο του ο Κ. Ελευθερίου, «ο στρατηγικός ορίζοντας της πρότασης του Κ. Σημίτη δεν είναι ο “τρίτος πόλος”, αλλά μάλλον ο “άλλος πόλος” σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θα οργανώσει τη σύγκλιση ανάμεσα στις λεγόμενες “μεταρρυθμιστικές δυνάμεις” σε μια “αντιλαϊκιστική” βάση».Εξού και, για τον Κ. Ελευθερίου, κατά τη Β. Αρανίτου,«αυτή η απόπειρα υπέρβασης τόσο της τομής “Μνημόνιο/αντιμνημόνιο” όσο και της τομής “Δεξιά/Αριστερά” φαντάζει, τουλάχιστον για τον Κ. Σημίτη, ο μόνος τρόπος να αναστηλωθεί το ΠΑΣΟΚ ως μια διαφορετική πολιτική μορφή και με άλλου τύπου ιδεολογικά χαρακτηριστικά».

Η έλλειψη κατανόησης του μεγέθους της κρίσης από το ελληνικό πολιτικό σύστημα

Ο Αντώνης Καρακούσης στηλίτευσε στη δική του τοποθέτηση την αντιπολιτευτική στάση του Α. Σαμαρά πριν αναλάβει την πρωθυπουργία το 2012, εκτιμώντας ότι σε εκείνη τη φάση ο πρώην πρωθυπουργός προσπαθεί να υπερβεί το βάρος της ευθύνης που φέρει η παράταξή του στα χρόνια της “αμέριμνης” διακυβέρνησης Καραμανλή, προσπαθεί να αποσείσει την ευθύνη και να προετοιμάσει την εξουσία του, την οποία διεκδικεί μετά πάθους».Όπως υπογράμμισε ο έγκριτος δημοσιογράφος,«ούτε ο Α. Σαμαράς, ούτε η Αριστερά, ούτε –πολύ περισσότερο– ο Γ. Παπανδρέου, που προηγήθηκε, δεν αντιμετώπισαν τη χρεοκοπία ως όφειλαν, δεν αξιολόγησαν ορθά τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, δεν διέβλεψαν τη “μετανάστευσή” της και τη μετατροπή της σε κρίση χρέους στην Ευρώπη, που θα έπληττε τους αδύναμους κρίκους της Ευρωζώνης, με πρώτη την Ελλάδα». Ήταν, όπως είπε«συνολική αυτή η έλλειψη κατανόησης του μεγέθους της κρίσης από το ελληνικό πολιτικό σύστημα».

Tαυτόχρονα, ο Α. Καρακούσης έκανε λόγο για «εγκλωβισμό της Αριστεράς σε αντιμνημονιακές ψευδαισθήσεις και αυταπάτες, που έχτισαν με τον καιρό το έλλειμμα εμπιστοσύνης και την οδήγησαν, μετά τον επώδυνο συμβιβασμό του 2015 και τη mainstream διακυβέρνηση, σε περίοδο αναξιοπιστίας και ατελείωτης κρίσης».Το ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με τον Α. Καρακούση,«εξειδικεύθηκε στη διαχείριση του ιδιότυπου ελληνικού ανορθολογισμού και κατάφερε να μακροημερεύσει, μέχρι που εξαϋλώθηκε στα χρόνια της κρίσης, όταν ο Ευ. Βενιζέλος άρχισε να προστρέχει στη ρητορική της εθνικής ευθύνης για να δικαιολογήσει τα σκληρά μέτρα, που έρχονταν σε αντίθεση με την προηγούμενη στάση και πολιτική του κόμματός του». Όσον αφορά τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο ομιλητής έκανε λόγο για ένα «κράμα νεοφιλελευθερισμού και συντηρητισμού, το οποίο, σε συνδυασμό με τον κυβερνητικό τεχνοκρατισμό, την έγκαιρη προετοιμασία της διακυβέρνησης και το ιδεολόγημα της κανονικότητας, που επέτρεψε την οικοδόμηση του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου, του έδωσαν τη διπλή νίκη του 2019», ενώ με τη διπλή εκλογική ήττα το 2023«αποκαλύφθηκε το στρατηγικό κενό του ΣΥΡΙΖΑ και ένα έλλειμμα εμπιστοσύνης, που συνεχίζει να τον καταδιώκει».

Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, ο Α. Καρακούσης υποστήριξε ότι «είναι καιρός η Αριστερά, που διεκδικεί την ανασυγκρότησή της, να αποκτήσει τις δικές της ρίζες και στην οικονομία». Όπως είπε: «Σε τούτους τους σύνθετους και απαιτητικούς καιρούς, επιβάλλεται, πέραν των άλλων, να συγκροτήσει ένα σχήμα πολιτικής δημιουργίας νέου πλούτου σε παραγωγικούς και τεχνολογικούς τομείς που και τις προσδοκίες μπορεί να αναγεννήσει και την αναδιανομή να υπηρετήσει με επάρκεια και συνέπεια».

Η «πασοκοποίηση» των κεντροαριστερών δυνάμεων και οι προϋποθέσεις υπέρβασής της

Ο Χρύσανθος Τάσσης υπογράμμισε στη δική του τοποθέτηση ότι, «όταν μιλάμε για κρίση, κομματικό σύστημα και Αριστερά, το πρώτο στοιχείο της κρίσης είναι η έλλειψη μιας σημαντικής και συνεκτικής ιδεολογίας για τον κόσμο και τον καπιταλισμό. Για την Αριστερά χρειάζεται ένα όραμα, μια ιδεολογία, ένα θεωρητικό μοντέλο· είναι από αυτά που λείπουν και έχουν να κάνουν με την κρίση στο κομματικό σύστημα και την Αριστερά. Το δεύτερο στοιχείο που λείπει είναι η οργανωτική δομή του κόμματος μαζών».

Ο ομιλητής έκανε στη συνέχεια λόγο για την «πασοκοποίηση» των πολιτικών κομμάτων, υποστηρίζοντας ότι, όσον αφορά το ΠΑΣΟΚ, αυτή έχει να κάνει «με τη μετατροπή του από κόμμα σοσιαλιστικό, που ήθελε να αλλάξει την Ελλάδα, σε ένα κόμμα“με την Ελλάδα ισχυρή στην Ευρώπη”, με εκσυγχρονιστικό μοντέλο, με ένα μοντέλο διαχείρισης του καπιταλισμού και αποδοχής των βασικών προταγμάτων του». Η οργανωτική δομή του κόμματος μαζών, κατά τον ομιλητή,«ουσιαστικά διαλύεται», ενώ παράλληλα το κόμμα «χάνει τα χαρακτηριστικά του», δηλαδή «τις κοινωνικοποιήσεις, την έμφαση στην κοινωνική πολιτική, στο κοινωνικό κράτος και στη μείωση των ανισοτήτων» («απο-σοσιαλδημοκρατικοποίηση»). Η «πασοκοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ»συνίσταται, κατά τον Χ. Τάσση,στην «απο-ριζοσπαστικοποίησή του, τόσο με όρους οργανωτικούς όσο και με όρους ιδεολογικούς, αλλά και με όρους αφομοίωσης της κυρίαρχης ιδεολογίας του τρίτου Μνημονίου στην κυβερνητική του πορεία». Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι «ένα ιδιότυπο κόμμα στελεχών το οποίο το 2015 έκανε μια εκλογική νίκη, αλλά μία μεγάλη πολιτική ήττα». Όσον αφορά το ΚΚΕ, παρατηρείται, όπως υποστήριξε ο ομιλητής, μια «αλλαγή στρατηγικής σε σχέση με τη δεκαετία του 1980», καθώς «ουσιαστικά δείχνει στην κοινωνία ότι δεν υπάρχει εναλλακτική σε αυτόν τον νέο καπιταλισμό. Στη συγκυρία της κρίσης το ΚΚΕ, από μόνο του, χωρίς κανέναν εξωτερικό παράγοντα, δεν θέλει να κυβερνήσει, ούτε να μπει σε κυβέρνηση συνεργασίας».  Η «πασοκοποίηση» του ΚΚΕ είναι η «απο-κομμουνιστικοποίησή» του.

Ολοκληρώνοντας, τέλος, την τοποθέτησή του ο Χ. Τάσσης υποστήριξε ότι, «για να επουλωθούν οι πληγές σε αυτές τις τρεις διαφορετικές συνιστώσες της Αριστεράς, το ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να φύγει από την παράδοση του Κ. Σημίτη και του εκσυγχρονισμού, το ΚΚΕ να φύγει από τη γραφειοκρατική παράδοση, που το κρατά σε ένα κτίριο το οποίο είναι τόσο πολύ γειωμένο μόνο για τα στελέχη του και όχι για την κοινωνία, και ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και η Νέα Αριστερά να φύγουν από την παράδοση του Λ. Κύρκου».

Το διπλό καθήκον της Αριστεράς

Ο Γιάννης Δραγασάκης, αναφερόμενος στη δική του τοποθέτηση στο μοντέλο κυρίαρχου κόμματος στην Ελλάδα, υποστήριξε ότι «η διατήρησή του δεν οφείλεται στην πραγματική ηγεμονία της ΝΔ, ούτε στην ευρεία νομιμοποίηση της πολιτικής της ΝΔ. Οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην καχεξία της αντιπολίτευσης και στην αποτυχία της στρατηγική της αυτοδυναμίας που ακολουθούν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, που, υπό τα σημερινά αριθμητικά δεδομένα, είναι μια καρικατούρα στρατηγικής και ένα άλλοθι  των ηγεσιών», για να προσθέσει ότι «το θέμα είναι, όποτε και αν γίνουν εκλογές, ο Κ. Μητσοτάκης να μην έχει απέναντί του κάποια εκδοχή του “Κανένα”, αλλά μια αξιόπιστη αριστερή προοδευτική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης».

Ο πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης αναφέρθηκε στη συνέχεια στο «διπλό καθήκον των αριστερών δυνάμεων». Όπως είπε: «Οι αριστερές δυνάμεις δεν μπορούν να αγνοήσουν την αναγκαιότητα για τη συγκρότηση μιας αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης προοδευτικής διακυβέρνησης. Ούτε μπορούν να αγνοήσουν το λαϊκό αίτημα που διαμορφώνεται να φύγει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τους πως, αν η αμφισβήτηση δεν γίνει από την Αριστερά, μπορεί να γίνει από την άκρα Δεξιά. Από την άλλη πλευρά, για να παίξει η Αριστερά πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως έκανε μετά το 2012 με τον ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να δυναμώσει η ίδια, μέσα από την ανασυγκρότηση και την ανασύνθεσή της». Κατά τον Γ. Δραγασάκη, «ο συνδυασμός των δύο καθηκόντων δεν είναι εύκολος, αλλά είναι αναγκαίος και, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να επιτευχθεί, όπως δείχνουν τα παραδείγματα του παρελθόντος».

Αυτοκριτική και ειλικρίνεια για την αποκατάσταση της κοινωνικής εμπιστοσύνης και την ανασύνθεση του κεντροαριστερού χώρου

Στον χαιρετισμό που απηύθυνε ο συγγραφέας, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του ΔΠΘ και συντονιστής του Κύκλου Πολιτικής Ανάλυσης του ΕΝΑ, Κώστας Ελευθερίου, τόνισε τη συμβολή των συλλογικοτήτων στη διαμόρφωση της αντίληψής του από το 2011, όταν άρχισε να γράφει τα κείμενα του βιβλίου, μέχρι σήμερα, υπογραμμίζοντας ότι «η υπέρβαση της εκφυλιστικής ατομικότητας και η διαμόρφωση μιας ευρύτερης συλλογικής αντίληψης αποτελεί επίτευγμα και τη συμπύκνωση της Αριστεράς και της αριστερής αντίληψης».

Σύμφωνα με τον Κ. Ελευθερίου, «για να μπορέσει να ξεκινήσει μια διαδικασία ανασύνθεσης του κεντροαριστερού χώρου, κάτι το οποίο προφανώς έχει μια συγκεκριμένη κοινωνική δυναμική που το ωθεί, πρέπει τα πολιτικά υποκείμενα τα οποία θέλουν να εκφράσουν αυτόν τον κεντροαριστερό χώρο να είναι ειλικρινή με τους εαυτούς τους και με την κοινωνία». Όπως υποστήριξε ο Κ. Ελευθερίου, «αυτή η λυπηρή κατάσταση μετά τις ευρωεκλογές, η οποία αφορά μεγαλύτερες και μικρότερες δυνάμεις, ενισχύει το έλλειμμα εμπιστοσύνης της κοινωνίας απέναντι σε αυτές τις δυνάμεις. Κρίση εκπροσώπησης σημαίνει ελλειμματική εμπιστοσύνη. Η ελλειμματική εμπιστοσύνη τροφοδοτείται όταν βλέπεις αυτούς που σε εκπροσωπούν να προσπαθούν να εκφύγουν των ευθυνών τους».

Ως εκ τούτου, θα πρέπει, όπως υπογράμμισε ο συγγραφέας, «να ξεκινήσει ένας απολογισμός, μια ειλικρινής εσωτερική αυτοκριτική, ώστε να μπορέσουν να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις αποκατάστασης της εμπιστοσύνης της κοινωνίας απέναντι σε αυτές τις δυνάμεις – ούτε συγκολλήσεις, οι οποίες θα οδηγήσουν σε περαιτέρω συρρίκνωση εκλογικής δύναμης, ούτε συζητήσεις επί συζητήσεων,οι οποίες δεν βγάζουν πουθενά, σε κανένα επίπεδο, ούτε βέβαια αυτή η συζήτηση περί του “προγραμματικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό”, όπου ξεκινάς να μιλάς για πρόγραμμα χωρίςνα έχεις πολιτικό υποκείμενο».Αντ’ αυτών, απαιτείται, κατά τον Κ. Ελευθερίου, «να ξεκινήσει μια διαδικασία αποκατάστασης αυτής της εμπιστοσύνης και, εφόσον ξεκινήσει αυτή, θα παράξει και μια χειραφετησιακή δυναμική στην κοινωνία», καθώς, όπως υποστήριξε, «αν οι άνθρωποι βρουν νόημα σε αυτό και δουν απέναντί τους ειλικρινείς ανθρώπους, τότε θα μπορέσουν να κινητοποιηθούν».

 

Το βίντεο της εκδήλωσης

 

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button