Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΟΜΑΚΩΝ ΤΗΣ ΞΑΝΘΗΣ

Διάβασα πρόσφατα, με πολύ ενδιαφέρον το τελευταίο εξαιρετικό βιβλίο του Ξανθιώτη καθηγητή, διδάκτορα , ιστορικού και τρις βραβευ-θέντος από την Ακαδημία Αθηνών Πέτρου Γεωργαντζή, με τίτλο «Πο-μάκοι – Καταγωγή & Ταυτότητα», που κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του τρέχοντος έτους.

Διάβασα πρόσφατα, με πολύ ενδιαφέρον το τελευταίο εξαιρετικό βιβλίο του Ξανθιώτη καθηγητή, διδάκτορα , ιστορικού και τρις βραβευθέντος από την Ακαδημία Αθηνών Πέτρου Γεωργαντζή, με τίτλο «Πομάκοι – Καταγωγή & Ταυτότητα», που κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του τρέχοντος έτους.


Η εργασία αυτή του εκλεκτού επιστήμονα της Ξάνθης για τους Αχριάνες – Πομάκους, τους «Ρωμιούς Ροδοπαίους» όπως ονομάζει, δηλαδή τους Ρωμιούς της Ροδόπης, είναι σημαντικότατη όχι μόνο για την ιστορία της Ξάνθης και της Θράκης, αλλά και για έναν περιφρονημένο λαό, ο οποίος δέχθηκε για πολλά έτη τον σφικτό εναγκαλισμό της Τουρκίας, αναζητεί συνεχώς την ταυτότητά του και τώρα τελευταία προσπαθεί να απεμπλακεί από τον φορτικό κλοιό της Άγκυρας.


Η ιστορία των Πομάκων απασχολεί και εμένα. Εδώ και πολύ καιρό κάνω έρευνα, συλλέγω στοιχεία και καταγράφω μαρτυρίες για τους «χιλιοβασανισμένους και μυριοπεριφρονημένους Αχριάνες – Πομάκους, που αγωνίζονται να βρουν την αυτογνωσία και να επιτύχουν τον αυτοπροσδιορισμό τους», όπως γράφει ο Πέτρος Γεωργαντζής. Ίσως τώρα είναι ευκαιρία να καταθέσω και εγώ μία προσωπική μαρτυρία για τους Πομάκους της Ξάνθης και την χριστιανικότητά τους από το αρχείο μου.


Μια φορά και έναν καιρό, πριν τριάντα με σαράντα χρόνια, ο νεαρός Μάρκος, ας τον ονομάσουμε έτσι, διορίσθηκε σε κάποια υπηρεσία στον Εχίνο του νομού Ξάνθης. Τότε, οι αποστάσεις ήσαν μεγάλες και οι μετακινήσεις πολύ δύσκολες· γι΄ αυτό αναγκάσθηκε να νοικιάσει ένα δωμάτιο στο χωριό, ώστε να μην πηγαινοέρχεται στην Ξάνθη καθημερινά. Νοίκιασε ένα δωμάτιο σε ένα σπίτι ενός μουσουλμάνου πομάκου στον Εχίνο και διέμενε εκεί όλη την εβδομάδα. Τα σαββατοκύριακα κατέβαινε στην πόλη της Ξάνθης και την Δευτέρα επέστρεφε στον Εχίνο και στην εργασία του. Έμενε σε ένα καθαρά πομακικό σπίτι και συζούσε με τους μουσουλμάνους ιδιοκτήτες του αρμονικά, αφού οι τελευταίοι τον καλοδέχθηκαν και τον περιποιούνταν αρκετά.


Ο πομάκος ιδιοκτήτης του σπιτιού είχε μία νεαρή θυγατέρα, η οποία έβλεπε με πολύ ενδιαφέρον το νεαρό χριστιανό από την Ξάνθη. Ο Μάρκος βέβαια, σεβόμενος τα μουσουλμανικά ήθη της περιοχής ποτέ δεν σήκωσε τα μάτια του στις γυναίκες αυτών που τον φιλοξενούσαν. Ίσως γιατί δεν είχε και τον λόγο.


Κάποια μέρα, ο πομάκος πατέρας είπε στον Μάρκο ότι ήταν καλεσμένος του για φαγητό. Πράγματι, ο νεαρός από την Ξάνθη τίμησε την ευγενική πρόταση και πήγε στο τραπέζι που του ετοίμασε ο οικοδεσπότης του. Εκεί, ο πομάκος του έκανε την εξής συγκλονιστική πρόταση: «Μάρκο, σε έχω στο σπίτι μου για αρκετό καιρό, είδα τι άνθρωπος είσαι, εκτίμησα τον χαρακτήρα και την συμπεριφορά σου, και αποφάσισα να σου δώσω την θυγατέρα μου για γυναίκα σου. Την παίρνεις;»


Ο Μάρκος έπεσε από τα σύννεφα. Ξαφνιάστηκε από την πρόταση που του έγινε και δεν ήξερε τι να πει. Τέλος ψέλλισε: «Σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια και την τιμή που μου κάνετε. Και εγώ βλέπω με συμπάθεια την κόρη σας, αλλά πως μπορεί να γίνει αυτό. Εγώ είμαι χριστιανός και εκείνη μουσουλμάνα». Ο πατέρας, περιμένοντας αυτή την αντίδραση, γρήγορα απάντησε: «Μη σε νοιάζει αυτό. Όλοι ίδιοι είμαστε. Ακολούθησέ με». Και οδήγησε τον νεαρό Μάρκο στο υπόγειο, σε μέρος κρυφό από τον ήλιο. Εκεί, έβγαλε μία πέτρα από τον τοίχο του υπογείου και φάνηκε μία τρύπα, μία κρύπτη, που φύλαγε κάτι εκπληκτικό. Μέσα ήσαν φυλαγμένα σταυροί, ένα δισκοπότηρο, ιερά άμφια και άλλα αντικείμενα της χριστιανικής λατρείας. Η έκπληξη ήταν μεγάλη. «Βλέπεις, και εμείς τέτοιοι είμαστε. Ο παππούς μας ήταν παπάς». Τρομερό.


Το συνοικέσιο εκείνο δεν ευδοκίμησε, η ζωή κύλησε και σήμερα ο Μάρκος είναι συνταξιούχος στην πόλη μας.


Μετά από χρόνια, άτομο απόλυτα αξιόπιστο, γνωρίζοντας τις ερευνητικές μου διαθέσεις, μου εμπιστεύθηκε αυτή την συγκλονιστική ιστορία, που του την είχε διηγηθεί ο ίδιος ο φίλος του ο Μάρκος. Έτσι, το επόμενο βήμα, μετά την καταγραφή της στα αρχεία μου, ήταν να προσπαθήσω να συναντήσω τον Μάρκο, για να επιβεβαιώσω την παραπάνω ιστορία του. Το κατάφερα τον Νοέμβριο του 2006.


Όπως μου είπε λοιπόν ο Μάρκος, υπηρέτησε στον Εχίνο και έκανε πολλούς φίλους πομάκους μουσουλμάνους. Μάλιστα, κάποιος πομάκος φίλος του τού είπε ότι πολλοί Εχινιώτες θέλανε να γκρεμίσουν το τζαμί του Εχίνου και να το ξανακτίσουν. Και αυτό διότι είχε πολλές μπογιές και ζωγραφιές στο υπόγειο. Ο Μάρκος, γρήγορα διαπίστωσε ότι το τζαμί του Εχίνου ήταν παλιά εκκλησία, αφού και η θέση του είναι ίδια με αυτήν ενός χριστιανικού ναού, οι δε ζωγραφιές του υπογείου ήταν αγιογραφίες οι οποίες σκεπάσθηκαν με μπογιά, αλλά τα ίχνη τους παρέμειναν για να θυμίζουν την προέλευσή τους. Η επιθυμία αυτή των μουσουλμάνων ατόνησε και τώρα πλέον μάλλον ξεχάσθηκε.


Στον Εχίνο λοιπόν, έμενε σε κάποιο πομακικό σπίτι. Εκεί, σε ένα από τα δωμάτια του σπιτιού έμενε και η γριά πομάκα Αϊσέ. Τότε, οι πομάκοι ήσαν πιο αγνοί και δεν είχαν ακόμη πέσει στην αγκαλιά της Τουρκίας. Η Αϊσέ δεν ήξερε ελληνικά. Καθόταν στην αυλή και μιλούσε με τον Μάρκο στα πομακικά, απαντούσε αυτός στα ελληνικά και με νοήματα συνεννοούνταν μια χαρά με την γλώσσα της αγάπης. Μάλιστα, κάθε Δευτέρα, ο Μάρκος της έφερνε από την Ξάνθη ζάχαρη και καφέ κάνοντάς την πολύ ευτυχισμένη. Η γριά συμπαθούσε πολύ τον Μάρκο και έλεγε συνεχώς στα παιδιά της, «ποτέ κανείς να μη πειράξει αυτό το καλό παιδί».


Και κάποια μέρα έγινε η αποκάλυψη. Η γριά πρότεινε στον Μάρκο να του δώσει για γυναίκα του κάποια από τις εγγονές της, αφού ξέρει πόσο καλό και ευγενικό παλικάρι ήταν. Ο Μάρκος, όπως ήταν φυσικό, επικαλέσθηκε την διαφορά θρησκεύματος και είπε πως δεν μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο. Η γριά Αϊσέ του απάντησε στα πομακικά: «Όλοι ίδιοι είμαστε». Την καταλυτική συνέχεια του συμβάντος, ο Μάρκος δεν μου την επιβεβαίωσε, τελειώνοντας σ’  αυτό το σημείο την θαυμαστή αφήγησή του.


Τα λόγια του Μάρκου ήταν προσεκτικά και σφικτά, αφού όλα τα πρόσωπα, ή τέλος πάντων των οικογενειών τους, είναι εν ζωή, και δίσταζε να μιλήσει περισσότερο. Πάντως τα ουσιαστικά κοινά συμπεράσματα από τις δύο διηγήσεις είναι ότι ο χριστιανός υπήρξε καλοδεχούμενος στην μικρή κοινωνία του χωριού, συναναστράφηκε τα μέλη της πομακικής οικογένειας με αμοιβαία ευπρέπεια χωρίς το θρήσκευμα να σταθεί εμπόδιο, οι γεροντότεροι πομάκοι εκτίμησαν τα προσόντα του νεαρού Μάρκου, και τέλος του ζήτησαν να συγγενέψουν, παίρνοντας κάποιο κορίτσι τους για σύζυγό του, θεωρώντας ότι η εθνική, φυλετική ή θρησκευτική απόσταση ήταν μηδαμινή, λέγοντας ότι «όλοι ίδιοι είμαστε». Εδώ γίνεται μνεία ότι για ευνόητους λόγους τα ονόματα των πρωταγωνιστών είναι φανταστικά, κρατώντας στο αρχείο μου τις πραγματικές ταυτότητές τους.


Σύμφωνα λοιπόν με αυτές τις διηγήσεις, αλλά και με κάποιες προσωπικές επαφές στην περιοχή και κάποια άλλα γεγονότα που διασταύρωσα, πείσθηκα για την αλήθεια της φοβερής αυτής ιστορίας. Την αλήθεια την οποία ο ιστορικός ερευνητής συνεχώς αναζητά και πρέπει να καταγράφει. Και η οποία φυσικά δικαιώνει τα επιστημονικά συμπεράσματα του Πέτρου Γεωργαντζή, όπως αυτά διατυπώνονται στο βιβλίο του «Πομάκοι – Καταγωγή & Ταυτότητα».


 


ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΙΧ. ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ


Πρόεδρος Δικαστικών Επιμελητών


Εφετείου Θράκης

Σχετικά Άρθρα

Back to top button