ΕΝΑ ΤΡΙΣΑΓΙΟ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ

Πολλοί πιστεύουν ότι μετά την τελεσθείσα θεία λειτουργία στην Αγία Σοφία κατά τις παραμονές της αλώσεως της Πόλης, δεν ακούσθηκε πλέον αίνος χριστιανικός κάτω από τον λαμπρό τρούλο της. Δεν εννοώ βέβαια τους εξαίσιους ύμνους που ξεπηδούν από τα έγκατα του ιερού εκείνου ναού της χριστιανοσύνης, ούτε τις μελωδικές ψαλμωδίες που ακούγονται στα ευλαβικά αυτιά των πιστών του Ελληνισμού εδώ και αιώνες.

Πολλοί πιστεύουν ότι μετά την τελεσθείσα θεία λειτουργία στην Αγία Σοφία κατά τις παραμονές της αλώσεως της Πόλης, δεν ακούσθηκε πλέον αίνος χριστιανικός κάτω από τον λαμπρό τρούλο της. Δεν εννοώ βέβαια τους εξαίσιους ύμνους που ξεπηδούν από τα έγκατα του ιερού εκείνου ναού της χριστιανοσύνης, ούτε τις μελωδικές ψαλμωδίες που ακούγονται στα ευλαβικά αυτιά των πιστών του Ελληνισμού εδώ και αιώνες.


Ίσως αυτά τα θελκτικά ιστορήματα της μεσαιωνικής παράδοσής μας να παρηγορούν τις θλιμμένες καρδιές μας και να γιγαντώνουν τις χριστιανικές ψυχές μας, δεν είναι όμως τα μοναδικά. Εκτός από την Θεία Λειτουργία που τέλεσε τον Ιανουάριο του 1919 ο λεοντόκαρδος παπά Λευτέρης Νουφράκης, στρατιωτικός ιερέας της Β΄ Ελληνικής Μεραρχίας που συμμετείχε στην Ουκρανική Εκστρατεία, μαζί με τους θαρραλέους αξιωματικούς, τον ταξίαρχο Φραντζή, τον ταγματάρχη Λιαρομάτη, τον λοχαγό Σταματίου και τον υπολοχαγό Νικολάου, μέσα στα άδυτα της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, και άλλη φορά, άγνωστη και αυτή, ακούσθηκαν χριστιανικοί ύμνοι μέσα στον ιερό χώρο της.


Ο σουλτάνος Αβδούλ Μετζίτ Α΄ (1839 – 1861) προχώρησε σε κα-θαρισμό και καλωπισμό του Ιερού Ναού της Αγίας Σοφίας  και με την βοήθεια του λαμπρού ψηφοθέτη Λανζώνη επιχείρησε να μην εξαφανισθούν τελείως οι διασωθέντες ακόμη ωραιότατες εικόνες του ναού, έργα των χρόνων του Βασιλείου του Β΄. Οι αγιογραφίες του ναού καθαρίσθηκαν, οι κατεστραμμένες ψηφίδες αντικαταστάθηκαν, εκείνες που έλλειπαν επανατοποθετήθηκαν, και γενικά ο καλλιτέχνης εκείνος κατάφερε να αναπαλαιώσει αρμονικότατα εκείνα τα ιερά χριστιανικά έργα και να δια-σώσει αυτά που ο χρόνος και η βαρβαρότητα είχαν καταστρέψει.


Για το έργο εκείνο δαπανήθηκαν πολλά χρήματα, στήθηκαν μεγάλα ικριώματα και ψηλές σκαλωσιές, χρησιμοποιήθηκαν δε πολλοί τεχνίτες και εργάτες. Κατά την διάρκεια όμως αυτών των εργασιών, δύο δυστυχείς εργάτες κατέπεσαν από τις σκαλωσιές, με αποτέλεσμα αμέσως να σκοτωθούν. Ο ένας από αυτούς ήταν ορθόδοξος χριστιανός, χωρίς η ιστορία να μας διασώζει το όνομά του. Αμέσως κλήθηκε ορθόδοξος ιερέ-ας, ανώνυμος και αυτός, ο οποίος, μετά από τέσσερις αιώνες, έψαλε ελληνιστί, με φωνή γεμάτη συγκίνηση φαντάζομαι, τη νεκρώσιμη ακολουθία, μαζί με άλλους χριστιανούς, οι οποίοι ακολούθησαν την εκφορά. Οι στιγμές προφανώς θα ήταν ιδιαίτερα συγκινητικές, αφού οι χριστιανικοί ύμνοι απλώθηκαν, έστω και χαμηλόφωνα, σ’ όλη την ουράνια θόλο του πανίερου ναού.


Προς διαιώνιση αυτού του συμβάντος, ο ποιητής και φιλόλογος Ηλίας Τανταλίδης (1818 – 1876), σπουδαίος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, έψαλε το εξής γλαφυρό επιτύμβιο επίγραμμα:


Ει το θανείν καλώς ζηλωτόν εν ανθρώποισιν,


ου τις τούδε νεκρού βελτίον εύρε πότμον.


Τέκτων μεν γαρ έην, ειργάζετο δ’ ένδοθι ναού


κείνου του μεγάλου της αγίας Σοφίας?


και ο απολισθήσας πέσεν ύπτιος υψόθεν άφνω,


ψυχή δ’ εκ ρεθέων ουρανόν εισανέβη?


αμφί δε μεν λιβάνου ευώδιος ώρτο αϋτμή


και λαμπάς ήφθη ένδοθε τοίου έδους?


εν δ’ ιερεύς εκέκλετο θεόν μέγαν, άγχι παραστάς,


Ελλαδική φωνή δόγμασι δ’ ορθοτόμοις.


Θαύμα τοδ’ εμφανές, όψε Θεός πόρε νυν μετά μακρύς


τέσσαρας αιώνας αλλοθρήσκου λατρείας.


Τοίον εμήσατο τύμβον αοίδιμον ευ μάλα τέκτων,


εν τω Ναω Σοφίας πνεύμα θεώ παραθείς.



Το μελαγχολικό αυτό γεγονός μάς διασώσει ο φοιτητής της Θεο-λογικής Σχολής του Εθνικού Πανεπιστημίου Δημήτριος Σ. Μενάγιας στην εργασία του “Περιγραφή του εν Κωνσταντινουπόλει Ναού της Αγί-ας Σοφίας” (Εκ του τυπογραφείου Ιω. Κασσανδρέως και Σας, Εν Αθή-ναις 1865, σελ. 33). Το ίδιο περιστατικό δημοσιεύθηκε, μετά από είκοσι χρόνια περίπου, και στο περιοδικό “Ακρόπολις Φιλολογική” (έτος Α΄, αριθ. 3, Εν Αθήναις 14 Φεβρουαρίου 1888, σελ. 33 – 34), η οποία δήλω-νε ως πηγή της το έργο του λογίου Σκαρλάτου του Βυζαντίου “Κωνστα-ντινούπολις” (τόμος Α΄, Εκ του τυπογραφείου Χ. Ν. Φιλαδελφέως, Αθή-νησιν 1869, σελ. 484). Σε αναζήτηση της πηγής στο εν λόγω βιβλίο του Βυζαντίου, δεν κατάφερα να εντοπίσω το συγκεκριμένο ιστόρημα.


Στον αιχμάλωτο ναό, μετά από τέσσερις αιώνες, δεν κτύπησαν τριακόσια σήμαντρα και εξήντα δυο καμπάνες. Δεν άναψαν οι μεγαλοπρεπείς πολυέλαιοι με τα πολύχρωμα πετράδια και δεν φώτισαν τα χρυσά καντήλια με τις χαραγμένες εικόνες. Δεν βρίσκονταν στην θέση τους ο αυτοκράτορας με τον πατριάρχη. Δεν έψαλαν οι οκτακόσιοι ιερείς και οι εκατό ψαλτάδες. Δεν σηκώθηκαν οι τριακόσιες καλογριές και οι χίλιοι καλόγεροι. Αντίθετα, το μυρωδάτο θυμίαμα, που άλλοτε περιέβαλλε της εικόνα του Παντοκράτορα, ήταν λιγοστό, αλλά αρκετό για να ευφράνει τις σκλαβωμένες ψυχές που τριγυρνούσαν ανάμεσα στους αραβικούς στίχους του Κορανίου και πρόσμεναν την λύτρωση.


Ένα απλό κερί δίπλα σ’ ένα ταπεινό καντήλι έριξαν αμυδρά το σεβαστό φως τους στην Μεγάλη Εκκλησία και φώτισαν την αιώνια δόξα του κοιμισμένου εθνικού μας μεγαλείου. Και όταν η φωνή του ιερέα έκραζε “μετά πνευμάτων δικαίων τετελειωμένων” ήταν βέβαιο ότι ο ψυχωμένος εκείνος παπάς μνημόνευε το Ελληνικό Γένος που επί τέσσερις αιώνες ήταν εκεί θαμμένο, περιμένοντας την ανάσταση.


Το πολυδάκρυτο  εκείνο συμβάν μάς διδάσκει ότι η άλωση δεν εί-ναι πάντοτε μία. Οι σημερινές και καθημερινές μας αλώσεις δεν είναι ασήμαντες, αλλά εξίσου ύπουλες και επικίνδυνες. Γι’ αυτό πρέπει πάντα γρηγορούμε.


Ο Ελληνισμός αγωνίζεται συνεχώς και ποτέ δεν είναι ρίψα-σπις. Βάλλεται, κλονίζεται, γονατίζει, πέφτει, αλλά πάντοτε βρίσκει την δύναμη να σταθεί στα πόδια του, να υψώσει το ανάστημά του και να α-ντισταθεί στις επιβουλές. Η ελληνορθόδοξη παράδοσή μας μάς δείχνει τον ορθό δρόμο, ο οποίος είναι σταυροαναστάσιμος. Μετά το έγκλημα έρχεται η νέμεση και η κάθαρση, μετά την Σταύρωση ακολουθεί πάντα η Ανάσταση.



ΧΡΗΣΤΟΣ


ΜΙΧ. ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ


Πρόεδρος


Δικαστικών Επιμελητών


Εφετείου Θράκης

Σχετικά Άρθρα

Back to top button