Λίγες μόνο ημέρες μετά την επιστροφή μου από την Κομοτηνή, όπου στις 7 Δεκεμβρίου έγινε η εκδήλωση εορτασμού των 50 ετών από την ίδρυσή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, άκουσα έκπληκτη στο τηλέφωνο τον πρόεδρο του ΙΗΑ κ. Ευάγγελο Ρήγο, να μου ζητά να κάνω μια ομιλία πάνω στο θέμα αυτό.
Για ελάχιστα λεπτά αναρωτήθηκα, γιατί τόσο ενδιαφέρον για το θρακικό Πανεπιστήμιο; Αλλά, πολύ γρήγορα συνειδητοποίησα το γιατί. Ο κ. Ρήγος, προφανώς, οραματίζεται αναπαραγωγή του μοντέλου, εκεί όπου η Ελλάδα φαίνεται τώρα να το χρειάζεται. Σε κάποια νησιά μας;
Ειλικρινά, δεν θα μπορούσα να πω αν αυτή η ιδέα μπορεί να αναπαραχθεί στην Ελλάδα του 2023. Η πρώτη μου αντίδραση θα ήταν αρνητική, λόγω της γενικής αδιαφορίας που μαστίζει τον τόπο μας. Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, όταν υπάρχουν οργανώσεις όπως το ΙΗΑ, που δεν είναι και η μοναδική, λέω στον εαυτό μου γιατί όχι;
Θα χωρίσω την αποψινή μου ομιλία μου σε τρία Μέρη. Στο πρώτο θα μιλήσω για το όραμα. Στο δεύτερο για τον αγώνα πραγματοποίησής του. Και στο τελευταίο τμήμα της ομιλίας μου θα αναφερθώ στη φυσιογνωμία του Δημοκρίτειου, όπως εμφανίζεται σήμερα, στη μεγάλη θρακική αγκαλιά.
Το πρώτο και το δεύτερο Μέρος βασίζονται στις αναμνήσεις μου, που ανανεώθηκαν χάρη στο Αρχείο του Γεωργίου Μανούδη, του οποίου την ύπαρξη δεν έτυχε να γνωρίζω προηγουμένως. Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα στο προσκήνιο του μυαλού μου, όσα έγιναν και όσα έκανα πριν από 50 χρόνια.
Με την έναρξη των προετοιμασιών εορτασμού των 50 ετών από τις προσπάθειες ίδρυσής του Δημοκρίτειου, συνειδητοποίησα ότι είμαι η μόνη ακόμη εν ζωή, από το σύνολο των πανεπιστημιακών του ΑΠΘ και του ΠΑΜΑΚ (πρώην ΑΒΣΘ), που στη δεκαετία του 60’ ξεσηκώθηκαν για να το ιδρύσουν.
Και δυστυχώς τυχαίνει επίσης να είμαι εγώ η μοναδική, που γνώρισα όλους αυτούς τους πανεπιστημιακούς και σε θέση να νιώθω την αύρα τους να αιωρείται πάνω από το Δημοκρίτειο.
Ομολογώ ότι αισθάνθηκα κάποιο είδος τρόμου, κυρίως για το βαθμό πιστότητας με τον οποίον θα ήμουν σε θέση να μεταφέρω στην παρούσα στιγμή, τις αναμνήσεις μου, πριν από 50 χρόνια.
Τοσούτω μάλλον, που ουδέποτε σκέφτηκα τότε, η και από τότε, ότι μια μακρινή ημέρα στο πέρασμα του χρόνου, θα μου δινόταν αυτή η τόσο μοναδική και τόσο εξαιρετική ικανοποίηση. Να ζήσω, δηλαδή, ένα όνειρο που φάνταζε τότε άπιαστο, και που τώρα αποτελεί μια μεγαλειώδη πραγματικότητα.
Οι συγκυρίες καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία της ζωής μας. Τις επιτυχίες, όσο και τις αποτυχίες μας. Την μακρινή εκείνη εποχή:
* είχα επιστρέψει από το Παρίσι, όπου είχα περατώσει τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στη Σορβόννη
* είχα γίνει υφηγήτρια στο ΑΠΘ, με θέμα διατριβής την ανάπτυξη της Θράκης χάρη στους πρόσφυγες
*μου είχε ανατεθεί από το ΕΛΚΕΠΑ μια σειρά σεμιναρίων, που έπρεπε να γίνονται στην Κομοτηνή
* είχα παράλληλα διοριστεί από το τότε Υπουργείο Συντονισμού, ως οικονομολόγος της ΥΠΑΒΕ (Υπηρεσία Περιφερειακής Ανάπτυξης Βορείου Ελλάδος), με προϊστάμενο τον καθηγητή της Κτηνιατρικής Σχολής Ιωάννη Έξαρχο
*και στην ΥΠΑΒΕ, με εντολή του Υπουργείου Συντονισμού εκπονήθηκε μελέτη από ομάδα οικονομολόγων και μαθηματικών υπό την επίβλεψή μου, με τίτλο «Σχέδιο Προγράμματος για την Οικονομική Ανάπτυξη της Βορείου Ελλάδος».
Πήγαινα, λοιπόν, αρκετά συχνά στην Κομοτηνή με το μικρό μου αυτοκίνητο Reynaud Dauphine. Με τους τότε δρόμους η διαδρομή ήταν περιπετειώδης. Διανυκτέρευα στο Ξενία, που δεν υπάρχει πια.
Και στην πραγματικότητα, ήμουν ήδη σφιχτοδεμένη με τη Θράκη, παρότι δεν το είχα συνειδητοποιήσει, πολύ πριν ενταχθώ στον αγώνα για την ίδρυση του Δημοκρίτειου.
Και τότε, σε μια από τις πρώτες παραμονές μου στην Κομοτηνή, εμφανίστηκε στο Ξενία ο Γεώργιος Μανούδης, και ζήτησε να με δει. Ήταν χονδρέμπορος Τροφίμων και σημαντικός παράγοντας της περιοχής. Χωρίς εισαγωγή, μπήκε αμέσως στο θέμα. Μου μίλησε για τα συμβαίνοντα επικίνδυνα στην περιοχή, για τα οποία είχα αρκετά συγκεχυμένες γνώσεις. Φαινόταν ανήσυχος και κάθε δύο λεπτά συνόψιζε ότι «κάτι έπρεπε να γίνει».
Από την επόμενη φορά, άρχισε να έχει μαζί του χειρόγραφα στοιχεία, που αναφέρονταν στο πληθυσμιακό πρόβλημα, σε σωρεία δικών του υπολογισμών, σε χρήματα που έφταναν συνεχώς από την Άγκυρα, έτσι που φτωχοί άνθρωποι και χωρίς περιουσία μέχρι τότε, ξυπνούσαν ένα πρωί και αγόραζαν τα καλύτερα κτήματα, και τα πιο κεντρικά καταστήματα.
Πιστεύω ότι έτυχε να είμαι η πρώτη, ανάμεσα στους πανεπιστημιακούς που προστέθηκαν στη συνέχεια, που έγινα κοινωνός της αγωνίας ενός απλού Έλληνα πολίτη, που ουδέν επεδίωκε, εκτός από του να σώσει τον τόπο του.
Ο Γεώργιος Μανούδης δεν δυσκολεύτηκε να με πείσει ότι η περίπτωση της Θράκης, και ιδιαιτέρως της Κομοτηνής, απαιτούσε τη λήψη άμεσων μέτρων. Και με έκανε να χάσω σχεδόν τον ύπνο μου, καθώς μου μετέφερε συνεχώς τις δικές του αγωνίες, με την προσκόμιση νέων αποδείξεων που μου έθετε στη διάθεσή μου, σε κάθε μου ταξίδι στην Κομοτηνή.
Έτσι, οι κίνδυνοι που απειλούσαν την περιοχή μού έγιναν έμμονες ιδέες. Τις μετέφερα αρχικά στο Σύζυγό μου Δημήτρη Δελιβάνη, που δεν άργησε να πάρει φωτιά. Αμέσως στη συνέχεια, αναστάτωσα, με την αγωνία μου για τη Θράκη, και τον Ιωάννη Έξαρχο, προϊστάμενο της ΥΠΑΒΕ, όπου ήμουν το δεύτερο στέλεχος μετά από αυτόν.
Πολύ γρήγορα η αρχική σπίθα έγινε πυρκαγιά, καθώς Δελιβάνης, Έξαρχος και εγώ η ίδια, αρχίσαμε να αναστατώνουμε συναδέλφους μας, στο ΑΠΘ και αργότερα στο ΠΑΜΑΚ όπου είχα ήδη γίνει καθηγήτρια. Ζητήσαμε τη συμπαράστασή τους, για τη διάσωση της Θράκης και ιδιαιτέρως της Κομοτηνής. Και τώρα με τον εορτασμό των 50 χρόνων, που εκείνη η εποχή ζωντανεύει ξανά στη θύμησή μου, βλέπω τον εαυτό να λειτουργούσε τότε κάπως ως προσάναμμα για να πάρει μπρος η φωτιά για τη Θράκη. Και θυμάμαι ακόμη ότι όταν βρισκόμουν στην Αθήνα, στους κύκλους του Συζύγου μου, όπου υπήρχαν και αρκετοί πολιτικοί, εγώ άρχιζα κήρυγμα υπέρ της Θράκης, καθώς το πρόβλημα με απασχολούσε συνεχώς.
Δυστυχώς τότε, και φοβούμαι και τώρα, λίγοι καταλαβαίνουν το γιατί εξοργιζόμουν, κάθε φορά που νόμιζα ότι κάποιοι άφηναν να εννοηθεί ότι «εντάξει, μη συγχύζεσαι….. η Θράκη είναι μακριά».
Πολύ γρήγορα στη Θεσσαλονίκη σχηματίστηκε ένας πολυπληθής πυρήνας πανεπιστημιακών, και αρχίσαμε να βρισκόμαστε στον πανεπιστημιακό χώρο και να ανταλλάσσουμε απόψεις για το πως θα ήταν δυνατόν να βοηθηθεί η Θράκη. Η ιδέα ίδρυσης Πανεπιστημίου, δεν είχε ακόμη ριφθεί.
Πρέπει να πω, γιατί το οφείλω στη μνήμη τους, ότι σε πείσμα του μισού αιώνα που πέρασε από τότε, θυμάμαι τον ενθουσιασμό όλων μας, που είχαμε στρατευθεί για τη Θράκη, και να διαβεβαιώσω ότι ουδείς απέβλεπε σε καρέκλες, τιμές και ανταπόδοση. Πιστεύαμε ότι υπηρετούμε εθνικό σκοπό, και αυτό τότε μας έφτανε.
ΙΙ. Η ιδέα ίδρυσης Πανεπιστημίου στη Θράκη, ενδεχομένως, είχε υποστηριχθεί και νωρίτερα, αλλά όχι ως συγκεκριμένος στόχος, ό οποίος όφειλε να επιδιωχθεί με συγκεκριμένους τρόπους. Αν οι αναμνήσεις μου ανταποκρίνονται στην αλληλουχία των τότε γεγονότων, η σκέψη για την ανάγκη ίδρυσης πανεπιστημιακών σχολών και όχι ακόμη ολόκληρου Πανεπιστημίου στην Κομοτηνή, έπεσε στο τραπέζι του σπιτιού μας στην Αθήνα, του Δημήτρη Δελιβάνη και εμού, όταν μια νύχτα, προς το τέλος της δικτατορίας, χτύπησε το κουδούνι μας στις 11 το βράδυ, ώρα επικίνδυνη για την εποχή, και είδαμε με ανακούφιση να ανεβαίνει τη σκάλα ο Γεώργιος Μανούδης.
Τότε, θυμούμαι, ότι μας μίλησε για πρώτη φορά, για την ανάγκη δημιουργίας κάποιων πανεπιστημιακών σχολών στην Κομοτηνή και αμέσως στη συνέχεια άρχισε να συζητιέται στον κύκλο των πανεπιστημιακών, ως πολύ καλή λύση για το πρόβλημα της Θράκης. Το μεγαλεπήβολο σχέδιο ίδρυσης ενός ολόκληρου Πανεπιστημίου ήρθε στη συνέχεια, και αφού είχαν προηγηθεί κάποιες μικρο διαφωνίες για το ποιών αρχικά σχολών η επιλογή θα ήταν η πιο ενδεδειγμένη, αλλά και σε ποιες θρακικές περιοχές θα έπρεπε αυτές να ιδρυθούν. Από όσο θυμάμαι στην αρχή προτάθηκαν οι Σχολές Οικονομικών Επιστημών, προκειμένου να βοηθηθεί η ανάπτυξη της περιοχής, καθώς και η Κτηνιατρική και η Γεωπονική, για τις οποίες προσφέρονταν οι ιδιομορφίες της περιοχής. Τελικώς, η πρώτη Σχολή του Δημοκρίτειου ήταν η ΝΟΕ, και ήμασταν όλοι τόσο ευτυχείς για την υλοποίηση του ονείρου μας, ώστε δεν ακούστηκε παράπονο για το γιατί και το πως προηγήθηκε αυτής η ίδρυση και όχι κάποιας άλλης, πλησιέστερης προς τις αναπτυξιακές ανάγκες της περιοχής.
Το όραμα ήταν «Να γίνει στην Κομοτηνή Πανεπιστήμιο, και να γεμίσουν οι δρόμοι, τα μαγαζιά και οι πλατείες από Ελληνόπουλα». Προηγήθηκαν πολυάριθμες συναντήσεις πανεπιστημιακών, στο πλαίσιο των δύο ΑΕΙ της Θεσσαλονίκης, συσκέψεις, ανταλλαγή απόψεων, άρθρα μας σε εφημερίδες και περιοδικά, πάσης μορφής πιέσεις προς το τότε καθεστώς.
Τελικά έγινε το μεγάλο βήμα, που θα το χαρακτηρίσω ως ιστορικό για την ίδρυση του Δημοκρίτειου. Αποφασίστηκε και οργανώθηκε στην Κομοτηνή, στις αρχές Δεκεμβρίου του 1972, το συνέδριο, που θεωρείται θεμέλιος λίθος του Δημοκρίτειου. Με λεωφορείο που έθεσε στη διάθεση των πανεπιστημιακών η πόλη της Κομοτηνής, με ιδιωτικά αυτοκίνητα και με αεροπλάνο από την Αθήνα, συνέρρευσαν στην Κομοτηνή, οι πανεπιστημιακοί της Θεσσαλονίκης, για να συναντηθούν και με πολυάριθμους τοπικούς παράγοντες της Κομοτηνής, και να συνεδριάσουν στο ίδιο κτίριο στο οποίο γιορτάστηκαν, στις 7 Δεκεμβρίου του 2022, τα 50 γενέθλια του Δημοκρίτειου.
Είναι ευτύχημα ότι τα ονόματα των παρισταμένων, το σύνολο των λεπτομερειακών συζητήσεων, των προτάσεων, των κάποιων διαφωνιών και των αποφάσεων, καταγράφηκαν σχολαστικά, από το χέρι του Γιώργου Μανούδη. Γιατί διαφορετικά δεν θα υπήρχαν, καθώς ουδείς από εμάς κρατούσε τότε πρακτικά. Αυτό το πολύτιμο Αρχείο, που αποτελεί την ιστορία του Δημοκρίτειου, το βρήκε ο γιός του Γιώργου Μανούδη, ο Άρης, και το παρέδωσε στον Πρύτανη κ. Αλέξανδρο Πολυχρονίδη, στα πλαίσια του εορτασμού των 50 ετών.
Στην εκδήλωση του εορτασμού των 50 ετών από τις προσπάθειες ίδρυσης του Δημοκρίτειου, καταγράφηκαν τα ονόματα των πανεπιστημιακών και των τοπικών παραγόντων, και τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη τους. Δεν θα ήθελαν τίποτε περισσότερο ή λιγότερο όλοι αυτοί που έδωσαν τότε τον πολύτιμο χρόνο τους, τις ιδέες τους, τον ενθουσιασμό τους, τις ελπίδες τους για αυτό το Πανεπιστήμιο.
Το Δημοκρίτειο, είναι το μοναδικό ελληνικό Πανεπιστήμιο, εξ όσων γνωρίζω, που δημιουργήθηκε με προσπάθειες πανεπιστημιακών και όχι πολιτικών, συχνά για ψηφοθηρικούς λόγους. Το Δημοκρίτειο αποφασίστηκε για λόγους εθνικούς και πολύ λιγότερο χάριν της προσπάθειας γεωγραφικής διασποράς της πανεπιστημιακής διδασκαλίας. Το Δημοκρίτειο ιδρύθηκε για να φωτιστούν τα κάθε μορφής σκοτάδια μέσα από τη λαμπερή παρουσία του ελληνικού κράτους, και την ιδιαίτερη φροντίδα του για αυτή τη γωνιά της πατρίδας μας.
Και σκέπτομαι με κάποια πικρία ότι τότε ο πατριωτισμός, παρότι βρίσκεται στη βάση της ίδρυσης του Δημοκρίτειου, ήταν περιττό να αναφερθεί γιατί εθεωρείτο δεδομένος. Ενώ τώρα φοβούμαι ότι θα όφειλε να αποσιωπηθεί, καθώς έχει υποστεί πολλαπλής μορφής κακοφορμίσεις.
ΙΙΙ. Και έρχομαι τώρα στο κατά πόσο άλλαξε η φυσιογνωμία της Θράκης, έχοντας στην αγκαλιά της το Δημοκρίτειο.
Με την ευθύνη στους ώμους μου, ως η τελευταία αυτής της ομάδας, που ζω ακόμη, πιστεύω ότι οφείλω να απαντήσω, στο:
* αν πράγματι η ίδρυση του Δημοκρίτειου ανέδειξε και θωράκισε την περιοχή
*στο αν η λειτουργία του εκπλήρωσε τα οράματα των πανεπιστημιακών της Βόρειας Ελλάδας, που δεν είναι πια μαζί μας, όπως και των τοπικών παραγόντων της Θράκης, από τους οποίους και ξεκίνησε αυτό το μεγαλεπήβολο σχέδιο.
Θα προσπαθήσω να απαντήσω.
Αυτό των ειδικών προδιαγραφών Πανεπιστήμιο:
* που σφύζει σήμερα από ζωή και δημιουργία,
*που στεγάζει, σε προπτυχιακό επίπεδο τα όνειρα 24000 Ελληνοπαίδων,
*που αριθμεί 8 Σχολές και 18 τμήματα,
*που προετοιμάζει 3500 μεταπτυχιακούς φοιτητές και περίπου 2000 υποψήφιους διδάκτορες,
*που έχει εξαπλωθεί και εξακολουθεί να ξαπλώνεται, και εκτός Κομοτηνής, σε όλες τις πόλεις της περιοχής,
*που για πρώτη φορά, την τελευταία τετραετία, είχε Πρύτανη Θρακιώτη, τον χειρούργο καθηγητή Αλέξανδρο Πολυχρονίδη, που αποχωρώντας άφησε γερή αυτόχθονη μαγιά πίσω του,
Γιατί, απόλυτα αναγκαίοι είναι και οι καθηγητές που έρχονται από αλλού να διδάξουν στο Δημοκρίτειο, αλλά κάθε Πανεπιστήμιο πρέπει να παράγει και δικό του επιστημονικό προσωπικό, που να παραμένει στα μέρη του).
*και τέλος που το Δημοκρίτειο, στα 50 του χρόνια, παρότι μακριά από τα μεγάλα ελληνικά κέντρα, κατόρθωσε να επιβληθεί ανάμεσα στα πρώτα 5 καλύτερα της χώρας μας.
Και για όσους επισκέπτονται τη Θράκη, και δεν έχουν ενδιαφέρον να υπεισέλθουν στα επιστημονικά και διοικητικά επιτεύγματα της περιοχής, βρίσκονται σε μια περιοχή που κατακλύζεται από τις φωνές και τα γέλια των χιλιάδων φοιτητών της. Και που η ζωντάνια τους γεμίζει τα σοκάκια, τις πλατείες, τα μαγαζιά και τα μπαράκια της περιοχής. Ήταν ακριβώς αυτός ο επίλογος, που χρησιμοποιούσε ο Γεώργιος Μανούδης, και πολλοί από του πανεπιστημιακούς, στο τέλος των συνεδριάσεων, για την ίδρυσή του.
Φαίνεται, συνεπώς, ότι μπορώ εύκολα να απαντήσω στο υποθετικό, αλλά απαιτητικό ερώτημα τού αν δηλαδή επιτεύχθηκε ο στόχος των πανεπιστημιακών, και των τοπικών παραγόντων, που αγωνίστηκαν πριν από 50 χρόνια για το Δημοκρίτειο.
Η απάντηση, δεν είναι δύσκολη, καθώς η επίδραση του Δημοκρίτειου, στην εμφάνιση, στη ζωντάνια, στην ανάπτυξη της περιοχής είναι έντονα παρούσα και αναμφισβήτητη. Για όσους, όπως εγώ, γνώριζαν τη Θράκη, και ειδικότερα την Κομοτηνή πριν από τη γένεση του Δημοκρίτειου, η ανατροπή του παντός είναι, θα έλεγα, ορατή δια γυμνού οφθαλμού. Αλλά και πως να μην είναι, όταν 24.000 νέα παιδιά, που νοικιάζουν διαμερίσματα, που αγοράζουν τα πάντα επιτοπίως, και που διαθέτουν αρκετά από τα εισοδήματά τους για διασκέδαση, έχουν δημιουργήσει, σε καθημερινή βάση, μια άλλη όψη, πιο λαμπερή και πιο αισιόδοξη, σε σύγκριση με το πριν.
Υπάρχουν, ωστόσο, και οι σκοτεινές πλευρές αυτής της επιτυχίας, που ωστόσο ουδόλως βαρύνουν τους πρωτεργάτες της ίδρυσης του Δημοκρίτειου.
Και θα τις μεταφέρω απόψε και αυτές εδώ, ούσα σίγουρη ότι εκφράζω και τη συνέχεια των απαιτήσεων, για την περιοχή, μετά από τον θρίαμβο του Δημοκρίτειου, και όσων δεν είναι πια μαζί μας.
Το Δημοκρίτειο υπήρξε, όντως, μια εξαιρετική πρωτοβουλία για τη Θράκη. Της πρόσδωσε λάμψη και φτερά για να πετάξει. Αλλά, δεν αρκεί για την περίπτωσή της. Και ήδη προ πολλού, είναι η σειρά της Πολιτείας να συμπληρώσει τα υπόλοιπα.
Θα επανέλθω, λοιπόν, στη γκρίνια μου, που εμπεριέχεται σε σωρεία βιβλίων, άρθρων, συνεδρίων και ομιλιών μου, και που άρχισε από την αρχή της δεκαετίας του ’60, μόλις περάτωσα τις σπουδές μου στη Σορβόννη, και δεν έχουν σταματήσει ποτέ. Αναφέρομαι στο ελληνικό κράτος το οποίο όφειλε, αμέσως μετά την προσάρτηση αυτής της περιοχής, να τη θωρακίσει κατά απόλυτη προτεραιότητα, με δημόσιες επενδύσεις σε έργα υποδομής, με υψηλής ποιότητας δημόσια εκπαίδευση και δημόσια υγεία, με διευκόλυνση παροχής δανείων με ευνοϊκούς όρους σε ιδιώτες επιχειρηματίες για επενδύσεις στην περιοχή, με κατάρτιση και εφαρμογή ταχύρρυθμων αναπτυξιακών προγραμμάτων, τα οποία να αναδεικνύουν τις ιδιαιτερότητες της περιοχής, με διορισμό των αρίστων εκάστοτε δημοσίων υπαλλήλων, με εφαρμογή καλά μελετώμενων προγραμμάτων προσέγγισης ξένων επενδυτών, με ιδιαίτερες προδιαγραφές του μεταναστευτικού προγράμματος της περιοχής και προπαντός, όλα αυτά, με συνέχεια και συνέπεια. Δηλαδή, όχι όπως συνέβη πολύ συχνά στο διάστημα αυτής της πεντηκονταετίας, να εναλλάσσονται περίοδοι ενθουσιασμού, για τη Θράκη, μέσα στις οποίες να γίνονται έργα και να λαμβάνονται τα εκάστοτε δέοντα αναπτυξιακά μέτρα, αλλά στη συνέχεια αυτές να διαδέχονται από μακροχρόνιες περιόδους κρατικής αδιαφορίας και ουσιαστικής εγκατάλειψης της περιοχής.
Και στο σημείο αυτό να αναφερθώ στο κυριότερο αποτέλεσμα που θα έπρεπε να έχει η συνεχής κρατική φροντίδα για την εθνικά ευαίσθητη περιοχή της Θράκης: αυτή θα όφειλε προ πολλού να έχει καταλήξει στην επίτευξη κατά κεφαλήν εισοδήματος στην περιοχή υψηλότερου του αντίστοιχου μέσου εθνικού όρου. Δυστυχώς, ακόμη και σήμερα, το κατά κεφαλήν εισόδημα Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης είναι το χαμηλότερο σε σύγκριση με το αντίστοιχο κάθε άλλης περιοχής της επικράτειας, εκτός αυτού του Βορείου Αιγαίου. Όπως άλλωστε ήταν και στις δεκαετίες των προσπαθειών για την ίδρυση του Δημοκρίτειου. Τότε, και δυστυχώς φοβούμαι ότι ισχύει και σήμερα, η Θράκη εθεωρείτο από την Πολιτεία και τους δημοσίους υπαλλήλους ως, περίπου, τόπος εξορίας. Και τότε, όπως και σήμερα, μπορούμε να μιλήσουμε για τον οικονομικό και δημογραφικό γιγαντισμό της περιοχής της πρωτεύουσας, που καταπνίγει με την αδηφαγία και την αδιαφορία της τις αναπτυξιακές δυνατότητες της περιφέρειας.
Ανακεφαλαιώνοντας, θεωρώ ότι, σίγουρα, η συμβολή του Δημοκρίτειου στην ενίσχυση της γενικότερης φυσιογνωμίας της περιοχής είναι αποφασιστική και είναι αναμφισβήτητη. Δεν είναι, ωστόσο, αρκετή, αλλά αντιθέτως πρέπει το ταχύτερο να πλαισιωθεί και από ισχυρή κρατική φροντίδα. Απαιτείται κατεπειγόντως, ένας γενικότερος συντονισμός για τη λήψη μέτρων, που θα ανεβάσουν το κατά κεφαλή της εισόδημα και θα δημιουργήσουν ισχυρά αναπτυξιακά κίνητρα, έτσι που η Θράκη να περάσει στις ταχέως αναπτυσσόμενες περιοχές της Ελλάδας. Το Δημοκρίτειο έχει δημιουργήσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις, και θα αποτελέσει ισχυρότατο μοχλό ανάπτυξης όταν και αν συνυπάρξει με ισχυρή κρατική βοήθεια.
Τελειώνοντας, να αναφερθώ στην ανατροπή, που άρχισε εδώ και καιρό, αλλά σχηματοποιήθηκε στην τελευταία συνάντηση στο Davos. Εννοώ την αποπαγκοσμιοποίηση, η οποία φαίνεται να επιβάλλεται με την αγριότερη δυνατή μορφή της από τις ΗΠΑ, στη νέα διεθνή οικονομική τάξη. Συγκεκριμένα, με πολύ υψηλού βαθμού προστατευτισμό, ο οποίος, αν εφαρμοστεί σωστά στην Ελλάδα, στο χώρο κυρίως της περιφερειακής ανάπτυξης, θα μπορούσε να αναδείξει τις σημαντικές αναπτυξιακές δυνατότητες της Θράκης.
*Πρ. Πρύτανης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας – ομιλία στο ΙΗΑ ΖΟΟΜ Φόρουμ της 22ης Φεβρουαρίου 2023
Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του ΙΗΑ εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς – μέλη του ΙΗΑ. Η ιστοσελίδα του ΙΗΑ δεν λογοκρίνει, ούτε επεμβαίνει σε άρθρα – κείμενα των μελών του ΙΗΑ.