Ειδήσεις

ΑΜΕΣΗ ΚΑΙ ΕΜΜΕΣΗ ΓΥΝΑΙΚΟΚΤΟΝΙΑ – Η «ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ» ΤΗΣ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΜΟΥΤΖΑΝ ΜΑΡΤΙΝΕΓΚΟΥ (1801 – 1832)
Του Θανάση Μουσόπουλου

Αυτό το διάστημα ξανα-διαβάζω την «Αυτοβιογραφία» της Ελισάβετ Μπουτζάν Μαρτινέγκου, με εισαγωγή – επιμέλεια του αλησμόνητου Βαγγέλη Αθανασόπουλου (1946 -2011) στις εκδόσεις Ωκεανίδα, 1997/9, σελ. 197.

Διάφορα γεγονότα που συμβαίνουν στον καιρό της πανδημίας, όχι μόνο στη χώρα μας, με οδήγησαν στην ανάγνωση αυτής της μαρτυρίας μέσα σ’ αυτό το σκηνικό.

Συγχρόνως, συνέπεσε η Εφημερίδα των Συντακτών, με την επιμέλεια και εισαγωγή του Δημήτρη Ψαρρά, που πρόσφατα δημοσίευσε το εξαιρετικό βιβλίο «Πώς συλλογάται ο Ρήγας; Επιστροφή στις πηγές», να εκδώσει το βιβλίο «Ο έρωτας στα χρόνια της επανάστασης – τρία ερωτικά διηγήματα του Ρήγα και των συντρόφων του», σελ. 130.

Θα επιχειρήσω να παρουσιάσω την Αυτοβιογραφία της Ελισάβετ  Μαρτινέγκου που γράφτηκε στα τελευταία χρόνια της σύντομης ζωής της και που εκδόθηκε μόλις το 1881 από τον γιο της. Πρόκειται για ένα τεκμήριο των αρχών του 19ου αιώνα. Ας το εντάξουμε στο Διαφωτισμό και στα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821.

*

Θα ανοίξουμε τον προβληματισμό μας με λίγη «θεωρία».

Ο ιστορικός Χαράρι στο έργο του Sapiens σε πολλά σημεία αναφέρεται στα φύλα, στη σχέση και στην ιεραρχία. Σπαράγματα της σκέψης του:

«Οι περισσότερες κοινωνικοπολιτικές ιεραρχίες στερούνται λογικής ή βιολογικής βάσης – δε είναι τίποτα άλλο από τη διαιώνιση τυχαίων συμβάντων που υποστηρίζονται από μύθους […] Παντού οι άνθρωποι χωρίζονται σε άντρες και γυναίκες. Και σχεδόν παντού, οι άντρες έπαιρναν το φιλέτο, τουλάχιστον από την Αγροτική Επανάσταση και μετά […] Σε πολλές κοινωνίες οι γυναίκες ήταν απλώς ιδιοκτησία των ανδρών, συνήθως του πατέρα, του συζύγου ή των αδελφών τους […] Στην πραγματικότητα, οι αντιλήψεις μας για το “φυσιολογικό“ και το  “αφύσικο“ δεν προέρχονται από τη βιολογία, αλλά από τη χριστιανική θεολογία […] Οι περισσότεροι νόμοι, κανόνες, δικαιώματα και υποχρεώσεις που ορίζουν τον ανδρισμό και τη θηλυκότητα αντανακλούν περισσότερο την ανθρώπινη φαντασία παρά τη βιολογική πραγματικότητα».

*

Θα προσεγγίσουμε πρώτα  τη ζωή και το πλούσιο έργο της  Ελισάβετ Μουτζάν Μαρινέγκου.

Η Ελισάβετ Μουτσά(ν) γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, κόρη του Φραγκίσκου Μουτσά(ν) και της Αγγελικής το γένος Σιγούρου. Οι γονείς της κατάγονταν από αριστοκρατικές οικογένειες της Ζακύνθου και ο πατέρας της ασχολήθηκε με την πολιτική. Η Ελισάβετ μεγάλωσε σε αυστηρό, κλειστό περιβάλλον, ασχολήθηκε ωστόσο με τα γράμματα από νεαρή ηλικία. Γνώριζε την ιταλική και τη γαλλική γλώσσα και επηρεάστηκε από τους τρεις δασκάλους της, τον Γεώργιο Τσουκαλά, τον Θεοδόσιο Δημάδη και τον Βασίλειο Ρομαντζά, όλοι κατώτεροι ορθόδοξοι κληρικοί. Το 1831, μετά από απόφαση της οικογένειάς της παντρεύτηκε τον κατά είκοσι χρόνια μεγαλύτερό της Νικόλαο Μαρτινέγκο, με τον οποίο απέκτησε το 1832 ένα γιο, τον Ελισσαβέτιο, λίγες μέρες μετά τη γέννηση του οποίου πέθανε από επιπλοκές στον τοκετό.

Η Νέτα Αποστολίδου (στο λήμμα για την Ελ. Μουτζάν Μαρτινέγκου, στην Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 6ος σελ. 287-8) αναφέρεται στον σκληρό διαρκή αγώνα που έδινε από νέα η Ελισάβετ για μόρφωση και απελευθέρωση. «Πέρασε ολόκληρη τη σύντομη ζωή της έγκλειστη στο υπερβολικά αυστηρό (ακόμη και για τα ήθη της εποχής) περιβάλλον του σπιτιού της, έχοντας ως παράδειγμα προς αποφυγή της ζωή της καταπιεσμένης και άφωνης μητέρας της  […] Ο θάνατός της, 16 μέρες μετά τη γέννηση του γιου της, από μεταγεννητικές επιπλοκές, υποδηλώνει την τελική της άρνηση να υποταχθεί στη γυναικεία της μοίρα και σφραγίζει συμβολικά το δράμα της ζωής της».

Ένα δείγμα του αγώνα της – αποτύπωμά του – είναι η Αυτοβιογραφία. Προτού εστιάσουμε το ενδιαφέρον μας στην Αυτοβιογραφία που έγραφε η Ελισάβετ στα τελευταία χρόνια της σύντομης ζωής της, θα αναφερθούμε στο υπόλοιπο – πλην απολεσθέν για διάφορες αιτίες στο μεγαλύτερο μέρος – έργο της.

*

Ο Βάλτερ Πούχνερ [«Προεισαγωγικά». Γυναίκες θεατρικοί συγγραφείς στα χρόνια της Επανάστασης και το έργο τους, Αθήνα 2003, 73 & 82-83] λέγει πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για τα απολεσθέντα  έργα της Ελισάβετ:

«Την εποχή που ο Σολωμός γράφει στη Ζάκυνθο το Διάλογο και τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν και συντάσσει ο Κάλβος στο fior di Levante τις ανεπανάληπτες Ωδές του, η νεαρή Ελισάβετ γράφει κυρίως θεατρικά έργα.

Κατά δική της μαρτυρία στο χρονικό διάστημα 1820-25 έχει γράψει 22 τραγωδίες, κωμωδίες και δράματα στα ιταλικά και ελληνικά· και μόνο ο αριθμός βάζει τη Μουτζάν-Μαρτινέγκου πάνω από τον πολυγραφότερο δραματουργό της εποχής, τον Ιωάννη Ζαμπέλιο […] Η ελληνική δραματουργία των χρόνων του Αγώνα θα ήταν αφάνταστα πιο πλούσια, αν είχαν σωθεί έστω τα μισά από τα έργα αυτά· […] Για την «έγκλειστη της Ζακύνθου» (η συγγραφή δραμάτων) ήταν η επικοινωνία. Η προτίμηση του διαλογικού λόγου δεν έχει να κάνει μόνο με το γεγονός πως ο πεζογραφικός λόγος τότε ήταν ακόμα στην προεπαναστατική Ελλάδα στα σπάργανα, ενώ το θέατρο και η ποίηση αποτελούν αρκετά διαδεδομένα και καλλιεργημένα είδη, αλλά και με το ότι το δράμα αναπαριστάνει το κατεξοχήν ζητούμενο για την Ελισάβετ: την επικοινωνία, το διάλογο […]».

Όπως σημειώνει ο Πούχνερ «Η επικοινωνιακή σκοπιμότητα (με τον πιθανό και εικαζόμενο αναγνώστη) ικανοποιεί, δηλαδή, πολλαπλώς, τα κενά της ζωής της «έγκλειστης» και της δίνει την ψευδαίσθηση της επικοινωνίας με τον κόσμο: διασκεδάζει τον εαυτό της και τους άλλους, διατυπώνει ιδέες και οράματα, διδάσκει τους άλλους, διαμαρτύρεται, καταγγέλλει, μάχεται υπέρ των γυναικών, κάνει έκκληση για αντίσταση στην ανδρική αυθεντία, σατιρίζει, απομυθοποιεί. Έχει παρατηρηθεί ότι ακόμα και τα δύο αποσπάσματα από αρχαίες τραγωδίες, που σώζονται μεταφρασμένα, Ικέτιδες (1-175), το χορικό των Δαναΐδων που παρακαλούν τον Δία να τις σώσει από τον ανεπιθύμητο γάμο τους με τους γιους του Αιγύπτιου, και Προμηθεύς Δεσμώτης (88-126, 244-256), έχουν σχέση με το μόνιμο θεματολόγιό της».

*

Το 1881 ο γιος της Ελισάβετ – Ελισαβέτιος Μαρτινέγκος (1832 – 1885) εξέδωσε την Αυτοβιογραφία της μητέρας του, αφαιρώντας ορισμένα σημεία. Είναι ένα μεταθανάτιο πλήγμα στο γυναικείο λόγο. Δεν γνωρίζουμε τι έγραψε η μητέρα του, έχουμε τι «επέτρεψε» ο γιος της να μάθουμε.

Μετά την πρώτη έκδοση του 1881 έχουμε και άλλες επανεκδόσεις με σχόλια. Η έκδοση που παρουσιάζουμε είναι του 1999 από τις εκδόσεις Ωκεανίδα, με εισαγωγή και επιμέλεια του Βαγγέλη Αθανασόπουλου.

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΜΑΡΤΙΝΕΓΚΟΥ-ΜΟΥΤΖΑΝ ΕΛΙΣΑΒΕΤ , εκδόσεις Ωκεανίδα, 1999

ΕΙΣΑΓΩΓΗ (σελ. 9 –  73) του Βαγγέλη Αθανασόπουλου:

Το “αμαθήτευτον μάθημα” μιας ζωής – Και σεις, μαύρα μου συγγράμματα – Μπέτα, Ελίζα, Ελισάβετ – Η γραμματισμένη ζωή μου – Ή γάμος ή θάνατος – Και γάμος και θάνατος – Ο γιος της Ελισαβέτιος – Λογοτεχνική αξία και ιδεολογική σημασία της Αυτοβιογραφίας – Μια γυναικεία αυθιστόρηση των αρχών του 19ου αιώνα – Ο φιλελεύθερος φεμινισμός της Μουτζάν – Ο αληθειακός χαρακτήρας της Αυτοβιογραφίας – Το γράψιμο ως ζωτική ανάγκη – Ο διαλογικός και επικοινωνιακός χαρακτήρας των κειμένων της Μουτζάν – Το γράψιμο ως επανάσταση

Εκδοτικό σημείωμα (σελ. 75-76)

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ της Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου (σελ. 79 – 197)

Πρόλογος  –  Η μήτηρ μου  – Επίλογος – Κατάλογος των της Ελισάβετ Μουτσάν Μαρτινέγκου συγγραμμάτων – Σημειώσεις – Γλωσσάριο

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

 

«Κλασικό παράδειγμα τραγικής ειρωνείας αποτελεί ο χαρακτηρισμός της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου (1801 – 1832) ως της πρώτης Ελληνίδας πεζογράφου, επειδή αυτό απετέλεσε μεν τον αποκλειστικό σκοπό της σύντομης ζωής της, αλλά ο σκοπός αυτός τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, αφού δεν είδε κανένα από τα έργα της να δημοσιεύεται όσο ζούσε.

Μέσα από την Αυτοβιογραφία της αναπτύσσεται το δράμα μιας νεαρής γυναίκας της αστικής τάξης της Επτανήσου, που ενώ επιθυμεί να λάβει μέρος στην πνευματική, τουλάχιστον, ζωή του τόπου, και προσπαθεί σκληρά γι’ αυτό, αναγκάζεται -σύμφωνα με το “βαρβαρικό ήθος της πατρίδος της”- να ζει έγκλειστη στο σπίτι του πατέρα της, αποκομμένη από όσα συμβαίνουν έξω.

Διέξοδο στο δράμα αυτό έδωσαν το γράψιμο, που υπήρξε γι’ αυτήν μια ζωτική ανάγκη, και η “μελαγχολική Μούσα” της, που έπαιζε γι’ αυτήν ένα λυτρωτικό ρόλο, για να αναδειχθεί γρήγορα σε όργανο κριτικής και καταγγελίας».

Θεωρούμε χρήσιμο να παρουσιάσουμε τις προσεγγίσεις νεότερων μελετητών και γραμματολόγων στην Αυτοβιογραφία της Ελισάβετ, ξεκινώντας με τις θέσεις του Επιμελητή του τόμου, Βαγγέλη Αθανασόπουλου.

«Το κείμενο της Μουτζάν αποκτά ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε ό,τι αφορά την απεικόνιση ορισμένων απόψεων της κοινωνικής οργάνωσης της εποχής που γράφτηκε, επειδή η συγγραφέας του βρίσκεται σε μια θέση προνομιακή, δεδομένου ότι από το ένα μέρος ανήκει στην καθεστηκυία τάξη, αλλά από το άλλο μέρος —λόγω του φύλου της— βρίσκεται στο περιθώριο αυτής της τάξης […]

Με τον τρόπο αυτόν το κείμενό της αποτελώντας μια περιγραφή της κοινωνικής καταπίεσης των γυναικών, που είναι πολύτιμη για την ιστορία αυτού του προβλήματος που έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στην πολιτισμική και πολιτική ιστορία του ανθρώπου, ανήκει στην ιστορία της ελληνικής φεμινιστικής σκέψης, εκπροσωπώντας μάλιστα μια φιλελεύθερη εκδοχή της. Αυτός ο φιλελεύθερος φεμινισμός προήλθε από εκείνη τη σχολή της πολιτικής σκέψης που ονομάζουμε «φιλελευθερισμό», ο οποίος διατηρεί μιαν αντίληψη για την ανθρώπινη φύση που τοποθετεί τη μοναδικότητά μας ως προσώπων στη λογική ικανότητά μας».

Οι Αλέξης Ζήρας και  Στέση Αθήνη, (στο λήμμα του στο Λεξικό της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρόσωπα. Έργα. Ρεύματα. Όροι, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2007, σελ. 1481) σημειώνουν:

«Παρ’ ότι η αυτοβιογραφική της αφήγηση υπέστη περικοπές και αλλοιώσεις, συνιστά ένα σημαντικό λογοτεχνικό κείμενο, η σπουδαιότητα του οποίου δεν εξαντλείται στα όρια της γλώσσας και της ποιητικής του, αλλά φτάνει μέχρι τη βαθύτερη προβληματική της σύγκρουσης με τη συντηρητική επτανησιακή κοινωνία των αρχών του 19ου αιώνα. Γραμμένη με διαπεραστική ευθύτητα, χάρη, ζωντάνια αλλά και ρομαντική διάθεση, η Αυτοβιογραφία αποδίδεται με την καθομιλουμένη της επτανησιακής άρχουσας τάξης, με παραφθαρμένες ιταλογενείς λέξεις και με λέξεις αντλημένες από τα εκκλησιαστικά κείμενα. […] Οι συνεχείς αναφορές στη δύναμη της λογικής, στην αξία της ενάρετης αγωγής, της παιδείας και της ατομικής ελευθερίας συγκροτούν μια φιλελεύθερη συνείδηση, μέσα στα συμφραζόμενα του γαλλικού Διαφωτισμού.

Η εξομολογητική πρωτοπρόσωπη αυτή αφήγηση τοποθετείται από την κριτική στις απαρχές του ρομαντισμού και της γυναικείας γραφής. Το ενδιαφέρον για το κείμενο ανανεώθηκε κατά τη μεταπολεμική περίοδο, μέσα στο πλαίσιο του γυναικείου κινήματος στην Ελλάδα (1970-1980), καθώς και των γυναικείων σπουδών».

Τέλος, η Ράνια Πολυκανδριώτη («Η αυτοβιογραφία της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου», περ. Περίπλους, τχ. 51 (2002) 59-60) αναφέρεται ειδικότερα στη θέση της γυναίκας στις αρχές του 19ου αιώνα σε συνάρτηση με την Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου:

« Για τον ελλαδικό χώρο του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα, τα πράγματα είναι λίγο πολύ γνωστά. Οι Ελληνίδες στερούνται της κοινωνικής αναγνώρισης και δημόσιας ζωής των συγχρόνων τους Γαλλίδων και Αγγλίδων. Η παραδοσιακή ελληνική κοινωνία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υποχρεώνει τις γυναίκες στην άγνοια, την υποταγή και τον εγκλεισμό, στο περιθώριο δηλαδή μιας αυστηρά πατριαρχικής και ανδροκρατούμενης κοινωνίας με πολύ υψηλούς δείκτες αναλφαβητισμού, τόσο στον γυναικείο όσο και στον ανδρικό πληθυσμό. […] Σε άμεση συνάρτηση με το νεοτεριστικό κλίμα του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και με τη νέα αντίληψη που διαμόρφωσε για τη φύση και το ρόλο των γυναικών στη νεότερη κοινωνία, βρίσκεται η εμφάνιση ενός περιορισμένου αριθμού Ελληνίδων λογίων οι οποίες υπηρέτησαν με τον τρόπο τους τον στόχο της εθνικής αναγέννησης και της ηθικής-πολιτισμικής διάπλασης των γυναικών δημοσιεύοντας λογοτεχνικά κείμενα, δοκίμια και μεταφράσεις κατά τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Πρόκειται για έναν μικρό αριθμό γυναικών που δεν αποτελεί κανόνα, ούτε προκαλεί την ανατροπή του, αλλά που ωστόσο απηχεί μια εξέλιξη στη γυναικεία αυτοσυνειδησία και μια νέα αντίληψη για τον ρόλο της γυναίκας στη νεότερη ελληνική κοινωνία. […]Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο του Διαφωτισμού τοποθετείται και η συγγραφική δραστηριότητα της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου. Αποτελεί ωστόσο μια περίπτωση ξεχωριστή. Ξεχωριστή για το εύρος και την ειδολογική ποικιλία του έργου της, ξεχωριστή για τις συνθήκες μέσα στις οποίες δημιουργήθηκε το έργο αυτό, ξεχωριστή κυρίως για την αυτοβιογραφία της που αποτελεί το πρώτο γνήσιο δείγμα του είδους στη νεοελληνική γραμματεία».

*

Θα ολοκληρώσουμε την προσέγγισή μας στο πρωτοποριακό έργο της Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου, με μια συνοπτική αναφορά στον  Νεοελληνικό Διαφωτισμό, όσον αφορά τη θέση της γυναίκας.

Ο Κ. Θ. Δημαράς, σε πολλές μελέτες του, κυρίως στον τόμο «Νεοελληνικός Διαφωτισμός», 1977, αναφέρεται στη θέση των γυναικών στην κοινωνία της εποχής. Σημειώνει τις μεταφράσεις διηγημάτων από τον Ρήγα Βελεστινλή το «Σχολείον των ντελικάτων εραστών» και το πρώτο πρωτότυπο έργο «ανωνύμου, προφανώς εμπνευσμένο από το πρώτο, τα

“ Έρωτος αποτελέσματα”, μπορεί κανείς να βρει ανάλογα τεκμήρια για μια απελευθέρωση της ατομικής ζωής από τα δεσμά του συλλογικού σώματος» (σελ. 39).

Η Ράνια Πολυκανδριώτη στο άρθρο που προαναφέραμε παρατηρεί: «Έχει υποστηριχθεί ότι τα λογοτεχνικά είδη που καλλιέργησαν οι γυναίκες τον 19ο αιώνα στην Ευρώπη, είναι εκείνα που θεωρήθηκαν κατώτερα, τα είδη του «εγώ», δηλαδή τα είδη του προσωπικού λόγου: λυρική ποίηση, επιστολή, ημερολόγιο, αισθηματικό μυθιστόρημα με άφθονα αυτοβιογραφικά στοιχεία. Το ίδιο ισχύει και για την Ελλάδα, όπου κατά τον 19ο αιώνα τόσο η ποίηση όσο και το πεζό είναι κατά κανόνα βασισμένα σε αυτοβιογραφικά στοιχεία. Η προτίμηση αυτή είναι δυνατόν να απηχεί από τη μια τις περιορισμένες εμπειρίες των γυναικών και τις περιορισμένες γνώσεις τους που δεν τους επέτρεπαν να δημιουργήσουν το υλικό ενός σύνθετου λογοτεχνικού και μυθοπλαστικού έργου, από την άλλη όμως και μια ανάγκη βαθύτερη για συγκρότηση ανεξάρτητης ταυτότητας μέσα από την προβολή της εμπειρίας τους, την ενδοσκόπηση και τη μνήμη».

Με την επιμέλεια και εισαγωγή του Δημήτρη Ψαρρά, η Εφημερίδα των Συντακτών εξέδωσε το βιβλίο «Ο έρωτας στα χρόνια της επανάστασης – τρία ερωτικά διηγήματα του Ρήγα και των συντρόφων του», σελ. 130.

Στον πρόλογο «Η άλλη επανάσταση του Ρήγα» ο επιμελητής Δ. Ψαρράς, αναφέρεται στα τρία διηγήματα, στα χαρακτηριστικά και στο περιεχόμενό τους:

  1. Ο ερωτικός θάνατος (Διήγημα από τη συλλογή Σχολείον των Ντελικάτων Εραστών, Βιέννη 1790, σε μετάφραση από τα γαλλικά του Ρήγα Βελεστινλή)
  2. Έρωτας ελεεινός ενός Κερκυραίου Δραγουμάνου του της Βελετίας Πρέσβεως εν Κωνσταντινουπόλει (Διήγημα από τη συλλογή Έρωτος αποτελέσματα, Βιέννη 1790, το οποίο αποδίδεται στον σύντροφο του Ρήγα Ιωάννη Καρατζά
  3. Ο πρώτος ναύτης (Διήγημα από τη συλλογή Ηθικός Τρίπους, Βιέννη 1797, σε μετάφραση από τα γερμανικά του συντρόφου του Ρήγα Αντωνίου Κορωνιού).

Όταν γράφονται και δημοσιεύονται αυτά τα βιβλία είναι η εποχή του Ευρωπαϊκού και Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Σημειώνει, λοιπόν, ο Δ. Ψαρράς:

«Αν μελετήσει κανείς προσεκτικά το περιεχόμενο των διηγημάτων αυτών, και αν λάβει υπόψη του τις προσθήκες του Ρήγα στο αρχικό κείμενο, δε θα δυσκολευτεί να αναγνωρίσει τον πρωτοποριακό χαρακτήρα του κειμένου  σε σχέση με τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής και του τόπου».

Σε άλλο σημείο του προλόγου του ο Επιμελητής προσθέτει: «Η συσχέτιση των ερωτικών διηγημάτων με τις επαναστατικές προκηρύξεις είναι λίγο δύσκολο να γίνει αντιληπτή από όσους δεν κατανοούν ότι το αίτημα της εξέγερσης του 18ου αιώνα περιλάμβανε όχι μόνο την εθνική απελευθέρωση, αλλά και την κοινωνική δικαιοσύνη και την κατάκτηση των ατομικών δικαιωμάτων που έφταναν μέχρι την ανατροπή στις σχέσεις των φύλων και, φυσικά, το δικαίωμα και την ισοτιμία στον έρωτα».

Ο Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης, εξάλλου (Ρήγας Βελεστινλής. Θεωρία και πράξη, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα 1998, 23-28), παρατηρεί: «Το όραμά του για την ελευθερία δεν περιοριζόταν στη χειραφέτηση του πνεύματος των συμπατριωτών του από τα δεσμά της δεισιδαιμονίας. Ένιωθε ότι η απελευθέρωση θα έπρεπε να επεκταθεί και στο χώρο του συναισθήματος. Διαφωτισμός της σκέψης και ελευθερία των συναισθημάτων εμπέδωναν από κοινού την ανθρώπινη χειραφέτηση».

*

Κλείνουμε με ένα απόσπασμα του φίλου μαθητή διδάκτορα φιλολογίας Βασίλη Βασιλειάδη,  σχετικά με τη Ελισάβετ και το κείμενό της:

«Πράγματι, η Αυτοβιογραφία της Μαρτινέγκου είναι μια τυπική για το αυτοβιογραφικό είδος και μοναδική για γυναίκα περίπτωση έκφρασης, μέσω του αυτοβιογραφικού λόγου, της έμφυλης αυτοσυνειδησίας της αυτοβιογραφούμενης, για τη διεκδίκηση της χειραφέτησης και τη βίαιη άρνηση από την οικογένειά της. Αλλά είναι και μια μοναδική περίπτωση μετασχηματισμού του αυτοβιογραφικού είδους».

(Από τον τόμο : «Aυτοβιογραφία: μεταξύ Iστορίας και Λογοτεχνίας στον 19ο αιώνα» Συγγραφή: Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Βασίλης Βασιλειάδης, Γιάννα Δεληβοριά, Κατερίνα Τικτοπούλου, 2015, όπου μπορεί όποιος/όποα ενδιαφέρεται να διαβάσει πολλά κατατοπιστικά στοιχεία).

Η κραυγή της Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου ακούγεται στις μέρες μας. Φαίνεται ότι μακρύς ο δρόμος που ξεκίνησε με την Ελισάβετ, πριν διακόσια χρόνια, δε λέει ακόμη να κλείσει…

 

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΞΑΝΘΗ, ΙΟΥΝΙΟΣ – ΙΟΥΛΙΟΣ 2021

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button