ΙΣΧΥΡΟ ΠΡΟΒΑΔΙΣΜΑ Ν.Δ. ΚΑΙ Κ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

Ισχυρό προβάδισμα στο εκλογικό σώμα, εξακολουθεί να διατηρεί η Ν.Δ., ενώ στα ύψη παραμένει η δημοτικότητα του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, ένα χρόνο μετά τις εκλογές του 2004 και μέσα στην πυκνή κορύφωση της κρίσης στην Εκκλησία και στη Δικαιοσύνη, όπως προκύπτει από δημοσκόπηση της Opinion για την “Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία”. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην παράσταση νίκης, η Ν.Δ. προηγείται του ΠΑΣΟΚ με διαφορά 38 μονάδων!

Ισχυρό προβάδισμα στο εκλογικό σώμα, εξακολουθεί να διατηρεί η Ν.Δ., ενώ στα ύψη
παραμένει η δημοτικότητα του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, ένα χρόνο μετά τις εκλογές
του 2004 και μέσα στην πυκνή κορύφωση της κρίσης στην Εκκλησία και στη Δικαιοσύνη,
όπως προκύπτει από δημοσκόπηση της Opinion για την "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία".
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην παράσταση νίκης, η Ν.Δ. προηγείται του ΠΑΣΟΚ με διαφορά
38 μονάδων!

Τα ευρήματα σε ό,τι αφορά την πρόθεση ψήφου φέρνουν τη Ν.Δ. να διατηρεί έναντι του
ΠΑΣΟΚ προβάδισμα 4 μονάδων, ενώ παράλληλα, η δυνητική επιρροή των εκτός κυβερνητικού
παιχνιδιού μικρών κομμάτων εμφανίζει αυξητική τάση:

Το ΚΚΕ καταγράφεται σε επίπεδα ανώτερα της απήχησής του στις περσινές εκλογές, ο
ΣΥΝ δείχνει να απαλλάσσεται από την αγωνία της κοινοβουλευτικής του επιβίωσης, ενώ
το νεοπαγές όσο και εντυπωσιακά συμπαγές κόμμα του Γ.Καρατζαφέρη, το ΛΑΟΣ, φαίνεται
να διαβαίνει το κατώφλι του Κοινοβουλίου.

Το ΠΑΣΟΚ έχει ισχυρότερη επιρροή στις νεότερες ηλικίες (18-34 ετών), καταγράφοντας
ελαφρά υπεροχή έναντι της Ν.Δ., η οποία όμως αντισταθμίζεται στις μεγαλύτερες ηλικίες
με προβάδισμά της ακόμα και στις 8 μονάδες.

Οι συσχετισμοί των δύο μεγάλων κομμάτων είναι περισσότερο ανοιχτοί και ανταγωνιστικοί
στα στρώματα που υστερούν σε (τυπική) μόρφωση, ενώ η Ν.Δ. επιβεβαιώνει τη μεγάλη
υπεροχή της στις περισσότερο μορφωμένες και πολιτικά κρίσιμες ομάδες της τριτοβάθμιας
εκπαίδευσης, όπως είχε αποτυπωθεί και στα exit polls στις περσινές εκλογές.

Αυτή η κοινωνική διαφοροποίηση στην πρόθεση ψήφου μπορεί να μην είναι άμοιρη της
γενικότερης απαισιοδοξίας και δυσπραγίας και των οποίων οι προεκτάσεις αγγίζουν
πρωτίστως τα περισσότερο ευάλωτα στρώματα.

Έτσι, πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια, δεν είναι πλέον το πρόβλημα της ανεργίας
που κατέχει την πρώτη θέση στις αναφορές για τα "σημαντικότερα προβλήματα της χώρας",
μολονότι το σχετικό ποσοστό είναι υψηλότατο: την πρώτη θέση, με συντριπτικό ποσοστό
73%, κατέχει η δίδυμη αναφορά στο πρόβλημα της οικονομίας και της ακρίβειας.

Σε αντιστοιχία και οι τάσεις της κοινής γνώμης στα ζητήματα της οικονομικής κατάστασης
της χώρας και των προοπτικών της και της προσωπικής οικονομικής κατάστασης.

Η μεγάλη πλειονότητα έχει πράγματι εμπεδώσει την άποψη που διατυπώνει η κυβέρνηση
για την άσχημη κατάσταση της οικονομίας, θεωρώντας, σε ποσοστό 63%, ότι τα πράγματα
"είναι χειρότερα" σε σύγκριση με πέρυσι, ενώ το ίδιο πιστεύει για την προσωπική
οικονομική κατάσταση το 53%.

Αυτή η "διαπίστωση" περί δυσπραγίας είναι εντονότερη στα λαϊκά στρώματα και στην
ύπαιθρο και μετατρέπεται σε απαισιοδοξία για την προοπτική των οικονομικών της χώρας
τον επόμενο χρόνο, με ποσοστό που πλησιάζει το 50% να προβλέπει περαιτέρω επιδείνωση.
Να σημειωθεί ότι η απαισιοδοξία αυτή εκφράζεται και από το 30% σχεδόν των ψηφοφόρων
της Ν.Δ. του 2004, εκ των οποίων μόνον το 1/3 φέρεται αισιόδοξο για τις εξελίξεις.
Πρέπει επίσης να

συνεκτιμηθεί και το γεγονός ότι είχε ουσιαστικά τελειώσει η έρευνα πεδίου της παρούσας
δημοσκόπησης, όταν ανέκυψε το "πρόβλημα ΛΑΦΚΑ" με τις κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις
του.

Δεν είναι τυχαίο, ότι η "παράσταση νίκης" που έχει το κοινό για την περίπτωση που
"οι εκλογές γίνονταν αύριο" δίνει μια διαφορά 38 μονάδων υπέρ της Ν.Δ., όταν στην
τελευταία πριν από τις περσινές εκλογές δημοσκόπηση, η διαφορά της αυτή βρισκόταν
στις 23 περίπου μονάδες.

Την αίσθηση αυτή για τη ριζική υπεροχή που διαθέτει σήμερα η Ν.Δ. στον πολιτικό
ανταγωνισμό συμμερίζεται η πλειονότητα των ψηφοφόρων της αριστεράς, αλλά και 1 στους
3 ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ. Πρόκειται για μια

αίσθηση που κατοπτρίζει την αμυντική θέση στην οποία βρίσκεται το κόμμα της μείζονος
αντιπολίτευσης, καθώς και την αδυναμία του να προβάλει πειστικά ως διεκδικητής της
διακυβέρνησης.

Ενδεικτικό της αδυναμίας του αυτής είναι και το ότι συγκεντρώνει μόνον ένα 25% των
προτιμήσεων ως "ικανότερο κόμμα για τη διακυβέρνηση της χώρας", με τη Ν.Δ. να βρίσκεται
σε ποσοστό ανώτερο του 35%. Συναφές προς αυτό είναι και το ότι μόλις το 18,5% επιθυμεί
να θέσει το ΠΑΣΟΚ ως στόχο στο συνέδριό του "να κυβερνήσει πάλι τη χώρα".

Τέλος, σε μια κρίσιμη παράμετρο διαμόρφωσης των πολιτικών συσχετισμών στο πρωθυπουργοκεντρικό
σύστημα της χώρας, με ποσοστό μεγαλύτερο του 30% του

κοινού να δηλώνει ότι ψηφίζει με κριτήριο την εκλογή του καταλληλότερου στην πρωθυπουργία,
τα δεδομένα της δημοσκόπησης επιβεβαιώνουν μια σημαντική υστέρηση του χώρου της
αξιωματικής αντιπολίτευσης προς αποκλειστικό όφελος -δικομματισμού ένεκα- του χώρου
του κυβερνώντος

κόμματος.

Στη δίδυμη εκδοχή της ερώτησης περί του καταλληλότερου πρωθυπουργού, ο Κ. Καραμανλής
δείχνει να έχει τη δυνατότητα κεφαλαιοποίησης της εν γένει θετικής εικόνας του και
μεταφοράς της χωρίς απώλειες στην ιδιότητά του ως

επικεφαλής της εξουσίας: θεωρείται καταλληλότερος σχεδόν από το 50% της κοινής γνώμης,
με τον κ. Παπανδρέου να συγκεντρώνει το πολύ χαμηλό ποσοστό, συγκριτικά προς την
περσινή αντίστοιχη προεκλογική του επίδοση, 32%.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button