Περπατώντας στις διαδρομές των προσφύγων στην Ξάνθη
Έχοντας ως αφετηρία την Πλατεία Ελευθερίας και το Μνημείο Προσφυγικού Ελληνισμού, ξεκινήσαμε το πρωί του Σαββάτου ένα ταξίδι μεταξύ του παρελθόντος και του παρόντος της πόλης μας, με τη «Σμυρνιοπούλα» του Νίκου Πλατύραρχου, να σηματοδοτεί, ως μουσικό λάιτ μότιφ, την εναλλαγή μεταξύ στάσης και πορείας προς τα σημεία σταθμούς της περιήγησης. Ο νέος δωρεάν ιστορικός περίπατος του προγράμματος Δράσεις Ιστορίας Μνήμης Πολιτισμού στους αστικούς προσφυγικούς συνοικισμούς της Ξάνθης, επικεντρώθηκε στην περιοχή των Συνοικισμών Στρατώνων και Κυψέλης, καθώς πρόκειται για τη μεγαλύτερη, χωρικά, αστική προσφυγική εγκατάσταση.
Με οδηγούς τους υπ. Διδ. Ειρήνη – Χαρά Τσετινέ και Σταύρο Γιαβρίδη, και με τις παρεμβάσεις της βιομηχανικής αρχαιολόγου και μουσειολόγου, Μαρίας Πετρά, του διευθυντή του 4ου Δημοτικού Σχολείου Ξάνθης, Θεόδωρου Μακρογιαννόπουλου, και του ερευνητή, Τάσου Τεφρωνίδη, οι συμμετέχοντες και οι συμμετέχουσες είχαν την ευκαιρία να εξοικειωθούν με ζητήματα τοπικής ιστορίας, τη δράση οργανισμών που ανέλαβαν τη στεγαστική αποκατάσταση των προσφύγων, όπως είναι το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων και η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, καθώς και με τη ζωή των προσφυγών στη νέα τους πατρίδα. Εκ μέρους του προγράμματος Δράσεις Ιστορίας Μνήμης Πολιτισμού, ο Νίκος Κοσμίδης ευχαρίστησε το κοινό της Ξάνθης και τους φίλους του προγράμματος για τη συμμετοχή τους στις ευκαιρίες συνάντησης με τη μνήμη που οι μέχρι τώρα διοργανώσεις προσέφεραν. Ευχαριστίες απευθύνθηκαν και στον διευθυντή του Ιδρύματος Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης, Ανδρέα Ματζάκο, για την πάντα θετική διάθεση στήριξης του σημαντικού πολιτιστικού φορέα προς τις προτάσεις του προγράμματος.
Κατά τη διάρκεια της περιήγησης, παρουσιάστηκε το εποικιστικό έργο στην Ξάνθη, δίνοντας έμφαση στους κτιριακούς τύπους που εφαρμόσθηκαν, στην κατασκευαστική δομή των κατοικιών, η οποία σε πολλές περιπτώσεις αντικατοπτρίζει τον τόπο καταγωγής των προσφύγων, και στα ποικίλα μορφολογικά τους χαρακτηριστικά, τα οποία προσδίδουν μια ευχάριστη αισθητικά, μη αναμενόμενη, ανομοιομορφία στο σύνολο. Μέσα από παραδείγματα υφιστάμενων κατοικιών, εντοπίστηκαν οι συνήθεις προσθήκες και αλλοιώσεις τους, τις οποίες έχουν υποστεί με το πέρασμα του χρόνου. Μεταξύ των στάσεων, επίσκεψη πραγματοποιήθηκε και στον Παιδικό Σταθμό «Το Πρότυπο», ο οποίος στεγάζεται σε κτήριο ανάλογου τύπου στη συγκεκριμένη περιοχή.
Κατά τη διάρκεια του περιπάτου, επισημάνθηκαν, επίσης, το ζήτημα του «αστικού κενού» και τέθηκαν προβληματισμοί σχετικά με την επανάχρηση όχι μόνο των εγκαταλελειμμένων προσφυγικών κατοικιών αλλά και του υπαίθριου χώρου που προκύπτει μετά την κατεδάφισή τους. Ιδιαίτερη μνεία έγινε στον εξωστρεφή τρόπο ζωής των προσφύγων και στα προβλήματα που αντιμετώπισαν στην καθημερινότητά τους. Η πορεία μας κατέληξε στο εμβληματικό κτίριο του 4ου Δημοτικού Σχολείου, όπου συζητήσαμε για τις αυξημένες ανάγκες των προσφυγόπουλων για σχολικές αίθουσες, το οικοδομικό πρόγραμμα ανέγερσης σχολικών κτιρίων του Μεσοπολέμου και την εισαγωγή ενός νέου, παιδοκεντρικού, εκπαιδευτικού μοντέλου.
Ο απολογισμός καταλήγει σε έναν ιστορικό περίπατο που είχε αρκετές όψεις: διεπιστημονικότητα, διαγενεακότητα και γενναιοδωρία στο μοίρασμα της γνώσης. Οι ιστορικοί περίπατοι του προγράμματος Δράσεις Ιστορίας Μνήμης Πολιτισμού εμπνέονται και πορεύονται μέσα από τη λογική των κυκλωτικών χορών του τόπου μας, όπου ο καθένας κομίζει το δικό του κομμάτι. Γι’ αυτό τον λόγο άλλωστε αποφασίσαμε πέρα από το επιστημονικό μέρος του αρχιτεκτονικού αποτυπώματος της προσφυγιάς στην πόλη μας (το κεντρικό θέμα της περιήγησης), αυτό να διανθιστεί και με ιστορικά, πολιτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά στοιχεία, χρησιμοποιώντας παράλληλα τα εργαλεία της μουσειολογίας και του κινηματογράφου, επιδιώκοντας τη διάδραση με το κοινό: τη μουσική, γιατί πάντα δίνει ρυθμό στο περπάτημα και στη σκέψη μας, την αναπαράσταση ενός στιγμιότυπου γειτονιάς (μια κουρελού σε ένα σκαλοπάτι ενός προσφυγικού σπιτιού) και στο τέλος ένα κέρασμα με σπιτικό λικέρ για όσες και όσους παρακολούθησαν τον περίπατο. Γιατί τα κεράσματα δεν περισσεύανε ποτέ από τα σπίτια των ανθρώπων που είχαν τις πόρτες τους ανοιχτές για τον ξένο, για τον γείτονα.