Ειδήσεις

Πρωτογενής τομέας: Δίχτυ ασφαλείας στις σύγχρονες απειλές
Άρθρο του Αλέξανδρου Κοντού στον "Ελεύθερο Τύπο"

Η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία προκάλεσαν σε διεθνές επίπεδο αύξηση του πληθωρισμού και κίνδυνο επισιτιστικής κρίσης. Μέσα από τη γενικευμένη ανησυχία που προκάλεσαν αυτές οι σύγχρονες απειλές αναδείχθηκε εκ νέου η αξία του πρωτογενούς τομέα, ο οποίος είναι απαραίτητο να στηριχθεί και να αναπτυχθεί για πολλούς ακόμη σημαντικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς, λόγους.

Χαρακτηριστικά, όλοι οι διεθνείς οργανισμοί (UNESCO, FAO) προβλέπουν ότι σε μεσομακροπρόθεσμο επίπεδο, λόγω των δυσμενών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην αγροτική παραγωγή αλλά και των αλλαγών στις διατροφικές συνήθειες μεγάλου μέρους του πληθυσμού κρατών όπως η Κίνα, η διεθνής προσφορά τροφίμων θα δυσκολεύεται να καλύψει τη ζήτηση, με αποτέλεσμα την αύξηση στις τιμές των αγροτικών προϊόντων και, φυσικά, τον κίνδυνο επισιτιστικής κρίσης. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος για τον οποίο διεθνή funds προχωρούν σε εξαγορές εταιριών τροφίμων προσβλέποντας ότι οι επενδύσεις αυτές θα είναι ιδιαίτερα αποδοτικές στο μέλλον.

Ο πρωτογενής τομέας στη χώρα μας, με τις ιδιαίτερα ευνοϊκές εδαφοκλιματικές συνθήκες και τη μεγάλη παράδοση στην αγροτική δραστηριότητα, προς το παρόν μπορεί να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες των πολιτών της. Επίσης, στηρίζει ουσιαστικά τον παραγωγικό και τον κοινωνικό ιστό στην ελληνική περιφέρεια.

Παρ’ όλα αυτά, η προοπτική που διαφαίνεται στον ορίζοντα για την ελληνική γεωργία και κτηνοτροφία κάθε άλλο παρά ευοίωνη είναι. Μόνον το 17,25% των δικαιούχων άμεσων ενισχύσεων είναι κάτω των 40 ετών, το 38,4% είναι άνω των 60 ετών και το 7% αυτών αφορά δικαιούχους άνω των 80 ετών. Επίσης, περίπου το 80% συνολικά των δικαιούχων εισπράττει ετήσιες άμεσες ενισχύσεις κάτω των 5.000 ευρώ. Συνεπώς, μιλάμε για πολύ περιορισμένη ηλικιακή ανανέωση του αγροτικού πληθυσμού και για πολυτεμαχισμένο κλήρο, που εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να μας οδηγήσουν στο μέλλον σε μεγάλες και βιώσιμες αγροτικές εκμεταλλεύσεις.

Συνεπώς, είναι ξεκάθαρο πως η χάραξη μιας αγροτικής πολιτικής απόλυτα στοχευμένης σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο (για να κρατήσουμε τους αγρότες στην ύπαιθρο και να προσελκύσουμε νέους ανθρώπους στην αγροτική παραγωγή), αλλά κυρίως σε μεσομακροπρόθεσμο (για να οδηγηθεί ο αγροτικός τομέας σε βιώσιμη ανάπτυξη), είναι περισσότερο παρά ποτέ αναγκαία.

Μιας πολιτικής που να αντιμετωπίζει τις καταστάσεις ολιστικά, να λειτουργεί με γρήγορα αντανακλαστικά, στοχευμένα και με αποτελεσματικό τρόπο στα μείζονα ζητήματα του αγροτικού μας τομέα, όπως είναι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην παραγωγή αλλά κυρίως στη ζωή των Ελλήνων αγροτών, η αποτελεσματική και όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων για τον πρωτογενή τομέα, η ανάπτυξη των υποδομών με βασική κατεύθυνση την αξιοποίηση των υδάτινων πόρων, η συμβολαιακή γεωργία και κτηνοτροφία, η ποιοτική και βιολογική αγροτική παραγωγή, η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών και η αύξηση του μεγέθους των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, η επιστημονική στήριξη των αγροτών και η εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων στην παραγωγή, στην τυποποίηση και τη συσκευασία των αγροτικών προϊόντων, καθώς επίσης και το μάρκετινγκ για την προώθηση αγροτικών προϊόντων στις αγορές.

Ολα τα παραπάνω συνθέτουν το πλέγμα δράσεων μιας στοχευμένης εθνικής στρατηγικής, για τη χάραξη και την εφαρμογή της οποίας οι εξελίξεις, ήδη, μας πιέζουν αφόρητα.

Πέραν αυτών, είναι σημαντικό στο επιτελικό όργανο για την εφαρμογή τους, που είναι το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, να υπάρχουν σταθερότητα και συνέχεια.

Αυτό αρχικά σημαίνει επιλογή και τοποθέτηση γενικών γραμματέων και διευθυντικών στελεχών με γνώση και εμπειρία στην αγροτική πολιτική και στις ευρωπαϊκές διαδικασίες που την αφορούν. Επίσης, απαιτεί διακομματική και διαχρονική αποδοχή, τόσο των γραμματέων και των στελεχών όσο και του στρατηγικού σχεδίου.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button