Η ΠΙΣΤΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ
Ο Αγώνας δεν έγινε μόνο για την πατρίδα, αλλά και για τη θρησκεία.
Στην Προκήρυξη του ο Γεωργάκης Ολύμπιος τόνιζε: «Εμπρός αδέλφια. Ας πεθάνουμε κοιτάζοντας άφοβα το θάνατο στα μάτια. Ζήτω η θρησκεία και η ελευθερία της Ελλάδος. Θάνατος στους βαρβάρους».
Τα μοναστήρια τροφοδοτούσαν τούς αρματολούς και παρείχαν καταφύγιο στους διωκόμενους. Συχνά γίνονταν εστίες αντίστασης (μονή Σέκου, μονή Αρκαδίου κ.λπ.).
Ο στρατηγός Μακρυγιάννης με τον αυθεντικό λόγο του έχει γράψει: «…αυτά τα μοναστήρια ήταν τα πρώτα προπύργια της επανάστασής μας. Ότι εκεί ήταν και οι τζεμπιχανέδες (πυριτιδαποθήκες) μας και όλα τ’ αναγκαία του πολέμου, ότ’ ήταν παράμερον και μυστήριον από τούς Τούρκους».
Οι απλοί κληρικοί συγκρότησαν στις ενορίες τους ένοπλα σώματα, τέθηκαν επικεφαλής τους και έλαβαν ενεργό μέρος στην εξέγερση. Άλλοι από αυτούς άφησαν την τελευταία τους πνοή στο πεδίο της τιμής και άλλοι μαρτύρησαν στα χέρια των Τούρκων. Κι όσοι επιβίωσαν πένονταν έχοντας δώσει όλη την περιουσία τους στην Επανάσταση.
Ποιός μπορεί να λησμονήσει τα πρωτοπαλίκαρα της λευτεριάς μας, τον Αθανάσιο Διάκο (Αλαμάνα), τον Γρηγόριο Δικαίο – Παπαφλέσσα (Μανιάκι), τον καλόγερο Σαμουήλ (Κούγκι). Και ακόμη πλήθος ιερωμένων πού έδρασαν στον Ιερό Αγώνα του Έθνους μας, όπως ο Βρεσθένης Θεοδώρητος, ο Άρτης Πορφύριος, ο Αθηνών Θεόφιλος, ο Έλους Άνθιμος, ο Σαλώνων Ησαΐας, ο Ρωγών Ιωσήφ κ.ά., οι όποιοι έλαβαν μέρος στις διάφορες φάσεις της Επανάστασης.
Τους οπλαρχηγούς της Αχαΐας όρκισε ο Παλαιών Πατρών Γερμανός. Στην πρώτη ομάδα εθνομαρτύρων αρχιερέων ανήκουν ο πρώην Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος, ο Δέρκων Γρηγόριος, ο Αγχιάλου Ευγένιος, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός, οι επίσκοποι Πάφου, Κιτίου, Κυρηνείας. Συνήθως οι Τούρκοι τους αποκεφάλιζαν ή τούς κρεμούσαν.
Η ευόδωση της Εθνεγερσίας του 1821 είναι πραγματικό θαύμα. Το συμπέρασμα πού βγαίνει από όλες τις ιστορικές πηγές, απομνημονεύματα, επιστολές, έγγραφα, περιηγητικά κείμενα και άλλες γραπτές μαρτυρίες της εποχής εκείνης είναι ότι οι παράτολμοι αγωνιστές, πού ανέλαβαν το μεγάλο εγχείρημα, είχαν πλήρως διαμορφωμένη ελληνορθόδοξη συνείδηση, ακλόνητη πίστη, πολέμησαν στο όνομα του αγίου Τριαδικού θεού, στον οποίο και βάσιζαν τις ελπίδες τους και από τον οποίο αντλούσαν τη βεβαιότητα για τη νίκη.
Στους περιηγητές της περιόδου κάνουν εντύπωση οι μεγάλες περίοδοι νηστειών πού τηρούν οι Έλληνες. Κάποιος από αυτούς σημειώνει ότι μόλις τελειώνει η μία, αρχίζει η άλλη. Στα «Απομνημονεύματα» του ο ηρωικός Γέρος του Μοριά, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης σημειώνει: «…Έκατσα έως πού εσκαπέτισαν με τα μπαϊράκια τους, οπέ εκατέβηκα κάτου, ήταν μια εκκλησιά εις τον δρόμον (η Παναγιά εις το Χρυσοβίτζι) και το καθησιό μου ήτον οπού έκλαιγα την Ελλάς, Παναγία μου, βοήθησε και τούτην την φοράν τους Έλληνας να εμψυχωθούν- και επήρα ένα δρόμο κατά την Πιάνα…».
Αυτοί οι άνδρες μας χάρισαν την λευτεριά μας, πού δεν έκαναν ορθολογιστικές σκέψεις, αλλά με τη βαθιά πίστη τους είχαν την προστασία του Θεού. Όπως ο λιονταρόψυχος Καραϊσκάκης, πού κατέφυγε στη βοήθεια των Αγίων, σαν τότε πού βρέθηκε στο μοναστήρι του Αγίου Σεραφείμ, πάνω από τη Λιβάδια, κι έπεσε στα πόδια μαζί με τούς άντρες του.
Στο όνομα του Τιμίου Σταυρού επιχειρούσε κάθε εξόρμηση του ο γενναίος ναυμάχος της Ύδρας Ανδρέας Μιαούλης. Στον «Άρη» του είχε τοποθετήσει ένα μεγάλο ξύλινο Σταυρό, όπου έβαλε να χαράξουν κάθετα: «Σταυρού τύπος, εχθροίς τρόμος» και οριζόντια, «Σταυρός πιστών στήριγμα».
Έτσι, όταν το Έθνος απελευθερώθηκε και συντάχθηκαν τα Συντάγματά του, άρχιζαν όλα, όπως άλλωστε και το σημερινό, με επίκληση της Αγίας και Αδιαιρέτου και Ομοουσίου Τριάδος.
Αυτή υπήρξε και είναι η πίστη και η δύναμη του ελληνικού λάου, η Ορθοδοξία κιβωτός της σωτηρίας του και σώτειρα του Γένους πανθομολογούμενη, συστατικό σπουδαίο της συνείδησης και της ταυτότητας τους.
Όπως έγραφε ο αείμνηστος Φώτης Κόντογλου, «Σ’ αυτό τον τόπο Ορθοδοξία και Ελλάδα πάνε μαζί».
Στέλιος Αρσενίου