«Ποιος Τούρκος και ποιος Γκιαούρης;» Σημεία των καιρών ή ατυχές λεκτικό πυροτέχνημα;

Διάβασα την προεκλογική συνέντευξη του (συναδέλφου μου) μουσουλμάνου πολιτευτή της Νέας Δημοκρατίας στην εφημερίδα ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ και τις δηλώσεις του περί του εθνικού αυτοπροσδιορισμού του καθώς και την διαβεβαίωση του ότι θα αγωνισθεί για την αναγνώριση της Τουρκικής Ενωσης Ξάνθης.

Διάβασα την προεκλογική συνέντευξη του (συναδέλφου μου) μουσουλμάνου πολιτευτή της Νέας Δημοκρατίας στην εφημερίδα ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ και τις δηλώσεις του περί του εθνικού αυτοπροσδιορισμού του καθώς και την διαβεβαίωση του ότι θα αγωνισθεί για την αναγνώριση της Τουρκικής Ενωσης Ξάνθης. Παρακολούθησα, δυστυχώς στο διαδίκτυο, και το βίντεο που κυκλοφόρησε η ίδια εφημερίδα με την συγκέντρωση της συγκεκριμένης παράνομης οργάνωσης, όπου τοποθετήθηκαν υπέρ του Τουρκισμού τους διάφοροι αγωνιούντες αυτοαποκαλούμενοι ηγέτες της μειονότητας, είτε θεολόγοι, είτε δημοσιογράφοι, είτε πολιτευτές. Διάβασα, επίσης και το έντυπο που κυκλοφόρησε ο μουσουλμάνος πολιτευτής και νυν βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, όπου τόσο στο εξώφυλλο όσο και στο περιεχόμενο του τονίζεται και πάλι, η απαραίτητη όπως αποδείχθηκε τελικά, τουρκική εθνική επικάλυψη της υποψηφιότητας του.


          Προβληματίσθηκα διότι σε καμία από αυτές τις έντυπες ή προφορικές τοποθετήσεις τους δεν διάβασα ούτε άκουσα, συγκεκριμένες δεσμεύσεις για προώθηση συγκεκριμένων ζητημάτων που αφορούν τόσο στην μειονότητα όσο και στο σύνολο του πληθυσμού του Νομού , συγκεκριμένες προγραμματικές δεσμεύσεις για το καλό του τόπου, καταγραφή  προτεραιοτήτων που συμβάλλουν στην αναβάθμιση της ζωής των κατοίκων της περιοχής μουσουλμάνων και χριστιανών. Γιατί; Διότι οι επίδοξοι βουλευτές της μειονότητας ξεχνούν αυτό που καταμαρτυρούν στους άλλους! Οτι δεν είναι βουλευτές μόνο της μειονότητας, αλλά βουλευτές των Ελλήνων πολιτών, κατοίκων της περιοχής, χριστιανών και μουσουλμάνων. Αντίθετα διαπίστωσα την έκδηλη διάθεση προβολής ενός θρησκευτικού και εθνικού φανατισμού που οι παρούσες χρονικές συγκυρίες ουδόλως ευνοούν. Γιατί άραγε τόση αγωνία να προβάλλουν την τουρκική ταυτότητα τους; Γιατί τέτοιο ενοχλητικά, αυταρχικό ύφος; Μου δίνουν την αίσθηση σαν κάποιος να παρακολουθεί τις κινήσεις τους και βαθμολογεί τις τουρκικές τους κορώνες ωσάν καλούς μαθητές, και έχουν την αγωνία να τους βάλει προβιβάσιμο βαθμό. Γιατί μία τέτοια τουρκικά, επενδεδυμένη προεκλογική εκστρατεία; Ποιον εξυπηρετεί αυτή η ιδιότυπη προσπάθεια από μέρους των συγκεκριμένων προσώπων –ας μου επιτραπεί να χρησιμοποιήσω μία αδόκιμη ίσως έκφραση- «ταλιμπανοποίησης» της εκλογική συμπεριφοράς της μειονότητας, υπό την έννοια της ταύτισης της θρησκευτικής με την εκλογική συνείδησης; Μήπως η μειονότητα ελέγχεται καλύτερα αν περιχαρακωθεί και αυτοπεριορισθεί, αν ομαδοποιηθεί με εθνικούς προσανατολισμούς;


          Βλέπω λοιπόν όλους αυτούς τους κυρίους, αναγνωρίσιμα πρόσωπα της μειονότητας, να επιχειρούν να εμφανισθούν λίγο έως πολύ ως αυθεντικοί εκφραστές ενός λαού που βιώνει μία δυσάρεστη κατάσταση. Βέβαια είναι πάρα πολύ εύκολο για κάποιους σαν αυτούς, θα έλεγα συνιστά ιδιαίτερο προσόν να είσαι ήρωας όταν οι μάχες έχουν πιά τελειώσει, όταν δεν υπάρχει πραγματικός εχθρός, αυτό σου δίνει μία αίγλη αντάρτη – πολεμιστή δίχως να σε εκθέτει στον παραμικρό κίνδυνο, δηλαδή ήρωας-ηγέτης  εκ του ασφαλούς. Μου φαίνεται ότι αυτή η ίδια η επινόηση της αγχώδους προβολής του Τουρκισμού αυτών των κυρίων και ο διαγκωνισμός τους σε εθνικιστικές κορώνες, τείνει να δημιουργήσει μία νέας μορφής καταπίεσης στο μουσουλμανικό στοιχείο από τους ίδιους αυτούς τους αυτοαποκαλούμενους «ηγέτες» της μειονότητας, αφού επιδιώκουν να επιβάλλουν την σιωπή στους ομόθρησκούς τους που τολμούν να αμφισβητήσουν πρόσωπα και πρακτικές, αυτούς που νιώθουν ότι είναι ανάγκη για μεταρρυθμίσεις στον οικογενειακό κώδικα, στην ισότητα των δύο φύλων, στο δικαίωμα για αυτοπροσδιορισμό, όχι απαραίτητα εθνικό. Επιχειρούν να δημιουργήσουν όλοι αυτοί οι κύριοι, έναν ιδιόμορφο χριστιανικό ρατσισμό στους μουσουλμάνους συμπολίτες μας, αφού το να ανασύρεις χαρακτηρισμούς τύπου «γκιαούρηδες»  στην Ελλάδα του 2007, μόνο ως προσπάθεια διασποράς αμοιβαίας διχόνοιας μπορεί να εκληφθεί, αφού πιθανότατα δοκιμάζει τα αντανακλαστικά του χριστιανικού στοιχείου που δέχεται τέτοιους λεκτικούς ερεθισμούς. Ακουσα κούφια λόγια χειραγωγούμενων εξημμένων που δρούν υπό το κράτος μίας περίεργης «συγκίνησης». Ακουσα δύο γλώσσες, μία τη γλώσσα του θύματος από αξιοσέβαστους-υποτίθεται- θεολόγους που κατέφθασαν για να ενοχοποιήσουν το χριστιανικό στοιχείο και να δαιμονοποιήσουν τους κακούς γκιαούρηδες με φράσεις αδιανόητες για θρησκευτικό λειτουργό όπως «ας ψηφίσουμε τούρκο κιας είναι ο χειρότερος» ή «ο τούρκος μόνο με τούρκο φίλος γίνεται – καμία ψήφος τούρκου σε χριστιανό»,  και μία τη γλώσσα του «δήμιου» δημοσιογράφου που θέλει να μας εκφοβίσει, που προλέγει την εκλογική εκδίκηση της μειονότητας με συνθήματα τύπου «κατάρα στον τούρκο που ψηφίζει χριστιανό» και προτρέπει να απομονωθούν κοινωνικά όσοι προτιμούν χριστιανούς υποψηφίους.


          Ας μην κάνουμε λοιπόν ότι δεν καταλαβαίνουμε, ότι είμαστε κουφοί και τυφλοί.


          Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Πασκάλ Μπρυκνέρ, ένας Γάλλος συγγραφέας στο βιβλιο του με τίτλο η Τυραννία της μεταμέλειας, «οι μειονότητες λόγω των αδικιών που υπέστησαν, απόκτησαν ένα προνόμιο να είναι ανεπιφύλακτα αυτάρεσκες, εγκαταλείπονται στην ευχαρίστηση της αδιατάρακτης συνείδησης, επιδεικνύουν θορυβώδικα την προσωπικότητα τους, υπερηφανεύονται που είναι αυτό που είναι, αυτοεξυμνούνται, δεν βλέπουν στον εαυτό τους το παραμικρό ελάττωμα, δεν αυτοαμφισβητούνται ποτέ, μερικές φορές μάλιστα, ξεφεύγουν και από τον κοινό για όλους νόμο (το να ζητούμε να δίνουμε εξετάσεις για την λήψη άδειας οδήγησης στην τουρκική γλώσσα όταν η επίσημη γλώσσα του κράτους είναι η ελληνική, αλήθεια σε ποιο νόμο μπορεί να βρεί βάση; Σε ποιο κράτος;). Η λογική της θυματοποίησης που εφαρμόζουν και επιβάλλουν αυτοί οι «φωτισμένοι» κύριοι στους συντοπίτες μας μουσουλμάνους, είναι ένα πρόσκαιρο βάλσαμο αλλά και μία πρόσθετη ταπείνωση, μία διλημματική υποδούλωση όπου επειδή δεν υπάρχει εχθρός, τον εφευρίσκουμε. Κι όμως θα ήταν φρόνιμο να μην συντηρούν αυτό το συναίσθημα με μία ολόκληρη ρητορική οικτιρμού, ας μην τροφοδοτούν τους ομόθρησκούς τους με επιχειρήματα που οξύνουν την αβεβαιότητα τους για το μέλλον και εντείνουν τα αισθήματα απομόνωσης, ενώ προκαλούν ψευδεπίγραφα διλήμματα και αδικαιολόγητα αισθήματα καταπίεσης.      


          Αυτή η τακτική τους έχει ήδη ξεκινήσει με την δημιουργία «σωματείων» με καταστατικό και με σκοπούς που κινούνται στην ίδια λογική με τους συγκεκριμένους πολιτευτές που όπως διάβασα σε εφημερίδες παλιότερα, καταδεικνύουν την εκπόνηση ενός συγκεκριμένου σχεδίου με στρατηγική και μεθοδικότητα, ενώ επιβεβαιώνεται η άποψη ότι κάποιοι κύριοι της μειονότητας θέλγονται ιδιαίτερα στην προοπτική ενός μακρόπνοου σχεδίου αποσταθεροποίησης της περιοχής.


          Ας μην ξεχνούν όμως όλοι αυτοί, ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης και το δικαίωμα τούτο περιλαμβάνει την ελευθερία γνώμης ως και την ελευθερία λήψης ή μετάδοσης πληροφοριών ή ιδεών, χωρίς επέμβαση δημοσίων αρχών και ασχέτως συνόρων πλην, όμως, η άσκηση των ελευθεριών τούτων, συνεπαγόμενη καθήκοντα και ευθύνες, δύναται να υπαχθεί σε ορισμένες διατυπώσεις, όρους και περιορισμούς που προβλέπονται από το νόμο και αποτελούν αναγκαία μέτρα σε μία δημοκρατική κοινωνία για την εθνική ασφάλεια, την εδαφική ακεραιότητα ή δημόσια ασφάλεια, την προάσπιση της τάξης και πρόληψη του εγκλήματος, την προστασία της υγείας και της ηθικής, την προστασία της υπόληψης ή των δικαιωμάτων των τρίτων.          Από τις διατάξεις αυτές της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, συνάγεται ότι η δημόσια τάξη, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, μπορεί να θεμελιώσει θεμιτό περιορισμό των δικαιωμάτων που προβλέπονται από τις διατάξεις αυτές.


          Ως προς τα παραπάνω, η ελληνική δικαιοσύνη και η ελληνική πολιτεία οφείλει ένα ευχαριστώ σε όλους αυτούς τους αυτοαποκαλούμενους «ηγέτες» της μειονότητας που με τα λεγόμενα τους και τις ενέργειες τους, επιβεβαίωσαν το σκεπτικό της απόφασης του Αρείου Πάγου για την «Τουρκική Ενωση Ξάνθης» και εφοδίασαν το ελληνικό οπλοστάσιο με τα κατάλληλα επιχειρήματα για την υποστήριξη της ελληνικής θέση και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.   


          Ως προς τον απόηχο αυτών των συμβάντων, πιστεύω ότι η κοινωνία μας ανθίσταται. Πιστεύω πως έχει την ωριμότητα να απορροφήσει τέτοιους κραδασμούς στο κοινωνικό της υπόβαθρο. Λίγη περισσότερη ενεργοποίηση των δημοκρατικών ευαισθησιών μας χρειάζεται για να καταδείξουμε σε όλους αυτούς τους κυρίους, ότι κάνουν λάθος. Ότι οι πραγματικοί φίλοι δεν έχουν εθνικά διακριτικά γνωρίσματα, ότι χριστιανοί και μουσουλμάνοι κάτοικοι μίας ευρωπαϊκής χώρας, συνυπάρχουν επί εκατοντάδες χρόνια, ότι βεβαίως και γίνονται φίλοι και χριστιανοί και μουσουλμάνοι, και τουρκογενείς και πομάκοι και ρόμ. Ατυχώς γι ‘ αυτούς τους κυρίους, οι εξελίξεις τους προσπέρασαν. Αν δεν αλλάξουν ιδέες, θα απομείνουν πλέον φαντάσματα του παρελθόντος, σκιές του παρασκηνίου που διεκδικούν με αγωνία ρόλο πρωταγωνιστή, ανασύροντας από το παρελθόν συνθήματα διχαστικά, γιατί μόνο με αυτά γίνονται διακριτοί, αναγνωρίσιμοι. Τα προβλήματα πλέον του λαού δεν έχουν χρώμα, δεν έχουν θρησκεία, δεν έχουν εθνικό χαρακτήρα. Υπάρχει οργανωμένο κράτος, υπάρχει έννομη τάξη, υπάρχουν νόμοι και κανόνες τους οποίους όλοι οφείλουν να σέβονται, υπάρχουν νόμιμοι μουφτήδες και νόμιμες οργανώσεις, υπάρχουν νόμιμες εκλογές όπου οι πολίτες πρέπει να εμπιστεύονται τους καλύτερους και τους αξιότερους για εκπροσώπους τους. Το να διεκδικείς την ψήφο του λαού, σε μία δημοκρατική κοινωνία, και την ίδια ώρα να δυναμιτίζεις την ευημερία και την κοινωνική ειρήνη της ίδιας της Πολιτείας που υποτίθεται σε πληρώνει αδρά για να συμβάλλεις με την βουλευτική σου ιδιότητα στην ιστορική μετεξέλιξη της, είναι τουλάχιστον απαράδεκτο. Σε κάθε περίπτωση πάντως οι ανωτέρω εμπρηστικές φράσεις, έχουν και ποινικό ενδιαφέρον κατ’ άρθρο 192 ΠΚ.


          Το μόνο δίλημμα που υπάρχει αυτή την στιγμή στην μειονότητα είναι ένα: Θα υιοθετήσει τις συγκεκριμένες πρακτικές αυτών των κυρίων που επιθυμούν να της προσδώσουν χαρακτηριστικά που δεν της ταιριάζουν, που θέλουν να την απομονώσουν και να την κρατήσουν μακριά από την μετεξέλιξη της κοινωνίας για να συντηρούν έτσι την δική τους ετερόφωτη παρουσία σε ρόλο πρωταγωνιστή, ή θα τους προσπεράσει; Διότι θα πρέπει να ξεκαθαρίσει αν  το εκλογικό αποτέλεσμα είναι τελικά προϊόν δικής της, ελεύθερης βούλησης.


          Προσωπικά παρακολουθώ και διαβάζω με ενδιαφέρον τις δηλώσεις των συγκεκριμένων κυρίων. Τολμώ να πώ ότι έτσι όπως μας πιέζουν να τους δούμε ως αντιπάλους, μας βοηθούν να παραμένουμε σε εγρήγορση, σε ετοιμότητα. Αλλωστε ο Θουκυδίδης είπε «Η έχθρα σας μας κάνει λιγότερο κακό από την φιλία σας» στην λογική ότι ο αντίπαλος μας βάζει στην αντιφατική κατάσταση να θέλουμε να τον αντιμετωπίσουμε με επιτυχία αλλά και να θέλουμε να τον διατηρήσουμε για να διαφυλάξουμε την ενεργητικότητα μας. Είναι ταυτόχρονα αντιπαθής και επιθυμητός.


         


 

Σχετικά Άρθρα

Back to top button