ΖΗΤΟΥΝΤΑΙ ΗΓΕΤΕΣ ΠΟΥ να γνωρίζουν ιστορία

Παρακολουθώντας την εξέλιξη της υποθέσεως της απεργίας των ΤΑΞΙ, κατέληξα στο δυσάρεστο συμπέρασμα, ότι τελικά εμείς οι Ελληνες, δεν αγαπούμε την χώρα μας.Νιώθουμε μία απίστευτη αποστροφή για οτιδήποτε έχει να κάνει με δημόσιο συμφέρον, με αλληλεγγύη με συναντίληψη του ρόλου που διαδραματίζει ο καθένας στο κοινωνικό γίνεσθαι.

Παρακολουθώντας την εξέλιξη της υποθέσεως της απεργίας των ΤΑΞΙ, κατέληξα στο δυσάρεστο συμπέρασμα, ότι τελικά εμείς οι Ελληνες, δεν αγαπούμε την χώρα μας.Νιώθουμε μία απίστευτη αποστροφή για οτιδήποτε έχει να κάνει με δημόσιο συμφέρον, με αλληλεγγύη με συναντίληψη του ρόλου που διαδραματίζει ο καθένας στο κοινωνικό γίνεσθαι. Ετσι όπως μας κατάντησαν όλες αυτές οι πολιτικές μετριότητες που μας κυβέρνησαν τα τελευταία τριάντα χρόνια, γίναμε πλέον η χώρα της ατομικότητας, της ιδιωτείας, της κοινωνικής αδιαφορίας και αναλγησίας, της απαξίωσης κάθε έννοιας κοινωνικής συνοχής, ομοψυχίας, ευημερίας, της αντίληψης της αναγκαιότητας να δρούμε συλλογικά, δημοκρατικά και με πνεύμα δικαίου.

Από το πώς αντιλαμβανόμαστε τον τρόπο της διεκδίκησης των ατομικών μας αναγκών, μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε πώς οδηγηθήκαμε στους προπηλακισμούς τουριστών – επισκεπτών της χώρας μας, πώς αδιαφορούμε ως συντεχνίες για τις ανάγκες των άλλων επαγγελματικών τάξεων που πλήττονται από την δική μας αγωνιστική διεκδίκηση.   

Όχι, δεν αγαπούμε την χώρα μας και μεγαλύτερη απόδειξη αυτής διαπίστωσης είναι οι δικές μας επιλογές, στην διακυβέρνηση της.Πάντα διαλέγαμε τους ευχάριστους και όχι τους χρήσιμους και ικανούς, τους γόνους πολιτικών «τζακιών» και όχι τους αυτοδημιούργητους, τους «μπαλκονάτους» και όχι τους λιτούς, κοντολογίς διαλέγαμε τους πλέον ακατάλληλους και τους εμπιστευτήκαμε την τύχη της πατρίδας μας, γιατι απλά σκεφτόμασταν το στενό, ατομικό μας συμφέρον. Σκεφτόμασταν τον διορισμό μας αναξιοκρατικά στο δημόσιο, την μετάθεση μας στο Στρατό σε κάποια μονάδα δίπλα στο σπίτι μας, την προνομιακή ανάδειξη μας σε βάρος του ικανότερου συναδέλφου μας, την κάλυψη της δικής μας μικροπαρανομίας, την νομιμοποίηση του δικού μας «αυθαιρέτου», κ.ο.κ θέλαμε να καλύψουμε την δική μας κομπλεξική αναγκαιότητα να αισθανθούμε ρυθμιστές του πολιτεύματος, έχοντας τον βουλευτή προσκεκλημένο στο γάμο μας ή στην βάφτιση του παιδιού μας.

Πόσο πονά άραγε η διαπίστωση ότι πληρώνουμε ως λαός τις επιλογές μας; Αν αναλογισθούμε πόσα εύκολα και εύηχα συνθήματα εκστόμισαν οι πολιτικοί μας ηγέτες όλα αυτά τα χρόνια, που διαρκούσαν έως ότου κάτσουν στην καρέκλα της εξουσίας. Μίλησαν για συστήματα υγείας- παιδείας, για πάταξη της γραφειοκρατίας και άλλα πολλά, κι όμως ακόμη είμαστε μια χώρα τριτοκοσμική, με πόλεις χωρίς βιολογικούς καθαρισμούς και χωρίς ανακύκλωση, χωρίς σιδηρόδρομους, χωρίς υποδομές, με φακελάκια στην υγεία και με αναξιόπιστη παιδεία. Πολιτικοί ανίκανοι, πονηροί, φαύλοι, μας καλλιέργησαν το μοντέλο της υπερκατανάλωσης για να μπορούν να κρύψουν την «αρπαχτή» τους, και ύστερα ως Ποντιοι Πιλάτοι να μιλούν σαν μην ξέρουν, σαν να μην πήραν είδηση τι συνέβη, σαν να τους Μαντέληδες που δεν ήξεραν ποιος έβαλε τις μίζες-χορηγίες στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους, σαν τους Ακηδες που ζήλεψαν τους Λάτσηδες  και με τον μισθό του Υπουργού αγόραζαν σπίτια εκατομμυρίων ευρώ στον ακριβότερο δρόμο της Αθήνας.  

Κάνοντας την αυτοκριτική μου όμως, δεν απαλλάσσω τον εαυτό μου ως πολίτη από την κατάντια αυτής της χώρας. Ομως η αλήθεια είναι ότι για πρώτη φορά συνειδητοποιώ το μέγεθος της απάτης που διαπράχθηκε σε βάρος όλων των πολιτών αυτής της χώρας από τις επίδοξες κυβερνητικές ηγεσίες και οργίζομαι! Και κυρίως οργίζομαι με την τωρινή ηγεσία της χώρας μας η οποία υποθηκεύει το μέλλον ημών και των παιδιών μας, ερήμην ημών.

Όπως διάβασα σε ένα ιστότοπο  και συμφωνώ απόλυτα «ποτέ στην νεότερη Ιστορία μας από το 1974 έως και σήμερα, σε τόσο δύσκολους καιρούς δεν είχαμε πιο αναντίστοιχη ηγεσία. Ποτέ δεν μας κυβέρνησαν άνθρωποι που να διαπνέονται από τέτοια περιφρόνηση για τον Λαό, τόσο ξένοι με την φιλοτιμία του, τις ανάγκες και την Ιστορία του». Αυτό που συντελείται σε βάρος της πατρίδας μας είχε προαποφασισθεί από καιρό, από τα ίδια ξένα κέντρα που έχουν – πιστεύω- λόγο στα πολιτικά πράγματα της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες. Ενας πρωθυπουργός που πολιτεύθηκε με το απατηλό σύνθημα «Λεφτά υπάρχουν», δεν μπορεί να ζητά συναίνεση και κοινωνική αποδοχή. Δεν μπορεί να ζητά θυσίες, όταν αποκαλύπτεται πως ένα χρόνο πριν έρθει στην εξουσία, είχε προαποφασίσει την υποδούλωση μας στο ΔΝΤ, δεν μπορεί να παίζει τον ανυποψίαστο  ηγέτη, όταν ήξερε από πριν τι θα συναντούσε, δεν μπορεί να βγαίνει στους δρόμους διαδηλώνοντας με τους συνδικαλιστές του, ως καλός ηθοποιός  όντας στην αντιπολίτευση και μετά ως κυβέρνηση να το παίζει αθώα κορασίδα. Πώς ζητά να τον πιστέψουμε,  όταν έχει προ πολλού χάσει και το τελευταίο ίχνος αξιοπρέπειας και αξιοπιστίας, ως Πρωθυπουργός σοσιαλιστικών οραμάτων και μεγάλων λόγων αλλά ανύπαρκτων έργων, πιστός θιασώτης των Αμερικάνων και της παγκόσμιας διακυβέρνησης. Αυτός, η αμερικανόπληκτη κουστωδία του (Παναρίτη, Ρόντο, κλπ) η αγγλομανής Υπουργός Παιδείας του, έχουν βαλθεί να διαγράψουν από την μνήμη μας καθετί ελληνικό, και να μας κάνουν κομπλεξικά αγγλόφωνα ρακένδυτα ανθρωπάκια να πανηγυρίζουμε μπροστα στην οθόνη της τηλεόρασης μας με τις ελληνικές σειρές (Ντάνσιγκ γουίδ δε σταρς, γκρικ αϊντολ, τζαστ δε του οφ ας,) απολαμβάνοντας την τεχνολογία του γουατς απ, φρι του γκοου και του λάπτοπ. Για πρώτη φορά αισθάνομαι τόσο καθαρά, ότι η χώρα μου έχει εγκαταλειφθεί στην τύχη της, καθώς αυτοί που την κυβερνούν, δεν έχουν επίγνωση της ελληνικής θέσης και ιστορίας, καθώς έχουν συμβιβασθεί με την ιδιότητα του απλού θεατή μιας προαποφασισμένης κατάστασης. Η συνειδητή απαξίωση των σχέσεων μας με την Ρωσία και την Κίνα, δεν είναι τυχαία, ούτε τυχαία είναι η απαξίωση της Θράκης και η εγκατάλειψη της να αποτελεί τον σάκο εκτόνωσης του τουρκικού επεκτατισμού. Δεν είναι δυνατόν Τούρκοι επίσημοι να πηγαινοέρχονται στην Θράκη, χωρίς συνοδεία ελληνα εκπροσώπου της Πολιτείας, δεν είναι δυνατόν Ελληνες μουσουλμάνοι βουλευτές να κάνουν δηλώσεις στήριξης νέου «τουρκικού» κόμματος, δεν είναι δυνατόν έλληνες μουσουλμάνοι δημοσιογράφοι να συμμετέχουν σε διεθνή φόρα διασύροντας και δυσφημώντας την Ελλάδα για λογοκρισία και φίμωση του Τύπου και κανένας να μην αντιδρά. Ολοι πλέον συζητούν για «απώλεια» της Θράκης, και η Κυβέρνηση σιωπά ένοχα. Θέλουν να μας κάνουν να σκεφτόμαστε μόνο την οικονομική συμφορά που έρχεται, κατά τις ορέξεις των τραπεζιτών και των πρωθυπουργών – υπαλλήλων τους. Να αγνοούμε όλα τα υπόλοιπα, την ιστορία μας, την παιδεία μας, τον πολιτισμό μας, την περηφάνια μας, όλα αυτά που μας ανέδειξαν σε πρωταγωνιστές της παγκόσμιας ιστορίας. Θελουν να μας κάνουν να αισθανόμαστε ένοχοι (ισχυριζόμενοι ότι «μαζί τα φάγαμε») και γεμάτοι τύψεις να σκύψουμε για να μας κατεβάσουν και τα παντελόνια. Μας φτύνουν οι γείτονες και εμείς λέμε «βρέχει». Και μέσα στην ίδια μας την χώρα ξένοι παράγοντες  με μουστάκια και κοιλιές, τυχάρπαστοι και κατσικοκλέφτες, μας γελοιοποιούν και μας εξευτελίζουν, γιατί επιλέξαμε να μας κυβερνούν ανεπαρκείς, ψεύτες, απατεώνες και δοσίλογοι που δεν έχουν κανένα πρόβλημα να συνδέσουν το όνομα τους με ότι πιο ατιμωτικό συμβεί στη πατρίδα μας, φτάνει να πάρουν τα εύσημα του υπάκουου και του πρόθυμου.

Ο Χάρολντ Πίντερ κατά την τελετή απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2005 είχε πεί μεταξύ άλλων « Για να διατηρηθεί η πολιτική εξουσία είναι αναγκαίο οι πολίτες να παραμείνουν στην αμάθεια, να αγνοούν την αλήθεια, ακόμα και την αλήθεια της δικής τους ζωής. Ως εκ τούτου, ό,τι μας περιβάλλει είναι ένα απέραντο υφαντό από ψέματα, από τα οποία τρεφόμαστε».

 Κιόμως υπάρχει ελπίδα.«Μια κατάσταση σοκ δεν είναι απλά αυτό που παθαίνουμε όταν μας συμβαίνει κάτι κακό. Είναι αυτό που μας συμβαίνει όταν χάνουμε το πλαίσιο αναφοράς μας, όταν χάνουμε τις αφηγήσεις μας, όταν αποπροσανατολιζόμαστε. Αυτό που μας κρατάει προσανατολισμένους και σε επαγρύπνησηείναι η ιστορία μας. Μια περίοδο κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε σήμερα, είναι πολύ καλή στιγμή για να αναστοχαστούμε την Ιστορία, να εντοπίσουμε ιστορικές συνέχειες και διαδρομές. Είναι καλή στιγμή για να τοποθετήσουμε τους εαυτούς μας στη μακρά ανθρώπινη ιστορία του αγώνα.» βλ. Ναόμι Κλάιν από το ΔΟΓΜΑ ΤΟΥ ΣΟΚ.

Ζητούνται λοιπόν ηγέτες για να μας βοηθήσουν να βρούμε την θέση μας στο ιστορικό γίγνεσθαι, στην παγκόσμια σκηνή.Υπάρχουν άραγε; Απάντηση στο ερώτημα θα δώσουμε αν  «υπάρχουν ανάμεσα μας ακόμη αγωνιστές, ασυμβίβαστοι, συνειδητοποιημένοι, θαρραλέοι συμπολίτες μας» για να τραβήξουν μπροστά. Πιστεύω πως ναι.

Γιατί τετελεσμένα για έναν προικισμένο λαό, δεν υπάρχουν.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button